Φωτό: Άνοιξη 2013, γυναίκες καραδαίνουν μαχαίρια σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τους βιασμούς, που μένουν ατιμώρητοι
της Ελένης Τσερεζόλε
«Αν δεν κυνηγούσα τις γυναίκες, οι φίλοι μου θα με περνούσαν για ομοφυλόφιλο». Με τον τρόπο αυτό ένας αιγύπτιος έφηβος που τον συνέλαβαν πρόσφατα να παρενοχλεί σεξουαλικά μια γυναίκα στην Αλεξάνδρεια, δικαιολόγησε την πράξη του. Το περιστατικό, πέρα από αποκαλυπτικό μιας γενικευμένης νοοτροπίας τόσο έναντι των γυναικών όσο και έναντι των ομοφυλόφιλων στην Αίγυπτο, είναι και… σπάνιο. Ελάχιστες δηλαδή είναι οι φορές που οι άνδρες οι οποίοι επιτίθενται μαζικά και κακοποιούν σεξουαλικά γυναίκες σε δημόσιους χώρους, συλλαμβάνονται και προσάγονται ενώπιον της Δικαιοσύνης. Τις περισσότερες φορές, είτε δεν συλλαμβάνονται καθόλου είτε τα θύματα, υπό τις πολλαπλές πιέσεις (εκ μέρους των οικογενειών των ιδίων, των δραστών, της αστυνομίας, κ.α.) κάνουν πίσω. Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο. Για παράδειγμα, το 2006, νεαρές γυναίκες δέχθηκαν επίθεση από ομάδα ανδρών, στο κέντρο του Καΐρου, χωρίς η αστυνομία να παρέμβει. Απλά σήμερα, μετά από την πτώση του καθεστώτος Μουμπάρακ αλλά και χάρη στο θάρρος μερικών γυναικών που έπεσαν θύματα τέτοιων επιθέσεων, να τις δημοσιοποιήσουν, έχει έλθει δυναμικά στο προσκήνιο, αναγκάζοντας τους δημόσιους παράγοντες, από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, που είναι στην εξουσία, ως διάφορες οργανώσεις, να πάρουν θέση.
Οι βίαιες και μαζικές αυτές επιθέσεις ενάντια σε γυναίκες σε δημόσιους χώρους, και κυρίως στην εμβληματική για το ρόλο της στην ανατροπή του Μουμπάρακ, πλατεία Ταχρίρ (αλλά όχι μόνο σε αυτή), συνιστούν πλέον σοβαρό κοινωνικό φαινόμενο. Για την «ενδέκατη πληγή της Αιγύπτου» έκανε πρόσφατα λόγο η γαλλική Μοντ ενώ η Χέραλντ Τρίμπιουν είχε τίτλο: «κύμα σεξουαλικών επιθέσεων φοβίζει την Αίγυπτο». Το πρόβλημα είναι ότι φαινόμενο δεν «φοβίζει» γενικώς και αορίστως την Αίγυπτο, αλλά φέρνει στην επιφάνεια οπισθοδρομικές αντιλήψεις πολλών ετών, και μάλιστα εκ μέρους σημαντικών παραγόντων και διαμορφωτών της κοινής γνώμης, του τύπου «οι γυναίκες τα θέλανε, προκαλούν», κλπ. Για παράδειγμα αυτή είναι η θέση του δημοφιλούς σεΐχη Αμπού Ισλάμ: «Αυτές που πηγαίνουν στην πλατεία Ταχρίρ είναι γυναίκες γυμνές, που δεν καλύπτονται με το χιτζάμπ, χήρες, που επιδιώκουν να τις βιάσουν».
