της Μaria Alyokhina*
«Η Ρωσία στέλνει στρατό στην Κριμαία». Αυτές δεν είναι απλώς λέξεις για να βλέπει ολόκληρος ο κόσμος, αλλά πράξεις που γίνονται από τη χώρα μου, πράξεις της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Ο στρατός προχωρά στους δρόμους της Κριμαίας σήμερα, την Κυριακή της Συγχώρεσης, όπως λέει ο πατριάρχης, που δηλώνει «ελπίζω να μην αντισταθεί η Ουκρανία». Οι αστυνομικές δυνάμεις στην πλατεία Μαζνενάγια στο κέντρο της Μόσχας, έτοιμες ν’ αρπάξουν αυτούς και αυτές που δηλώνουν όχι στον πόλεμο. Οι μονάδες των φυλάκων βγάζουν τους κρατούμενους στη Μπολοντάγια για τον καθημερινό προαυλισμό τους στη φυλακή: Αυτούς που είναι μέσα γιατί βγήκαν στους δρόμους πριν δυο χρόνια για να ζητήσουν δίκαιες εκλογές. Στρατός, αστυνομία, φύλακες των φυλακών – όλοι ακολουθούν τις διαταγές να συντρίψουν την αντίσταση. Η παλιά τακτική των φυλακών να αντιπαραθέτουν πολίτες ενάντια σε άλλους πολίτες, να δίνουν σε μια ομάδα την εντολή να χρησιμοποιήσει την φυσική και τη νομική βία ενάντια στην άλλη: αυτή είναι επίσης η τακτική του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Δεν θα καταγραφεί η αντίστασή μας στα βιβλία της ιστορίας, γιατί θα συλληφθούμε πριν ακόμα φθάσουμε στην πλατεία για να εκφράσουμε τις απόψεις μας. Δεν θα καταγραφεί το γεγονός ότι η απόφαση να σταλούν τα στρατεύματα λήφθηκε από τον Πούτιν, ο οποίος άρπαξε την εξουσία και τώρα μιλά εκ μέρους της χώρας μου. Η Ιστορία θα δει μόνο τις λέξεις «Ρωσία», «στρατός», «αγανάκτηση από τη διεθνή κοινότητα».
Η αρχή του «διαίρει και βασίλευε», που έχει εφαρμοστεί προληπτικά στη Ρωσία δεν μπορεί να δικαιολογηθεί, όσο και η στάση του λαού που ενεργητικά ή παθητικά υποστηρίζουν αυτή την αρχή δεν μπορεί να δικαιολογηθεί. Χθες βράδυ έξαλλα μηνύματα σ’ αυτούς που πληρώνονται από το κράτος όπως εκπαιδευτικοί, που τους διέτασσαν να βγουν στους δρόμους σε συγκέντρωση υποστήριξης της αποστολής στρατευμάτων. Πληρώθηκαν για να πάνε. Πήγαν και συγκεντρώθηκαν για τον πόλεμο. Το απόγευμα τους είδαμε στους δρόμους και στις πλατείες. Και ούτε που εκπλαγήκαμε, όπως δεν εκπλαγήκαμε και από τις συλλήψεις στην Κόκκινη Πλατεία, ανθρώπων που τραγουδούσαν τον εθνικό ύμνο.
«Πολίτες, μην εμποδίζετε την μετακίνηση άλλων πολιτών». Αυτές τις λέξεις ακούσαμε να βγαίνουν από τα μεγάφωνα κατά τις τελευταίες διαδηλώσεις ενάντια στις συλλήψεις και τον πόλεμο, αυτές οι λέξεις περικλείουν με τον πιο καθαρό τρόπο, την σιωπηλή υφέρπουσα πολιτική διαίρεση στη Ρωσία, μια διαίρεση που είναι πιθανώς πιο τρομακτική από τον εμφύλιο πόλεμο. Αυτή είναι μια τεχνητή και όμως αποτελεσματική κατασκευασμένη διαίρεση των πολιτών σ’ αυτούς που έχουν γνώμη αλλά δεν έχουν δικαίωμα να περπατούν στους δρόμους, και σ’ αυτούς που περπατούν στους δρόμους με αδειανά κεφάλια και χωρίς τη θέληση να έχουν λόγο για την κυβέρνηση.
