της Φιλίππας Διαμάντη
*Το κείμενο αυτό αποτελεί μέρος της εισήγησής μου από τις εκδηλώσεις για τη γυναικεία αυτοάμυνα που πραγματοποιήθηκαν στις 21/10/2017 στη Θεσσαλονίκη στο Μικρόπολις και στις 10/11/2017 στην Αθήνα στο Nosotros.
Εισαγωγή
Ξεκινώντας, θέλω να αυτοπροσδιοριστώ ως προς την ταυτότητα φύλου μου, μιας και πολύ επίκαιρη η συζήτηση για τις ταυτότητες φύλου. Αυτοπροσδιορίζομαι, λοιπόν, ως cis γυναίκα, δηλαδή, το φύλο που μου αποδόθηκε κατά τη γέννησή μου ταυτίζεται με την εξωτερική μου εμφάνιση και συμπεριφορά (η λέξη cis προέρχεται από το cisgender και είναι το αντίθετο του transgender). Είναι πολιτική επιλογή μου να προσδιορίσω δημόσια την ταυτότητα φύλου μου και το κάνω σε κάθε εκδήλωση που καλούμαι ως ομιλήτρια, διότι θέλω να δώσω ορατότητα στις διάφορες ταυτότητες φύλου, όπως τα τρανς άτομα, στα άτομα με διαφοροποιημένα χαρακτηριστικά φύλου, όπως τα ίντερσεξ, καθώς και σε όσα άτομα δεν χωράνε στο δίπολο «αρσενικό»/«θηλυκό». Ταυτόχρονα, δεν θέλω να θεωρείται αυτονόητη η cis κατάσταση. Να διευκρινίσω πως όλα τα περιστατικά έμφυλης βίας στα οποία θα αναφερθώ σήμερα αφορούν cis γυναίκες και όπου αναφέρομαι σε άντρες, εννοώ cis στρέιτ άνδρες.
Το περιστατικό
Στις 23 Ιουνίου 2016, πληροφορηθήκαμε από τον Τύπο[1] πως μια 22χρονη, που βρισκόταν παρέα με μια 17χρονη, σκότωσε στη μέση του δρόμου με ένα μαχαίρι έναν 46χρονο άνδρα στην Κόρινθο. Στη συνέχεια, όπως έγραψε ο Τύπος, τα κορίτσια φυγαδεύτηκαν και κρύφτηκαν στο σπίτι φίλων. Παρόλο που σχεδόν όλα τα ηλεκτρονικά άρθρα άφηναν υπονοούμενα για τη γνωριμία της 22χρονης με τον νεκρό άνδρα και πως ίσως ο φόνος αφορούσε ξεκαθαρίσματα λογαριασμών, παντού αναφερόταν ο ισχυρισμός της κοπέλας πως παρενοχλήθηκε σεξουαλικά και για αυτό τον σκότωσε. Οι κυρίαρχοι τίτλοι ήταν: «Η 22χρονη που μαχαίρωσε τον 46χρονο στην Κόρινθο, ισχυρίζεται ότι την παρενόχλησε σεξουαλικά».[2]
Βλέποντας αυτά τα δημοσιεύματα, μια ομάδα γυναικών από την Αθήνα με εμπειρία αλληλεγγύης σε γυναίκες που δέχονται έμφυλη βία μπόρεσαν να δουν πως ήταν αρκετά ξεκάθαρο πως επρόκειτο για περίπτωση αυτοάμυνας. Βρήκαν τα στοιχεία της 22χρονης κοπέλας, ήρθαν σε επαφή με τον δικηγόρο της, πήγαν στο σπίτι της οικογένειάς της στην Κόρινθο και επισκέφτηκαν την ίδια στον Κορυδαλλό, όπου είχε προφυλακιστεί.
Αυτή η 22χρονη είναι η Παναγιώτα. Τι συνέβη λοιπόν εκείνο το βράδυ; Ένα βράδυ αργά, η Παναγιώτα και η 17χρονη φίλη της κάθονται οι δυο τους σ’ ένα παγκάκι στον πεζόδρομο. Τους πλησιάζει ένας μεθυσμένος άντρας, αρκετά μεγαλύτερός τους, κοντά στα πενήντα. Δεν τον ξέρουν. Στέκεται μπροστά τους και με απειλητική διάθεση αφήνει σεξουαλικά υπονοούμενα. Λέει στη μικρότερη κοπέλα: «εσένα σε ξέρω, που μένεις και τους γονείς σου». «Θα σας γαμήσω», τους λέει και πιάνει τα στήθη της μικρής. Εκείνες αντιδράνε. Πιάνει την Παναγιώτα από τα μαλλιά. Πάει να βγάλει κάτι από την κωλότσεπή του. «Κρατάει μαχαίρι», φωνάζει η μικρότερη κοπέλα. Τότε η Παναγιώτα βγάζει από τη μικρή άσπρη τσάντα που κρατούσε ένα μαχαίρι. Τον χτυπά με αυτό. Πανικοβάλλονται. Φεύγουν τρέχοντας. Πετούν το μαχαίρι λίγα μέτρα παρακάτω. Ο άντρας πέθανε.
