του Δημήτρη Τ.
Η πολυσυζητημένη πλέον εμφάνιση της ξανθιάς δασκάλας στη χθεσινή παρέλαση δέχθηκε δύο ειδών σχολιασμούς. Ο ένας από τη μεριά του συντηρητικού πολιτικού φάσματος, που υπερασπίζεται τις παρελάσεις, ήταν επικριτικός απέναντι στη δασκάλα διότι με το ντύσιμο της προσέβαλλε το θεσμό, την ιστορική επέτειο και τη μνήμη των “ηρώων” του 40. Στα μυαλά τέτοιων ανθρώπων η σεξουαλικότητα, πόσο μάλλον η γυναικεία σεξουαλικότητα είναι μία προβληματική και ανατρεπτική ποιότητα που απαιτεί αυστηρό έλεγχο και περιορισμό καθώς αν αφεθεί ελεύθερη, ιδίως στη δημόσια σφαίρα, απειλεί να αποσταθεροποιήσει τις θεμελιώδεις προκείμενες της κοινωνίας. Σε καμία περίπτωση λοιπόν η γυναικεία σεξουαλικότητα δεν πρέπει να εμφανίζεται στις εθνικές παρελάσεις καθώς προσβάλλει τις αξίες που οφείλει να αναδεικνύει ο συγκεκριμένος θεσμός και που έχουν εξυψωθεί τόσο ώστε να μην πρέπει να σχετίζονται διόλου με τις καθημερινές ζωές και ασχολίες των ανθρώπων. Ιδίως με τη γυναικεία σεξουαλικότητα που προσλαμβάνεται έμμεσα σαν κάτι επικίνδυνο, αν όχι μιαρό.
Ο δεύτερος σχολιασμός έγινε από εκείνο το τμήμα του αριστερού φάσματος που επικρίνει τις παρελάσεις και επιζητεί την κατάργηση τους. Οι σχολιαστές αυτοί χαιρέτισαν την εμφάνιση της δασκάλας αφού την ερμήνευσαν ως υπονόμευση και εκ των έσω αποδόμηση του αντιδραστικού θεσμού, αφού ακόμα και οι συμμετέχοντες σε αυτόν αρνούνται να υποταχθούν στο τελετουργικό του και με την παρουσία τους τον παρωδούν. Αδυνατίζουν έτσι, αν όχι ακυρώνουν, το συντηρητικό, μιλιταριστικό μήνυμα που υποτίθεται οφείλει να αναδείξει.
Οι δύο παραπάνω αναγνώσεις του ίδιου γεγονότος, αν και προέρχονται από τα δύο αντίπαλα άκρα του πολιτικού φάσματος μοιράζονται πολύ περισσότερο κοινά στοιχεία από όσα φαντάζονται οι φορείς τους. Καταρχήν οδηγούνται στο ίδιο συμπέρασμα – η συγκεκριμένη παρουσία της δασκάλας υπονομεύει το θεσμό των παρελάσεων, άσχετα αν αυτή η υπονόμευση επικρίνεται από τους μεν ενώ επικροτείται από τους δε. Ταυτόχρονα όμως συμμερίζονται και το λόγο αυτής της υπονόμευσης, την εμφάνιση δηλαδή και τη σεξουαλικότητα της εν λόγω γυναίκας. Από ότι φαίνεται και για τις δύο αναγνώσεις, η εισβολή της γυναικείας σεξουαλικότητας σε ένα εθνικιστικό-μιλιταριστικό θεσμό, έχει βλαπτική – ανατρεπτική επίδραση (για το θεσμό). Οι εκ του δεξιού φάσματος επειδή θεωρούν εν γένει μιαρή και επικίνδυνη τη γυναικεία σεξουαλικότητα. Οι εκ του αριστερού επειδή πιστεύουν πως η παρουσία αυτής στις παρελάσεις δεν μπορεί να συνάδει με τις αξίες που αυτές (πρέπει) να αναδεικνύουν. Ως ένα βαθμό βέβαια ίσως να υπάρχει και πιο βαθιά επικάλυψη καθώς και μέρος της αριστεράς διακρίνεται από πουριτανισμό και αντιλαμβάνεται το συγκεκριμένο τύπο εκδήλωσης της σεξουαλικότητας της δασκάλας ως χυδαίο και κιτς- διαστρέβλωση και εκχυδαϊσμό ενός πιο “αυθεντικού” ή πολιτικά ορθού τρόπου εκδήλωσης της σεξουαλικότητας από τη μεριά των γυναικών.