Η συνήθεια να στέκονται στα πλάγια, έχει γίνει το στήριγμα της ζωής στη Ρωσία. Η πολιτική εμπλοκή και η έλλειψη αδιαφορίας, είναι αντικείμενο κοροϊδίας. Ο συλλογισμός και η ανάλυση των τρεχόντων γεγονότων, απλώς απορρίπτονται ως περιττά και άσκοπα. Η υποταγή καλωσορίζεται και έτσι το κράτος συνεχίζει να σέρνεται. («…προς ένα λαμπρό μέλλον» να προσθέσουμε εδώ). Αλλά αυτός ο υπαινιγμός στη σοβιετική πίστη για ένα καλύτερο αύριο δεν είναι πια η πεποίθηση της σύγχρονης ρωσικής κοινωνίας, εκεί όπου τελειώνει η μέρα μ’ έναν αποκαμωμένο στεναγμό, αλλά και την ανακουφιστική σκέψη ότι «τουλάχιστον δεν έχουμε πόλεμο».
Ως τώρα.
Αυτό το «σήμερα» επέζησε αναίσθητα, τυφλά, και πάντα αποδεικνύεται μοιραίο. Αυτοί που έχουν αποδεχθεί την ετυμηγορία να ζήσουν τις ζωές τους με παθητική λησμονιά, θα επαναλάβουν την ιστορία και τα λάθη της. Μ’ αυτό τον τρόπο, όταν στέκεται στο χείλος του πολέμου κάτω από λάβαρα της πάλης για την ειρήνη, η Ρωσία επαναλαμβάνει το 1968.
Αυτοί που επιδιώκουν την εξουσία, ξέρουν πώς να παραδέχονται τα λάθη του παρελθόντος και του παρόντος, πώς να τα συλλογίζονται, να αναλαμβάνουν προσωπική ευθύνη γι’ αυτά. Αυτοί που επιδιώκουν να κερδίσουν την εξουσία για το δικό τους άμεσο όφελος, ποτέ δεν παραδέχονται τα λάθη και κάνουν το κάθε τι για να κάνουν τον κόσμο να ξεχάσει τα παραστρατήματά τους. Στη Ρωσία, ήρθε στην εξουσία ένας άνθρωπος που επέλεξε τον τρίτο δρόμο: να είναι υπερήφανος για τα λάθη του και να κατασκευάζει μνημεία προς τιμήν τους.
Στην ποινική αποικία της Ρωσίας, το Περμ, όλες οι φυλακισμένες ξέρουν τον κανόνα νούμερο ένα: «Φόρμα, νόρμα και υπακοή». Ζουν μ’ αυτό τον κανόνα για χρόνια. Αυτός δεν είναι ο κανόνας που έχει ακολουθήσει ολόκληρη η Ρωσία κάθε χρόνο που περνά; Αυτό δεν είναι που έχουν χτίσει οι συμπολίτες μας με τα ίδια τους τα χέρια; Η διαφορά μεταξύ της Ρωσίας και μιας ποινικής αποικίας είναι ότι στην ποινική αποικία η ποινή σου έχει αποφασιστεί από το κράτος, αλλά στη Ρωσία πρέπει εμείς να αποφασίσουμε για πόσον καιρό θα ζούμε έτσι. Αλλιώς, ο κόσμος θα παρακολουθεί καθώς το Κρεμλίνο θα προσομοιάζει όλο και περισσότερο με τον πύργο ελέγχου της φυλακής, που, εκ μέρους της Ρωσικής Ομοσπονδίας, θα εκδίδει διατάγματα, διατάγματα για αποστολή στρατευμάτων.
* Η Maria Alyokhina είναι μέλος της ρωσικής πανκ κολλεκτίβας Πούσι Ράιοτ. Τον Αύγουστο του 2012, η ίδια μαζί με δύο συντρόφισσές της από το συγκρότημα, καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλάκιση για χουλιγκανισμό που προερχόταν από θρησκευτικό μίσος. Πήρε αμνηστία το Δεκέμβρη του 2013.
Μετάφραση στα Αγγλικά: Olga Zeveleva.
Μετάφραση στα Ελληνικά: Σίσσυ Βωβού
Πηγή: New Republic , 2/3/2014