Η Παναγιώτα θα μπορούσε να είναι μια οποιαδήποτε γυναίκα από εμάς, η οποία ένιωσε κίνδυνο βλέποντας έναν άγνωστο άνδρα να πλησιάζει τόσο κοντά τους, να τις παραβιάζει με τα χέρια του και να τις απειλεί με τα σεξιστικά λόγια του. Βίωσε σωματική βία όταν την άρπαξε από τα μαλλιά, και φοβήθηκε από το θράσος του. Γιατί όμως φοβήθηκε;
Οι γυναίκες γαλουχούμαστε από πολύ μικρές με τον φόβο του βιασμού. Οι γυναίκες αποφεύγουμε τους σκοτεινούς δρόμους, κοιτάμε διαρκώς πίσω μας αν μας ακολουθεί κανείς, αποφεύγουμε τα ασανσέρ με αγνώστους, περπατάμε πιο γρήγορα όταν μας κορνάρουν μέσα στη νύχτα, κουκουλωνόμαστε για να μην φανεί πως είμαστε γυναίκες καθώς επιστρέφουμε σπίτι, αγχωνόμαστε όταν μπαίνουμε μόνες σε ταξί, ειδοποιούμε πως φτάσαμε ασφαλείς. Οι γυναίκες έχουμε στο νου μας να μη μας ρίξουν κάτι στο ποτό, αποφεύγουμε να κάνουμε οτοστόπ, προσπαθούμε να μην ταξιδεύουμε μόνες μας, δεν συχνάζουμε σε μοναχικές παραλίες. Αυτά και άλλα πολλά τα κάνουμε οι γυναίκες διότι φοβόμαστε τι; Φοβόμαστε μήπως βιαστούμε.
Όταν μια γυναίκα βιάζεται κάθε λίγα λεπτά παγκόσμια, γνωρίζουμε πολύ καλά πώς είναι να σκέφτεσαι κάθε μέρα, κάποια στιγμή της ημέρας ότι ίσως κληθείς να αποτρέψεις τον βιασμό σου. Η βία είναι η πρώτη αιτία θανάτου των γυναικών παγκόσμια.[3] Πρώτα η βία και έπεται ο καρκίνος. Άρα τι μπορεί να φοβήθηκε η Παναγιώτα και έβγαλε μαχαίρι εκείνο το βράδυ; Ότι θα τη βιάσει, ότι θα τη σκοτώσει.
Το προφίλ της Παναγιώτας
Πέρα όμως από την αυτοπροστασία της Παναγιώτας και της φίλης της από ένα βιασμό ή μια γυναικοκτονία, η Παναγιώτα έχει και κάποια άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Η Παναγιώτα ζει στα παγκάκια στην Κόρινθο. Έχει φύγει από το σπίτι της γιατί ο πατέρας της δέρνει τη μητέρα της και η Παναγιώτα δεν αντέχει άλλο αυτή την κατάσταση. Πάντα μπαίνει στη μέση για να τους χωρίσει και τις τρώει. Ο πατέρας άνεργος και αλκοολικός. Η μητέρα άνεργη με καρκίνο. Δεν τολμάει να φύγει από το σπίτι της. Όλο το σπίτι είναι σπασμένο, δεν έχει αφήσει ούτε ποτήρι όρθιο ο πατέρας. Η Παναγιώτα έχει ελαφρά νοητική στέρηση. Κατάφερε όμως να φτάσει μέχρι και το γυμνάσιο. Δεν είχε βοήθεια από πουθενά. Μερικές φορές ζητούσε χρήματα από την εκκλησία για να πάρει να φάει. Κάποιες άλλες, έκανε μεροκάματα στα καλαμπόκια. Είχε μια κολλητή φίλη λίγο μικρότερή της. Μερικές φορές τριγυρνούσαν μαζί τα βράδια. Κυκλοφορούσε με μαχαίρι στην τσάντα διότι φοβόταν τα βράδια που έμενε έξω.