Υποψήφια θύματα όλες οι γυναίκες…
Πέραν της προκλητικότητάς της, η τοποθέτηση αυτή (που δεν είναι μεμονωμένη) είναι και ανακριβής: ακόμη και γυναίκες που φορούν το χιτζάμπ πέφτουν θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης. Είτε στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς είτε στο δρόμο. Ενίοτε η επίθεση αυτή λαμβάνει μαζικό χαρακτήρα: δεκάδες, εκατοντάδες άνδρες περικυκλώνουν μία ή περισσότερες γυναίκες, τις γδύνουν, τις ξυλοφορτώνουν, και τους επιτίθενται σεξουαλικά. Συχνά τα θύματα δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν ποιοι είναι οι δράστες της επίθεσης και ποιοι σπεύδουν προς βοήθειά τους… Καμία δε γυναίκα δεν βρίσκεται στο απυρόβλητο τέτοιου είδους βάρβαρων επιθέσεων: νέες ή μεγαλύτερης ηλικίας, παντρεμένες ή ανύπαντρες, με χιτζάμπ ή χωρίς, ευκατάστατες ή όχι… Και το να καλέσουν σε βοήθεια είναι, τις περισσότερες φορές, μάταιο. Καλύτερα να πουν ότι τους έκλεψαν την τσάντα. Οι αστυνομικοί δεν προσφέρουν προστασία καθώς θεωρούνται εν δυνάμει βιαστές και αυτοί…
Όσοι πίστευαν ότι η ανατροπή του καταπιεστικού καθεστώτος Μουμπάρακ, θα άλλαζε τα πράγματα διαψεύστηκαν. Στην αρχή των διαμαρτυριών, στην πλατεία Ταχρίρ, συνυπήρχαν άνδρες και γυναίκες διαδηλωτές, χωρίς να σημειωθεί κάποιο περιστατικό. Ωστόσο, τη 18η ημέρα, η αμερικανίδα ανταποκρίτρια του CBS, Λόρα Λόγκαν, δέχθηκε επίθεση από… διακόσιους άνδρες… Τους επόμενους μήνες παρεμφερείς επιθέσεις δέχθηκαν δύο γαλλίδες δημοσιογράφοι, των δημόσιων καναλιών France 3 και France24, οι οποίες γλίτωσαν τα χειρότερα χάρη στην παρέμβαση άλλων ανδρών… Ωστόσο, η συντριπτική πλειοψηφία των θυμάτων είναι αιγύπτιες – απλά τα περιστατικά με τις ξένες δημοσιογράφους έστρεψαν τα φώτα των διεθνών ΜΜΕ στο φαινόμενο.
Όταν η επανισλαμοποίηση ανοίγει το δρόμο στην αυθαιρεσία σε βάρος των γυναικών…
Ποιοι είναι οι δράστες; Ποια τα κίνητρά τους;
Η ερμηνεία του φαινομένου δεν μπορεί να είναι μονοπαραγοντική: οικονομικοί παράγοντες (υψηλότατη ανεργία των νέων, μεγάλα ποσοστά φτώχειας), σεξουαλική στέρηση (μεγάλη διάδοση κάθε είδους πορνογραφίας) αλλά και η ισλαμιστική προσέγγιση της γυναίκας και του σώματός της, μπορούν (σε κάποιο βαθμό) να εξηγήσουν τις επιθέσεις αυτές.
