Το παρόν άρθρο έχει γραφτεί με αφορμή ένα περιστατικό στην Αγγλία που δίχασε την αριστερά και προκάλεσε έντονη συζήτηση πρόσφατα. Δυστυχώς αφορά το δικαίωμα των γυναικών να ζουν χωρίς βία ή τον φόβο βίας ή βιασμού. Όχι μόνο στο δρόμο, όχι μόνο στο ίδιο μας το σπίτι, αλλά και στο ίδιο μας το κόμμα ή συλλογικότητα, ακόμη κι αν αυτό διακηρύσσει τον σεβασμό στα δικαιώματα των γυναικών. Το αδιέξοδο των συγκεκριμένων γυναικών, που περιγράφεται μέσα από αυτή τη φεμινιστική ανάλυση, προβληματίζει και το μόνο που μπορούμε να επαναλάβουμε, προς το παρόν, είναι ότι εμείς οι γυναίκες πρέπει να σπάμε τη σιωπή, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Αποφασίσαμε να μεταφράσουμε και να αναδημοσιεύσουμε αυτό το κείμενο λοιπόν ως αφορμή προβληματισμού, γιατί θεωρούμε ότι η υπεράσπιση των γυναικείων δικαιωμάτων είναι μια αξία που δεν μπορεί και δεν πρέπει να υποτάσσεται σε καμιά σκοπιμότητα. Όσο περισσότερη σιωπή, τόσο το χειρότερο για εμάς. Αλλά και για την αριστερά και τις συλλογικότητες που θέλουμε να έχουμε και στις οποίες συμμετέχουμε.

Σ.Β. – Δ.Σ.

 

της Mhairi McAlpine  

Πρώτα ο Τζέρι Χίλι, μετά ο Τόμι Σέρινταν και ο Τζορτζ Γκάλογουεϊ, και τώρα ο Μάρτιν Σμιθ. Γιατί τόσοι πολλοί άνδρες που κατέχουν ηγετικές θέσεις μέσα στις σοσιαλιστικές οργανώσεις είναι τόσο αδιάφοροι για τα γυναικεία δικαιώματα ώστε κακοποιούν σεξουαλικά γυναίκες, συγχωρούν τη σεξουαλική βία και συμμετέχουν στη σεξουαλική εκμετάλλευση; 

Οι περισσότερες αναγνώστριες και αναγνώστες αυτού του μπλογκ είναι πολύ νέοι για να θυμούνται το σκάνδαλο που αποτέλεσε το Εργατικό Επαναστατικό Κόμμα (Workers Revolutionary Party). Υπό την ηγεσία του  Gerry Healy, ενός επιφανούς διεθνώς τροτσκιστή, διαλύθηκε το 1985 όταν η  Aileen Jennings, για πολλά χρόνια γραμματέας του Χίλι, έστειλε ένα γράμμα στο Πολιτικό Γραφείο του κόμματος όπου ισχυριζόταν ότι το αρχηγείο και το παρακείμενο σπίτι του Χίλι, χρησιμοποιούνταν για «ευκαιριακές σεξουαλικές επαφές». Ή, με μια λιγότερο ευγενική γλώσσα, ότι ο Χίλι βίαζε συστηματικά γυναίκες μέλη του κόμματος, χρησιμοποιώντας έναν συνδυασμό εκφοβισμού και ευθέων απειλών βίας, για να εξασφαλίζει τη σιωπή τους. Είκοσι έξι γυναίκες προχώρησαν σε δήλωση ότι είχαν βιαστεί από τον Χίλι, μια εκ των οποίων χτυπημένη τόσο άσχημα ώστε έμεινε ανάπηρη. Το WRP διαλύθηκε.

Πιο πρόσφατα, το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Σκωτίας, κατέρρευσε μετά την αποκάλυψη ότι ο επιφανής ηγέτης Tommy Sheridan επισκεπτόταν sex club. Η απόπειρα του Σέρινταν να μηνύσει για δυσφήμιση την εφημερίδα News of the World απέτυχε μετά από την άρνηση της πλειοψηφίας της ηγεσίας να ψευδορκήσει, ενώ αυτός προσπάθησε να συγκαλύψει τις ύποπτες σεξουαλικές συναλλαγές με την επίκληση της γνωστής αστικής αφήγησης ότι είναι ένας «αφοσιωμένος οικογενειάρχης». Η επιτυχημένη μήνυση για δυσφήμιση σύντομα ακολουθήθηκε από μια δίκη για ψευδορκία και από περαιτέρω ιστορίες που μιλούσαν για εμπλοκή του με σπείρες της νύχτας που ασχολούνταν με τη βιομηχανία του σεξ. Παρ’ ότι η ηγεσία πήρε τις αποστάσεις της από τον Σέρινταν, η ζημιά είχε γίνει.

