της Ντίνας Βαΐου
Όταν η Αυγή δημοσίευσε τα ονόματα των νέο-εκλεγμένων μελών της Πολιτικής Γραμματείας του νέου, ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ, κατά τη συνήθειά μου, μέτρησα τις εκλεγείσες γυναίκες σ’ αυτά τα ανώτατα κλιμάκια της κομματικής εξουσίας, όπως είχα κάνει και για την νεοεκλεγείσα Κεντρική Επιτροπή. Και, βέβαια, απογοητεύτηκα: ο αριθμός 4 στα 21 συνολικά μέλη δεν αντιπροσωπεύει ούτε αυτό που, αφελώς ίσως, θεωρούσα αποφασισμένο ποσοστό εκπροσώπησης, δηλαδή το ένα τρίτο. Φαίνεται πως τέτοιες αποφάσεις θεωρείται αποδεκτό να μην εφαρμόζονται όσο το άγγιγμα της εξουσίας, έστω της κομματικής, γίνεται πιο άμεσο. Όμως η απογοήτευσή μου μεγάλωσε όταν η Αυγή της 28/7/2013 χαιρέτισε με δισέλιδο αφιέρωμα αυτή την τόσο πενιχρή παρουσία, υπαινισσόμενη ότι ίσως είναι λίγες με την παρενθετική φράση «όσες κι αν ήταν, πάλι λίγες θα ήταν…».
Στο νέο κόμμα και στη νεολαία του υπάρχουν δυνατές φωνές που θα χαρακτήριζαν «ουσιοκρατικές» τις αριθμητικές ανησυχίες, τις δικές μου και πολλών άλλων που έδωσαν μάχες στο Συνέδριο και εκτός αυτού. Είναι βέβαιο ότι οι έμφυλες όψεις των πραγμάτων, για να αποκαλυφθούν, χρειάζονται κάτι περισσότερο από την παρουσία περισσότερων γυναικών στα όργανα. Αλλά δυστυχώς η ένσταση πολλών γυναικών και ακόμη περισσότερων ανδρών ότι τα στελέχη αναδεικνύονται με βάση την αξία τους δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί σε πραγματικές συνθήκες κομματικής λειτουργίας. Γιατί δεν είναι μυστικό πως οι κομματικές «καρέκλες» γεμίζουν μέσα από σχέσεις δύναμης, διεργασίες και ισορροπίες στις οποίες η αξία (όπως και η απαξία) των προσώπων κατασκευάζονται συστηματικά – και το φύλο δεν είναι αμελητέα παράμετρος της κατασκευής αυτής, ούτε στην ανανεωτική Aριστερά.
Ακριβώς εδώ είναι και η δική μου πολυεπίπεδη απογοήτευση: Το δισέλιδο της Αυγής, επικεντρώνεται σε ζητήματα που έχουν να κάνουν αφ’ ενός με την κρίση και αφ’ ετέρου με τη λειτουργία του νέου ΣΥΡΙΖΑ. Όμως δεν τίθεται ούτε ένα ερώτημα που να αφορά για παράδειγμα τους ποικίλους και διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους μια έμφυλη οπτική θα αποκάλυπτε σημαντικές, και «ξεχασμένες» από τον κυρίαρχο λόγο, όψεις της κρίσης. Μια τέτοια οπτική δεν απασχόλησε καμία από τις απαντήσεις των τεσσάρων γυναικών μελών της Πολιτικής Γραμματείας, όταν πχ μίλησαν για τις ευθύνες που καλούνται να αντιμετωπίσουν από τις νέες τους θέσεις ή τα ζητήματα με τα οποία θέλουν να συνδέσουν τη δουλειά τους από τις θέσεις αυτές. Το φύλο της κρίσης, ακόμη κι η λέξη φύλο, μοιάζει να αποτελεί ταμπού και μάλλον θεωρείται ότι αναφέρεται σε κάποιο «ειδικό» (δηλαδή λιγότερο σημαντικό) ζήτημα που μας …αποσπά από τα «κύρια» προβλήματα.
Όμως ο σεξισμός είναι παρών στην καθημερινότητά μας, η βία κατά των γυναικών αυξάνεται όσο η βία γενικεύεται και γίνεται αποδεκτή, η ανεργία των γυναικών έχει εκτοξευτεί στα ουράνια, η συντηρητικοποίηση των απόψεων και των άμεσων πρακτικών γύρω από τη φροντίδα και τις έμφυλες σχέσεις μας γυρνάει δεκαετίες πίσω, τότε που η «ισότητα» αποτελούσε αίτημα και όχι αντικείμενο κριτικής. Μια αλλαγή εστίασης σαν αυτήν που υπονοούν οι πιο πάνω παρατηρήσεις, όπως στη φωτογράφηση, δεν σημαίνει ότι «μικραίνει» το θέμα – εν προκειμένω την κρίση, τις επιπτώσεις της και τις αριστερές στρατηγικές. Σημαίνει μάλλον μια αλλαγή οπτικής που επιδιώκει να συνδέσει τις παγκόσμιες διαδικασίες με τα συγκεκριμένα σώματα που εμπλέκονται σ’ αυτές και να επαναπροσδιορίσει την κατανόησή μας για τα «μεγάλα» ζητήματα μαζί με τα υποκείμενα στα οποία η αριστερά προσβλέπει.
Δεν είναι ντροπή ή αδυναμία να ξεπεράσουμε τα ταμπού και να ξαναπιάσουμε τα νήματα των γυναικείων αγώνων και διεκδικήσεων, δίνοντάς τους καινούργια νοήματα και περιεχόμενα. Αντίθετα, έχει πολύ μεγάλη σημασία για το νέο κόμμα της ανανεωτικής/ριζοσπαστικής αριστεράς, καθώς πέρα από τις εσωτερικές του ισορροπίες τάσεων, συνιστωσών και απόψεων, χρειάζεται να οικοδομεί καθημερινά την εικόνα του κόσμου που ευαγγελίζεται. Κι αυτός ο κόσμος δεν μπορεί να αποκλείει ή να θεωρεί «ειδικό» θέμα τις τύχες των γυναικών και τις δυναμικές του φύλου.
Πηγή: Αυγή