woman-poor-African

Για Μια Φεμινιστική Οικολογία: Το προσωπικό ως Πολιτικό

της Ελένης Καρασαββίδου

Η συζήτηση για το δικαίωμα των γυναικών στην διαχείριση του κορμιού τους πυκνώνει ανησυχητικά και στην Δύση, μετά το σύντομο διάλλειμα κοινωνικού φιλελευθερισμού ως απάντηση ίσως στον φόβο του υπαρκτού. Ακύρωση της άμβλωσης εδώ, στολές εκεί… Παρόλα αυτά το ζήτημα αφορά πρωταρχικά τον 3ο κόσμο, δίχως να σταματούν τα κύματα του να μπαίνουν κάτω από την πόρτα του «ανεπτυγμένου» (άραγε ως προς τι;) κόσμου.

Έχουν περάσει δεκαετίες από τις αρχές του 20ου αιώνα όταν οι ακτήμονες της γης σε όλον τον Ευρωπαϊκό και όχι μόνο Νότο αναζητούσαν μια καλύτερη τύχη. Αλλά δεν έχει περάσει ακόμη η εποχή, ίδια όλους αυτούς τους αιώνες, που η γυναίκα να ταυτίζεται για μεγάλο μέρος του πληθυσμού (και στα βάθη των παγκόσμιων αρχετύπων) με τη γη «και το χωράφι που σπέρνεις».

Είναι μια ενδιαφέρουσα παράλληλη διαδικασία έτσι ότι σε εποχή που οι Δίχως Γη αργά και σταθερά πλανητικά επιστρέφουν, (λίγο λίγο ίσως και στην Ευρώπη, άλλο αν επί του παρόντος ως εργάτες γης σε συνθήκες συχνότατα δουλείας χρησιμοποιούνται μόνο μετανάστες) και το δικαίωμα των γυναικών στο σώμα τους αρχίζει να αίρεται ή έστω να αμφισβητείται. Κορωνίδα σε αυτά (ή έστω  μία από τις κορωνίδες) αποτελεί ο έλεγχος των γεννήσεων και τα παρεπόμενα του ζητήματα όπως της άμβλωσης, της αντισύλληψης, της αυτοδιάθεσης του σώματος, της ενσωμάτωσης της διαφορετικής επιθυμίας στην κουλτούρα, του τρόπου ντυσίματος, της βίας.

Οι υπάρχουσες σχέσεις εξουσίας αλλά και οι λειτουργίες ηθικής νομιμοποίησης της στα μυαλά και των μη εξουσιαστών, μέσα από θρησκευτικές και κοινωνικές (αλλά και πολιτικές) προκαταλήψεις, καθιστούν αποτρεπτικά αδύναμη την πιθανότητα εφαρμογής εναλλακτικών τρόπων ζωής που σχετίζονται με φεμινιστικές προσεγγίσεις στα πλαίσια του 3ου κόσμου. Αλλά και στα πλαίσια του 1ου ο αυξανόμενος κίνδυνος των τηλε-ευαγγελιστών αλλάζει με δυνητικά εξαιρετικά επικίνδυνο τρόπο την «δυτική» (;;;) ατζέντα δίχως καν να το αντιλαμβάνονται οι περισσότεροι/ες, αδιάφοροι ή προσκολλημένοι σε (συνήθως στερεοτυπικούς μάλιστα) κινδύνους του παρελθόντος. Παρόλα αυτά η δυσκολία δεν πρέπει και δεν μπορεί να δρα αποτρεπτικά στην αγωνιώδη προσπάθεια των ανθρώπων (ανδρών και γυναικών, γυναικών και ανδρών) για ανατροπή της άδικης κατανομής και την δημιουργία ενός δικαιότερου κόσμου.