Πέρυσι, ο George Galloway δήλωσε δημόσια ότι υπό ορισμένες συνθήκες, ο βιασμός δεν είναι τίποτα άλλο παρά κακοί τρόποι. Όταν η Selma Yacoob πήρε αποστάσεις, ο Γκάλογουεϊ πέρασε στην επίθεση και μέσα σε ένα μήνα το μόνο αριστερό κόμμα που είχε γυναίκα ηγέτη την έχασε, καθώς τα μέλη έκαναν αδύνατη την παραμονή της, προτιμώντας να στηρίξουν έναν διάσημο μισογύνη παρά μια δυναμική μαύρη γυναίκα.

Και τώρα, ο Martin Smith. Φήμες για συγκάλυψη σεξουαλικής κακοποίησης, ενδοοικογενειακής βίας και σεξουαλικής βίας κυκλοφορούσαν στο Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (SWP) εδώ και πολλά χρόνια. Και πολλές από αυτές φωτογράφιζαν τον Εθνικό Γραμματέα, Μάρτιν Σμιθ. Οι διασπάσεις που οδήγησαν στη δημιουργία νέων οργανώσεων, της Counterfire και της International Socialist Group είχαν επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από τη συγκάλυψη αυτών των κατηγοριών και την άρνηση της ηγεσίας να τις διερευνήσει επαρκώς. Κι όμως, σε καμιά από τις διακηρύξεις για τις διασπάσεις αυτές και τη δημιουργία των νέων οργανώσεων δεν αναφέρονταν αυτά τα περιστατικά. Όμως, τώρα το τζίνι έχει βγει από το μπουκάλι. Στο πρόσφατο συνέδριο του SWP εμφανίστηκαν δύο διακηρυγμένες φράξιες και υπήρξαν φήμες για μια τρίτη, καθώς άνθρωποι κοντά στο κόμμα μίλησαν για μια υπογεγραμμένη δήλωση που κυκλοφόρησε από γυναίκες μέλη, η οποία επιβεβαιώνει ότι πράγματι ο Μάρτιν Σμιθ είναι ένα σεξουαλικό αρπακτικό. Ο πιο προεξέχων υπογράφων σε αυτόν τον κατάλογο έχει πλέον αποπεμφθεί, σε μια προσπάθεια του SWP να περιορίσει τη ζημιά.

 

Πρέπει να τεθεί το ερώτημα. Γιατί μισογύνηδες καταλαμβάνουν τόσο επιφανείς θέσεις στην αριστερά;

Πρώτον, είναι απλώς γιατί πολλοί άνδρες είναι μισογύνηδες. Πράγματι, δεν είναι καθόλου σπάνιο. Συνεπώς δεν εκπλήσσει ότι αρκετοί από αυτούς βρίσκουν το δρόμο προς τις αριστερές οργανώσεις. Και δεν πρέπει να μας εκπλήσσει επίσης, ότι τουλάχιστον κάποιοι ανέρχονται μέσα στις αριστερές οργανώσεις, πρέπει να το περιμένουμε. Από την κουλτούρα του βιασμού στην κουλτούρα της αισχρότητας, ο μισογυνισμός είναι παντού. Ένας στους 20 άνδρες έχουν βιάσει τουλάχιστον ένα πρόσωπο, ενώ κατά μέσον όρο ο καθένας έχει πραγματοποιήσει έξι βιασμούς. Και συνεπώς πρέπει να βρούμε τρόπους περιορισμού των ευκαιριών που ο μισογυνισμός, και ιδιαίτερα η σεξουαλική βία, έχουν για να εκδηλωθούν μέσα στις οργανώσεις μας.