Σημαντικό ρόλο έπαιξε η επανισλαμοποίηση της κοινωνίας που ξεκίνησε επί Μουμπάρακ, βάζοντας φρένο σε σειρά νομοθετημάτων του παρελθόντος (επί Νάσερ και Σαντάτ), που έδιναν δικαιώματα στις γυναίκες. Όποιος ανέμενε ότι τα ανοίγματα του Μουμπάρακ προς τους ισλαμιστές θα συντηρητικοποιούσαν την κοινωνία, και θα προστάτευαν τις γυναίκες από σεξουαλικές επιθέσεις σε δημόσιους χώρους, σε ΜΜΜ, έπεσαν έξω. Και τούτο γιατί, όπως παρατηρεί ο γνωστός συγγραφέας (του «Μεγάρου Γιακουμπιάν») στο νέο του βιβλίο, «Χρονικά της Αιγυπτιακής Επανάστασης», Αλάα αλ-Ασουάνι, «οι ουαχαμπίτες βλέπουν τη γυναίκα ως σεξουαλικό αντικείμενο, όργανο πειρασμού ή μέσο τεκνοποίησης. Εκείνο που τους ενδιαφέρει είναι να καλύψουν το σώμα της και να την απομονώσουν όσο το δυνατόν περισσότερο από την κοινωνία, για να απωθήσουν το κακό που μπορεί να προέλθει από τη γοητεία τους». Δεν είναι έτσι δύσκολο η γυναίκα να μετατραπεί σε θήραμα…
Η ειρωνεία του πράγματος είναι ότι η Αίγυπτος ήταν η πρώτη αραβική χώρα όπου αναπτύχθηκε στη δεκαετία του 1920 το φεμινιστικό κίνημα: το 1923, η Χόντα Σαράουϊ τολμούσε να πετάξει τη μαντίλα που κάλυπτε το πρόσωπό της, προκαλώντας σκάνδαλο και βάζοντας τα θεμέλια του γυναικείου κινήματος στη χώρα. Στις δεκαετίες του 1950 και του 1960, οι γυναίκες αποσπούσαν το δικαίωμα ψήφου, πρόσβασης στην εκπαίδευση, στην απασχόληση. Ακόμη, επί Ανουάρ αλ Σαντάτ, ψηφίστηκαν οι νόμοι για την προστασία της γυναίκας στο πλαίσιο του γάμου. Επί Μουμπάρακ, το πάνω χέρι στα κοινωνικά ζητήματα (με αντάλλαγμα τη διατήρηση της πολιτικής του εξουσίας) που έδωσε ο «ραίς» στους ισλαμιστές προκάλεσε σοβαρά προβλήματα – π.χ. η βάρβαρη πρακτική της κλειτοριδεκτομής, την οποία δεν επιβάλλει το Κοράνι και που είναι παράνομη από το 2008, μετατράπηκε σε ισλαμικό κανόνα! Προβλήματα που σήμερα γίνονται ακόμη πιο αισθητά, με την άνοδό τους στην εξουσία.
Μέσα σε αυτό το γκρίζο τοπίο για τα γυναικεία δικαιώματα, όπως αυτό διαγράφεται από τις βάρβαρες δημόσιες σεξουαλικές επιθέσεις, υπάρχουν και φωτεινά σημεία. Είναι η δράση θαρραλέων γυναικών που τολμούν τα πουν τα πράγματα με το όνομά τους και να θέσουν, π.χ., την εξουσία των Αδελφών Μουσουλμάνων προ των ευθυνών της. Όπως για παράδειγμα, η Έβιν Νάγκα, φεμινίστρια, που κατήγγειλε «μια ισλαμιστική εξουσία, σκοταδιστική, που, με το πρόσχημα της σαρία και των παραδόσεων, θέλει να κλείσει τις γυναίκες στα σπίτια τους και να ακυρώσει την επανάσταση». Ή η Χάνια Μοχίμπ, η 42χρονη δημοσιογράφος, που ήταν ένα από τα πρώτα θύματα που δημοσιοποίησε την εμπειρία της. Μέχρι σήμερα μόλις 18 τέτοιες επιθέσεις έχουν καταγραφεί, ωστόσο είναι σίγουρα πολύ περισσότερες καθώς πολλές γυναίκες αποθαρρύνονται από το να τις καταγγείλουν.
Οι Αιγύπτιες πάντως δεν το βάζουν κάτω. Και όσο οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι διαπληκτίζονται με τα άλλα κόμματα για το θέμα των ευθυνών, εκείνες συνεχίζουν να δίνουν το παρόν στις διαδηλώσεις. Είτε συνοδευόμενες από… σωματοφύλακες. Είτε με ίδια μέσα προστασίας: «μην ανησυχείτε για μένα» έλεγε πρόσφατα μια 40χρονη δικηγόρος, η Άμπερ Χαρίντι, «οπλοφορώ».
Όπως και νάναι οι μαζικοί, δημόσιοι βιασμοί αποτελούν μία από τις πολλές πτυχές ενός καθημερινού και σε πολλά μέτωπα αγώνα που δίνουν οι αιγύπτιες: για τη ζωή τους, για την αξιοπρέπειά τους. Κι εντέλει για την τελική έκβαση της εξέγερσης που ανέτρεψε το καθεστώς του Μουμπάρακ…
Περισσότερα