Προσωπικά με τον όρο «έλεγχος των γεννήσεων» αντιλαμβάνομαι την ορθολογική  αντιμετώπιση της αύξησης ή της μείωσης των πληθυσμών, ώστε οι φυσικοί πόροι σε τροφές ΚΑΙ νερό του πλανήτη να επαρκούν, και να διανέμονται δίκαια ανάλογα τις ανάγκες των κατά τόπους πληθυσμών. Τόσο η υπεργεννητικότητα όσο και η υπογεννητικότητα, αποτελούν τις δυο όψεις του ίδιου νομίσματος που σχετίζονται με πολιτικές στρατηγικές και οικονομικές/ κοινωνικές και θρησκευτικές αντιλήψεις, τόσο στον 1ο όσο και στον 3ο κόσμο.

Σε σχέση με τον Έλεγχο των Γεννήσεων η επιδίωξη της σταθεροποίησης  του πληθυσμού και η ανάσχεση του αριθμού των γεννήσεων είναι ένα πολύ σημαντικό βήμα, που δεν ανατρέπει τις σχέσεις εκμετάλλευσης και εξουσίας πλανητικά, αλλά που αντιμάχεται επί μέρους προκαταλήψεις που τις στηρίζουν, όπως η άρνηση της αντισύλληψης, η αναπαραγωγική λειτουργία των γυναικών, η αναζήτηση παιδικής εργασίας ως συμβολή όχι μόνο στον πολυεθνικό αλλά και στον εξαθλιωμένο οικογενειακό προϋπολογισμό, και η εκμετάλλευση της εξαθλίωσης των λαών από «τοπικούς» πολιτικούς και θρησκευτικούς λαοπλάνους, που δεν ανατρέπουν  την υπάρχουσα αναλογία δυνάμεων και των σχέσεων εκμετάλλευσης που φέρει μαζί της, αλλά καλύπτουν την αδικία και δη την αναπαράγουν σε αυτόν τον πλανήτη.

Αν εξετάσουμε το ζήτημα παγκοσμιοκεντρικά, οι χώρες με τις λιγότερες κατ’ αναλογία οικονομικές δυνατότητες, έχουν και τον συντριπτικά μεγαλύτερο αριθμό γεννήσεων. Ως αποτέλεσμα αδυνατούν να θρέψουν έναν πληθυσμό που υποσιτίζεται και που πεθαίνει όχι μόνο από ελλιπή τροφή αλλά και από ελλιπείς υπηρεσίες στον τομέα της υγείας και της παιδείας. Η ποσοτική υπερανάπτυξη ενός υποανάπτυκτου σε όλους τους ποιοτικούς δείκτες πληθυσμού, αποτελεί  μια συνεχή ανθρωπιστική τραγωδία, που συμβάλλει ως ένα από τα βασικά αίτια στην καταπάτηση των βασικότερων ανθρώπινων δικαιωμάτων, με αποτέλεσμα την ραγδαία χρήση της παιδικής εργασίας αλλά και την ύπαρξη της παιδικής πορνείας, με «καταναλωτές» μάλιστα κατά βάση «προνομιούχους» πολίτες του «ανεπτυγμένου» (οικονομικά και όχι ηθικά) κόσμου. Ενδεικτικό ως προς την δυσαναλογία των πληθυσμών είναι πως ενώ το 1950 ο πληθυσμός της ΕΕ αναλογούσε στο 12% του Παγκόσμιου, στα τέλη του 21ου αιώνα αναλογεί  περίπου στο 7% και το 2050 (σύμφωνα με εκτιμήσεις  της Eurostat) 4%!