Όταν οι άνδρες έχουν εξουσίες μέσα σε μια οργάνωση, η δύναμη αυτή μπορεί να απονεμηθεί σε γυναίκες μέσω σεξουαλικών σχέσεων μαζί τους. Όταν ένας επιφανής αγωνιστής ξεκινά μια σχέση με μια λιγότερο γνωστή γυναίκα αγωνίστρια, μπορεί ως συνέπεια να προκύψει πολιτική εύνοια και ανάθεση υπευθυνοτήτων. Αυτό οδηγεί στην παγίωση της εξουσίας, καθώς μέσω της σχέσης ασκείται έμμεσος έλεγχος σε τομείς δράσης, τοποθετώντας τη δική της δράση στη δική του σφαίρα εξουσίας. Αυτό μπορεί να χρησιμοποιείται ως μοχλός για τη συνέχιση μιας σχέσης που η γυναίκα θέλει να εγκαταλείψει. Το τέλος της σχέσης σημαίνει το τέλος της διάκρισης για τη γυναίκα καθώς ο πρώην εραστής προσπαθεί να την περιθωριοποιήσει μέσα στην οργάνωση, ενώ η πικρία για τις προσδοκώμενες ή τις πραγματικές χάρες οδηγεί τους ανθρώπους να παραβλέπουν την πραγματική πολιτική δουλειά.

Μέσα σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον, οι ερωμένες ανώτερων σε θέση ανδρών στελεχών προωθούνται ως οι γυναίκες εκπρόσωποι της οργάνωσης. Οποιαδήποτε υπόθεση περί ανδρικής κυριαρχίας, αντικρούεται δείχνοντας προς αυτές τις γυναίκες αγωνίστριες. Ωστόσο, η πρόσβαση που έχουν αυτά τα στελέχη στον χρόνο των γυναικών μέσω της σχέσης μπορεί να χρησιμοποιείται για να διασφαλιστεί ότι δεν θα αμφισβητηθεί αυτή η ανδρική κυριαρχία. Προσωπικές και πολιτικές δεσμεύσεις διαπλέκονται, με τους άνδρες να έχουν πάντα το πάνω χέρι και στις δύο περιπτώσεις.

Οι άνδρες –ως ομάδα– κερδίζουν εξουσία από την σεξουαλική βία άλλων ανδρών. Οι γυναίκες έχουν εκπαιδευτεί να φοβούνται την σεξουαλική βία, συνεπώς είναι λιγότερο πιθανόν να συμμετέχουν σε συναντήσεις που τελειώνουν αργά τη νύχτα, γιατί πρέπει να φύγουν για να μην χάσουν τη συγκοινωνία και πρέπει να πάνε με τα πόδια σπίτι τους, για λόγους ασφάλειας. Παρότι και οι άνδρες μπορεί να αποτελέσουν θύματα, δεν φοβούνται συστηματικά τη βία με τον ίδιο τρόπο. Έτσι, η πολιτική συνάντηση ή επικοινωνία με έναν άνδρα σύντροφο δεν έχει τις ίδιες επιπτώσεις για έναν άνδρα και για μια γυναίκα. Οι άνδρες μπορούν να κανονίζουν τις συναντήσεις σε περιβάλλοντα εχθρικά προς τις γυναίκες και μετά να σηκώνουν τους ώμους αδιάφορα όταν αυτές δεν εμφανίζονται. Οι γυναίκες αυτο-αστυνομεύουν τη συμπεριφορά τους για να αποφύγουν οποιοιδήποτε υπόνοια ότι «προκαλούν» ή ότι «δίνουν λανθασμένες εντυπώσεις», περιορίζοντας συστηματικά την συμμετοχή τους σε οργανώσεις όπου μεγάλο μέρος της εξουσίας ασκείται από άνδρες.

Οι άσχημες αντιδράσεις που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες σε ισχυρισμούς για σεξουαλική βία είναι ένας επιπλέον παράγοντας. Η στάση που αντιμετωπίζουν «ή πήγαινε στην αστυνομία ή δεν συνέβη τίποτα» φιμώνει τις γυναίκες, σε ένα περιβάλλον όπου η αστυνομία αναγνωρίζεται ως δύναμη κρατικού ελέγχου με φριχτό ρεκόρ στο χειρισμό υποθέσεων βιασμού, ιδιαίτερα όταν ο θύτης είναι γνωστός στο θύμα. Οι περισσότερες γυναίκες που αντιμετωπίζουν σεξουαλική βία δεν πάνε στην αστυνομία-κι έχουν σημαντικούς λόγους- ωστόσο, όποια απόφαση κι αν ληφθεί το πιθανότερο είναι η χαμένη να είναι η γυναίκα. Μόνο περίπου 5% από τις παραπομπές για βιασμό καταλήγουν σε καταδίκη. Το να πάει μια γυναίκα στην αστυνομία καταγγέλλοντας ένα στέλεχος αριστερού κόμματος προκαλεί κατηγορίες για «τροφή στον εχθρό» και με 95% πιθανότητες να μην υπάρξει καταδίκη, η αφήγηση συνεχίζει μάλλον με την αθώωση του θύτη και τη δαιμονοποίηση του θύματος – κάτι που μειώνει τις πιθανότητες για καταγγελία από επόμενα θύματα.