Το πρόβλημα όμως είναι πως η εμφάνιση της δασκάλας και η προβολή της σεξουαλικότητας της στην παρέλαση, όχι μόνο δεν υπονομεύει το θεσμό αλλά τον ενισχύει και τον αναζωογονεί. Ο λόγος έχει να κάνει με τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η ιδεολογία. Όπως έχει επισημάνει ο Ζίζεκ , κάθε αρχή – εξουσία η οποία διατυπώνει ένα ρητό σύστημα επιταγών που οι υποτελείς της οφείλουν να αποδέχονται και να εφαρμόζουν αδιαπραγμάτευτα, περιλαμβάνει και μία σειρά από άρρητους κώδικες που υποδεικνύουν στους υποτελείς πότε να παραβιάζουν αυτές τις επιταγές, χωρίς τιμωρία. Ένα παράδειγμα θα ήταν οι άτυποι κανόνες στο στρατό που δίνουν τη δυνατότητα στους φαντάρους να παραβιάζουν τις εντολές των αξιωματικών ή τους επίσημους κανόνες, χωρίς να κινδυνεύουν με κυρώσεις, αφού η διαδικασία είναι γνωστή και αποδεκτή από όλη την αλυσίδα της ιεραρχίας. Επίσης, την ίδια στιγμή που η εξουσία επιβάλλει ένα αυστηρό τελετουργικό ενσωματώνει και ένα χυδαίο συμπλήρωμα που συνοδεύει την εφαρμογή του τελετουργικού και το κάνει πιο δυναμικό και ελκτικό. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα ανόητα σεξιστικά τραγούδια που τραγουδάνε οι νεοσύλλεκτοι λοκατζήδες κατά τη διάρκεια της αυστηρής εκπαίδευσης τους. Η λειτουργία αυτή δεν αδυνατίζει την ισχύ της εκάστοτε εξουσίας, αντίθετα είναι προϋπόθεση της αφού δίνει ελεγχόμενη διέξοδο στα υποκείμενα της ώστε να μπορούν ξεφύγουν από το αυστηρό της πλαίσιο, χωρίς, ταυτόχρονα, να ακυρώνεται αυτό το πλαίσιο. Επιτρέπει την ταύτιση με την εξουσία και την απόλαυση εντός του πλαισίου που ορίζει η ίδια. Η απόλαυση καθίσταται δυνατή διότι εμφανίζεται να λαμβάνει σε αντίθεση με το πλαίσιο, όπου τα υποκείμενα έχουν την αίσθηση πως το παραβιάζουν, χωρίς όμως να αναλαμβάνουν τους κινδύνους που θα σήμαινε μία πραγματική παραβίαση.
Κάπως έτσι λειτουργεί και η εμφάνιση της εν λόγω δασκάλας αναφορικά με το θεσμό των παρελάσεων. Τυπικά η γυναίκα αυτή φαίνεται να παραβιάζει τους γνωστούς κανόνες εμφάνισης στην παρέλαση – λιτό, σεμνό και ομοιόμορφο ντύσιμο που να εκπέμπει σεβασμό στις αξίες που πρέπει να αναδεικνύει ο θεσμός. Κατ’ αυτό τον τρόπο φαίνεται να τον υπονομεύει. Στην πραγματικότητα όμως αυτό που κάνει είναι να “εκσυγχρονίζει” το θεσμό, να τον φέρνει στα μέτρα της εποχής, ως προς τον τρόπο εμφάνισης των γυναικών σήμερα, να του προσθέτει λίγη πραγματική ζωή και καθημερινότητα, ώστε να φαντάζει περισσότερο “κανονικός” από όσους καλούνται να συμμετέχουν σε αυτόν. Τον καθιστά έτσι πιο οικείο, “φυσιολογικό” και άρα αποδεκτό από τους σύγχρονους ανθρώπους, εκεί που έτεινε να εμφανίζεται σαν ένα απολίθωμα προ πολλού περασμένων εποχών και αντιλήψεων. Ταυτόχρονα του προσθέτει και ένα σεξουαλικό, ηδονοβλεπτικό στοιχείο με όρους τους σήμερα. Πάντοτε βέβαια οι παρελάσεις είχαν έντονα αυτά τα στοιχεία, κυρίως αυτές των πρώτων διδαξάντων, των ναζί, όμως η μορφή εμφάνισης αυτών διαφέρουν από εποχή σε εποχή. Την ίδια λειτουργία επιτελούν και τα μίνι των μαθητριών που παρελαύνουν, τα σκουλαρίκια, τα ψηλά τακούνια ή τα όποια άλλα αξεσουάρ που σκανδαλίζουν τους συντηρητικούς υπερασπιστές της παρέλασης.