Ακόμη και αυτά τα ξερά ποσοστά αναδεικνύουν την αναγκαιότητα του ελέγχου των γεννήσεων. Αλλά αυτά δεν απονομιμοποιούν ένα βασικό ερώτημα: Κατά πόσο ο έλεγχος αυτός είναι ηθικά αποδεκτός; Στον βαθμό που οι ποσοτικές ανάγκες διατροφής και νερού θα κατανέμονταν πιο δίκαια και ορθολογικά, (και συνεπαγωγικά θα μειώνονταν και η ανάγκη για υπεράντληση των φυσικών πόρων κι ας διανέμονται κυρίως υπέρ των ευνοημένων του 1ου κόσμου) το μέτρο αυτό θα επιφέρει ανθρωπιστικές και περιβαλλοντικές βελτιώσεις. Με δεδομένο ότι ο έλεγχος των γεννήσεων μπορεί να επιτευχθεί αμεσότερα από ότι μια πλανητική ανατροπή των σχέσεων εξουσίας, αυτός ο έλεγχος είναι ένας στόχος που μπορεί να επιτευχθεί. Βέβαια η αντισύλληψη ή η χειραφέτηση της γυναίκας μπορεί να θεωρείται ανήθικη από κάποιους κύκλους που πολιτεύονται ιδεοληπτικά ή εντελώς κυνικά σε σχέση με την πραγματικότητα. Πραγματικότητα η οποία (βλ. πχ την «πολιτική του νερού») θα δημιουργήσει μαζικά κινήματα μετανάστευσης προς έναν 1ο κόσμο ο οποίος αντιδρώντας σπασμωδικά ενδέχεται να αποκτήσει ολοκληρωτικά χαρακτηριστικά, συντελώντας σε μια  συντριπτική μεταβολή του Παγκόσμιου Πολιτειακού –και ίσως γεωπολιτικού αλλά δεν έχω τις γνώσεις να το στηρίξω με επάρκεια- Χάρτη. Όσο όμως ο μη έλεγχος παράγει δυσβάσταχτες συνθήκες διαβίωσης (λέγεται ότι το βιοτικό επίπεδο των Ελβετών μπορεί να συντηρήσει μόλις και μετά βίας 600.000.00 ατόμων, ενώ το απάνθρωπο βιοτικό επίπεδο της Βεγγάζης 18-20 δισεκατομμύρια!) και ταυτόχρονα παράγει πάμπολλες, κυρίως παιδικές, ζωές χαμένες, η πραγματική ερώτηση δεν είναι  εάν είναι ηθικά αποδεκτός ο έλεγχος των γεννήσεων, αλλά εάν είναι ηθικό οι προκαταλήψεις και τα στερεότυπα (που συντηρούν με την σειρά τους είτε έμμεσα είτε άμεσα τοπικά και υπερτοπικά οικονομικά συμφέροντα) να αποτελούν ανάχωμα στην πραγματοποίησή του.

Παρόλα αυτά το αυτεξούσιο του ανθρώπου δημιουργεί την ερώτηση (όταν δεν αποτελεί προσωπική –ή και συλλογική- επιλογή μέσα από μια δημιουργικά νοούμενη ριζοσπαστικοποίησή), εάν υπάρχει το δικαίωμα ευρύτερες στρατηγικές (όπως συμβαίνει στην περίπτωση της Κίνας) να ελέγχουν την τεκνοποιία ενός ατόμου ή μιας οικογένειας (και δεν εννοώ μόνο τις μικροαστικές οικογένειες) ή ενός ζευγαριού. Η καταστολή από μόνη της δεν αποτελεί, κατά την γνώμη μου, ηθική επιλογή. Αλλά με δεδομένο ότι η (πολύφερνη κι ενίοτε εξαιρετικά «απαλή»…) «καταστολή» μπορεί να εσωτερικεύεται και να δρα ως «ηθικίστικο πανοπτικόν» που να αφορά όχι μόνο την απαγόρευση μα και την «θέληση» για γεννήσεις, προβάλλοντας έναν τρόπο ζωής ως μονόδρομο, το ζήτημα αποκτά νέες διαστάσεις σε σχέση με την πολυπλοκότητά του. Πάντως η  (ΜΗ) καθιέρωση του δικαιώματος της παιδείας ώστε οι άνθρωποι να αποφασίζουν ορθολογικά από μόνοι/ες τους για το εάν και πόσα παιδιά θα κάνουν, καθώς και η (παρεπόμενη της παιδείας εν μέρει)  βελτίωση της αναλογίας εκμετάλλευσης των πλουτοπαραγωγικών πηγών μεταξύ Πρώτου και Τρίτου κόσμου, θα μπορούσε να συμβάλλει σε μια καίρια απάντηση σε σχέση με τι πρέπει να είναι ηθικά αποδεκτό σε έναν τόσο ανήθικο κόσμο…