Ωστόσο, οι προσπάθειες για διαχείριση του ζητήματος της σεξουαλικής βίας μέσα σε μια οργάνωση δεν έχουν και πολλή τύχη, ιδιαίτερα όταν ο θύτης έχει μια θέση εξουσίας. Το να ληφθεί δράση ενάντια σε έναν θύτη με την διατήρηση παράλληλα του απαιτούμενο επιπέδου εμπιστευτικότητας για το θύμα, σημαίνει την πλοήγηση σε ένα ναρκοπέδιο ισχυρισμών για φραξιονιστική πάλη και αγώνες εξουσίας. Κάποιες από αυτές τις καταγγελίες δεν είναι αβάσιμες, καθώς οι πεινασμένοι για εξουσία άνδρες μέσα στα πολιτικά κόμματα επιδιώκουν να κεφαλαιοποιήσουν τα λάθη άλλων στελεχών για να ανελιχθούν οι ίδιοι. Η αφοσίωση σε αυτούς που κατέχουν ήδη εξουσία ανταμείβεται καθώς προχωρούν τα κουκουλώματα, ενώ άλλοι άνδρες επιδιώκουν να χρησιμοποιήσουν το κενό εξουσίας που προκύπτει σε περίπτωση σεξουαλικού σκανδάλου για να οικοδομήσουν οι ίδιοι μια βάση εξουσίας. Και πολύ συχνά το θεμελιώδες ζήτημα ότι οι γυναίκες αποκλείονται συστηματικά και τους αρνούνται την συλλογική εξουσία λόγω της σεξουαλικής βίας των ανδρών χάνεται.

Μέσα σε τέτοιες οργανώσεις, όπου δεν αμφισβητείται η ανδρική εξουσία, οι γυναίκες χρησιμοποιούνται ως πιόνια και η σεξουαλική βία περνά απαρατήρητη, οι μισογύνηδες θα βρουν τη συμπεριφορά τους να εξωραΐζεται και να κουκουλώνεται – κάτι που οδηγεί στην απίστευτη αλαζονεία ότι είναι ανώτεροι όχι μόνο από τις συντρόφισσες αλλά και από τον ίδιο το νόμο. Στηρίζονται στην ταύτισή τους με την οργάνωση και τη ζημιά που θα φέρουν στο κόμμα συνολικά τέτοιες αποκαλύψεις για να παρακάμψουν τις καταγγελίες, ενώ η επιβεβαίωση άλλων μισογύνηδων και εκμεταλλευτών που φοβούνται παρόμοιες αποκαλύψεις συνωμοτούν για τη συνέχιση της ανδρικής κυριαρχίας.

Για τον Σάβιλ όπως και για τον Σμιθ, αυτή η σιωπή δεν κρατά άλλο. Εκεί που οι γυναίκες πριν ήταν απομονωμένες, αντιμετωπίζοντας τη μονολιθικότητα της σφυρηλατημένης εξουσίας, υπάρχουν τώρα πολύ περισσότερες ευκαιρίες για τις γυναίκες να μιλήσουν με άλλες γυναίκες για τις εμπειρίες τους του μισογυνισμού και της βίας και να τις αμφισβητήσουν με επιτυχία.

Η αριστερά είναι η εστία για τον φεμινισμό, και είναι ώρα να πετάξουμε τους μισογύνηδες έξω απ’ την πόρτα.

Τροποποιήθηκε στις 9/1/13 – για να ξεκαθαρίσει ότι η δήλωση με υπογραφές που πληροφορούσε για τον Μάρτιν Σμιθ, βασίστηκε σε συζητήσεις και πληροφορίες πέραν του συνεδρίου.

μετάφραση: Σίσσυ Βωβού, Δήμητρα Σπανού

Πηγή: Second Council House of Virgo