Ο εκσυγχρονισμός αυτός ως προς το ντύσιμο και την εμφάνιση, ώστε να συνάδει με τη μόδα της εποχής, δεν υπονομεύει τις αξίες που αναδεικνύει η παρέλαση – τον εθνικισμό, την αντιδραστική πειθαρχία, τη φασιστική τάση για ομοιομορφία, το μιλιταρισμό. Αυτές παραμένουν σύμφυτες με το θεσμό, όμως η επιδραστικότητα τους αποκτά πλέον έναν έμμεσο χαρακτήρα. Τα παιδιά, οι καθηγητές αλλά και οι θεατές έλκονται ή ανέχονται τις παρελάσεις επειδή αυτές έχουν πάρει (και) το χαρακτήρα ενός νυφοπάζαρου ή οφθαλμόλουτρου. Γίνονται αντιληπτές και σαν μία ευκαιρία σωματικής (άρρητα ερωτικής) επίδειξης, πλήρως εναρμονισμένες με το ναρκισσιστικό και επιδειξιομανές πνεύμα της εποχής. Κατ’ αυτό τον τρόπο γίνονται κατανοητές από τους μαθητές (και τον κόσμο) της εποχής ως μία διαδικασία που μπορούν σχετικά εύκολα να την ενσωματώσουν στην αυτο-εικόνα τους, να την εντάξουν στον τρόπο με τον οποίο ζουν και όχι σαν μία κατά βάση καταπιεστική, αντιδραστική και αναχρονιστική αγγαρεία. Παρ’ όλα αυτά όμως οι παρελάσεις διόλου δεν έχουν μετατραπεί σε ένα πανηγύρι της νεολαίας και δεν κινδυνεύουν να γίνουν στο μέλλον, όσες μαθήτριες με μίνι ή και προκλητικά ντυμένες καθηγήτριες εμφανιστούν σε αυτές. Είναι πλήρως συνδεδεμένες με την ιδεολογία του εθνικισμού, του μιλιταρισμού, της τυφλής πειθαρχίας κλπ τόσο μέσα από την αφήγηση που της περιβάλλει – από το σχολείο και τον τρόπο διδασκαλίας της ιστορίας, όσο και από το δημόσιο διάλογο γι αυτές και τα ιστορικά γεγονότα που υποτίθεται πως τιμούν. Ταυτόχρονα, το τελετουργικό, η τήρηση του οποίου οδηγεί στην επιτέλεση αυτών των αντιδραστικών ιδεών παραμένει αυτούσιο – το ομοιόμορφο ντύσιμο (παρά τον αυθόρμητο εμπλουτισμό του από τους μαθητές), το στρατιωτικό βήμα, η σημαία, ο χαιρετισμός των επισήμων, η αναγκαστική συμμετοχή. Όλα αυτά στο σύνολο τους– ο λόγος που περιβάλλει τις παρελάσεις και το τελετουργικό – επιβεβαιώνουν και αναπαράγουν τις παραπάνω αξίες. Οι συμμετέχοντες στο θεσμό, από οποιαδήποτε θέση, βιώνουν αναμφισβήτητα (και) μία εθνικιστική – μιλιταριστική και πρωτοφασιστική εμπειρία. Οι σέξι – προκλητικές εμφανίσεις απλά λειτουργούν ως το χυδαίο συμπλήρωμα που καθιστά πολύ πιο λειτουργική και αποτελεσματική την αντιδραστική ιδεολογία που τις συνοδεύει.
Ειδομένη από αυτή τη σκοπιά η “προκλητική” παρουσία της δασκάλας είναι πλήρως συμβατή με τις αξίες που διεκδικεί να αναδείξει ο θεσμός των παρελάσεων και γι αυτό τον ενισχύει. Η εμφάνιση της θα ήταν υπονομευτική αν πράγματι παρωδούσε το τελετουργικό, τόσο με το ντύσιμο όσο και με την υπόλοιπη στάση της. Αν για παράδειγμα εμφανίζονταν με τέτοιο τρόπο προκλητικά ντυμένη που να υπερ-ταυτίζεται με το πρότυπο ντυσίματος της γυναίκας που πάει στα μπουζούκια, ώστε να συνιστά παρωδία αυτού του προτύπου. Και αν διακωμωδούσε το τελετουργικό της παρέλασης, ίσως με κάποιο αστείο βηματισμό και κινήσεις του σώματος που στο σύνολο τους θα αποδομούσαν το μήνυμα που επιδιώκει να περάσει η παρέλαση. Δεν έκανε όμως τίποτα από όλα αυτά, αντίθετα, υπήρξε πλήρως πιστή στο τελετουργικό, με εμφάνιση που διόλου δεν την ξεχωρίζει από το mainstream το οποίο αναγνωρίζουν και ταυτίζονται άπειρες γυναίκες ή επιθυμούν οι άντρες και σοβαρότητα που αρμόζει στο θεσμό και που υποδεικνύει σεβασμό προς αυτόν. Με λίγα λόγια- οι σέξι δασκάλες δεν θα μας απαλλάξουν από τις αντιδραστικές παρελάσεις…