«Φτηνά τη γλίτωσαν
Οι βλαμμένες της Femen επιτέθηκαν (με τα γυμνά στήθη τους, με τι άλλο;) στον Γκομενίκ Στρος-Καν. Στάθηκαν τυχερές, δυστυχώς, οι αντιπαθέστατες. Αφενός διότι υπήρχε κόσμος τριγύρω και αφετέρου επειδή ο ζωηρός τέως διευθυντής του ΔΝΤ αντιμετωπίζει κάτι δικαστικά προβληματάκια και, συνεπώς, δεν τον συνέφερε να προκαλέσει. Ειδάλλως, οι υστερικές θα έκαναν τρεις μέρες τουλάχιστον για να μπορέσουν να σταθούν ξανά στα πόδια τους―και όχι από το ξύλο…».
Αυτή είναι η τελευταία παράγραφος του κατάπτυστου άρθρου το Στέφανου Κασιμάτη στην Καθημερινή της 11ης Φεβρουαρίου του 2015, με τίτλο «Προς ένα νέο ΕΑΜ». Δηλώνει βέβαια ο αρθρογράφος εξαρχής ότι «είναι από την άλλη πλευρά», εννοώντας πιθανά πως είναι με τους κομμουνιστοφάγους και όχι με τους αντάρτες του ΕΑΜ· με τους σεξιστές και τους άντρακλες, ακόμα και τους βιαστές, και όχι με τους υπερασπιστές της ισότητας των φύλων, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ελευθερίας της έκφρασης· με τους διευθυντές του ΔΝΤ κ όχι με τις καμαριέρες ή τις προκλητικές ακτιβίστριες. Είναι αποτροπιαστικό, σεξιστικό, χυδαίο ακόμα και για δημοσιογράφο της ευτελέστερης πένας, όπως ο εν λόγω, το να αναφέρεται στα γυμνά στήθη των γυναικών, το μόνο τους όπλο για κοινωνική έκφραση και πολιτική αντιπαράθεση. Είναι δηλωτικό της κοινωνικής και πολιτικής του παιδείας, αλλά και του επιπέδου της εφημερίδας που τον φιλοξενεί. Είναι όμως και εξοργιστικό, αν όχι δυνάμει εγκληματικό, να νομιμοποιεί, και μάλιστα να εγκωμιάζει με δήθεν χιουμοριστικό τρόπο τους βιασμούς γυναικών από επιβήτορες του διαμετρήματος του «Γκομενίκ Στρος Καν». Ζηλεύει άραγε ο δημοσιογραφίσκος; Ή απλά μισεί το γυναικείο φύλο;
Στην προτελευταία παράγραφο του άρθρου του, ο Κασιμάτης αναφέρεται σε δήλωση του Αριστείδη Μπαλτά, νέου υπουργού παιδείας, σχετικά με την πιθανή διακοπή της συνεργασίας με την Αμάλ Αλαμουντίν για την επιστροφή των Ελγινείων μαρμάρων του Παρθενώνα στην Ελλάδα, ψέγοντας την κυβέρνηση για την επιλογή αυτή, και συγκρίνοντας «τη φάτσα που δεν πουλάει», της Νάντιας Βαλαβάνη, σε σχέση με αυτή της διάσημης συζύγου του Τζορτζ Κλούνεϊ. Ένα ακόμα δείγμα του πώς ο αρθρογράφος αντιλαμβάνεται την εμπλοκή με την πολιτική, τους συσχετισμούς της και το ρόλο των γυναικών σε αυτήν.
Είναι ηλίου φαεινότερο πως τα χρόνια της κρίσης στην Ελλάδα δημιούργησαν εύφορο έδαφος για τις πιο βαθιά συντηρητικές, σεξιστικές, φασιστικές και ομοφοβικές αντιλήψεις και νοοτροπίες, τύπου Κασιμάτη. Η έμφυλη βία κλιμακώθηκε σε ποσοστά και επικινδυνότητα, η πορνοπελατεία σημείωσε αύξηση, οι τιμές αγοράς του γυναικείου εμπορεύματος έπεσαν, οι οροθετικές χρήστριες ουσιών που βγήκαν στο κλαρί για μια δόση ακόμα διαπομπεύτηκαν ώστε να προστατευτούν οι τίμιοι οικογενειάρχες που ξέδιναν καμιά φορά, οι δε αρμόδιοι υπουργοί τιμήθηκαν στις εκλογές με τις ψήφους των ελλήνων νοικοκυραίων. Η αντρίλα των φασιστών προκαλούσε, πέραν του φόβου, και δέος: προβλήθηκαν κατ” επανάληψη στα ΜΜΕ (κυρίως έντυπα) ως πρότυπα ανδρισμού τα σφιχτά μπράτσα με τα σκληρά βλέμματα και δόθηκε χώρος στο δημόσιο λόγο για την άποψη, μισοαστεία μισοσοβαρά, ότι η γυναίκα το θέλει το χαστουκάκι της. Ξεκινάς από το χιούμορ του γράφοντα και βρίσκεσαι βιαστής που καμαρώνει με τα φιλαράκια του γιατί την άφησε τρεις μέρες λιπόθυμη από την αγριάδα. Τα παραπάνω ενέχουν βεβαίως και μια βαθιά ταξική τοποθέτηση: ο «ζωηρός» ήρωας του Κασιμάτη, ο «Γκομενίκ», είναι πρόσωπο- σύμβολο των θεσμών της διεθνούς χρηματοπιστωτικής ελίτ, θύματά του είναι φτωχές καμαριέρες, και στη συλλογιστική του Κασιμάτη, μελλοντικά θύματά θα έπρεπε να είναι και τολμηρές ακτιβίστριες ή οποιαδήποτε γυναίκα.
Σιχάματα του φυράματoς του Κασιμάτη καλά θα κάνουν να μην πιάνουν ούτε το ΕΑΜ, ούτε τις γυναίκες στο βρωμόστομα και την τοξική τους γραφίδα.
ΘΑ ΜΑΣ ΒΡΙΣΚΟΥΝ ΜΠΡΟΣΤΑ ΤΟΥΣ.
Γυναίκες του Νέου ΕΑΜ
*Το κείμενο γράφτηκε από φίλες αγωνίστριες και στάλθηκε σε διάφορες ιστοσελίδες για δημοσίευση