Η μητέρα της Παναγιώτας κακοποιούνταν από τον πατέρα της και η Παναγιώτα έμπαινε στη μέση για να τους χωρίσει. Ξέρουμε τι παθαίνουν τα παιδιά που μπαίνουν στη μέση για να προστατέψουν την μητέρα τους; Πριν δέκα περίπου μέρες, ένας δεκαοχτάχρονος μπήκε στη μέση για να προστατέψει τη μητέρα του που απειλούνταν με μαχαίρι, το μαχαίρι κάρφωσε τον γιο και πέθανε.[4] Στις αρχές Σεπτέμβρη, μια δεκαοχτάχρονη κοπέλα στέλνει μήνυμα στη μητέρα της που είχε φύγει από το σπίτι επειδή κακοποιούνταν: ««Μαμά, μην γυρίσεις στον μπαμπά. Δεν θα διορθωθεί ποτέ» μαμά μη γυρίσεις, ο μπαμπάς δεν θα διορθωθεί ποτέ». Βλέποντας αυτό το μήνυμα ο πατέρας, νευρίασε με την κόρη, προσπάθησε να τη στραγγαλίσει και της έβαλε φωτιά, η κοπέλα πέθανε στο νοσοκομείο.[5] Γνωρίζοντας έστω και λίγα από ψυχολογία, είναι ξεκάθαρο πως το περιστατικό της αυτοάμυνας της Παναγιώτας είναι μια περίπτωση μετάθεσης. Μια Παναγιώτα που πάντα προστάτευε τη μητέρα της και έμπαινε στη μέση, προστατεύει τώρα την κολλητή και μπαίνει και πάλι στη μέση. Δεν μπορούσε να αμυνθεί στον πατέρα της διότι τον φοβάται επειδή είναι ο πατέρας της, που έχει κάθε δικαίωμα πάνω σε αυτή και τη μητέρα της, όπως έχουμε διδαχθεί αυτόν το ρόλο, αλλά μπορεί να αμυνθεί απέναντι στον άγνωστο άντρα.
«Πρόεδρος: Γιατί δεν χτυπήσατε ποτέ τον πατέρα σας που σας κακοποιούσε;
Παναγιώτα: Τον φοβόμουν. Τον τρέμω τον πατέρα μου.»
Εδώ να πω πως μέχρι τελευταία στιγμή ο πατέρας της την απειλούσε να μην πει στο δικαστήριο πως τις χτυπούσε για να μην τον κάνουν ρεζίλι δημόσια. Η Παναγιώτα ακόμη και λίγο πριν το δικαστήριο ήταν χάλια ψυχολογικά, διότι δέχονταν τις απειλές του πατέρα της πως δεν θα επιτρέψει στη μητέρα της να καταθέσει υπέρ της. Τελικά, για μια «καλύτερη» ποινή της κόρης του, πείστηκε να καταθέσει την αλήθεια, δηλαδή ότι τις κακοποιούσε.
Χωρίς αμφιβολία, το σύστημα της πατριαρχίας κληροδοτεί στους άντρες την νομιμοποίηση της εξουσίας πάνω στο γυναικείο σώμα, όμως αυτός που τελικά έχει την ευθύνη είναι ο φορέας της πατριαρχίας, αυτός που επιλέγει να την εφαρμόζει και αυτός είναι ο πατέρας της Παναγιώτας. Ο νεκρός Νίκος Ζαφειρόπουλος, ο επίδοξος βιαστής της Παναγιώτας και της φίλης της, υπήρξε άλλο ένα σεξιστικό αρσενικό, μια παράπλευρη απώλεια της αυτοάμυνας.
Έχει ιδιαίτερη σημασία, όμως, να δούμε πως πιθανότατα η Παναγιώτα δεν θα κοιμόταν στο δρόμο, δεν θα κρατούσε μαχαίρι, δεν θα πανικοβαλλόταν, δεν θα μαχαίρωνε, αν δεν είχε συσσωρεύσει όλη αυτή τη βία από τον πατέρα της και δεν απαντούσε με τόσο έντονη αντιβία. Μπορεί να φώναζε ή να έφευγε, μπορεί και όχι. Αυτός, όμως, που σίγουρα θα έπρεπε να δικαστεί, δεν είναι η Παναγιώτα αλλά ο πατέρας της.
Δυο μύθοι για τη βία κατά των γυναικών
Εδώ θέλω να σταθώ σε δυο σημεία. Το πρώτο είναι πως κάποιοι μπορεί να πέσουν στην παγίδα να αναρωτηθούν μήπως και ο πατέρας της Παναγιώτας ήταν ένα κακοποιημένο παιδί που αναπαρήγαγε τη βία που βίωσε στο σπίτι του. Πολλές φορές, αυτό χρησιμοποιείται σαν επιχείρημα για τη δικαιολόγηση του κακοποιητή. Το αντεπιχείρημα είναι ότι αυτό που παρατηρείται στην πράξη είναι πως τα υποκείμενα που δέχονται βία και κακοποίηση και που έχουν κατώτερη θέση ιεραρχικά στην κοινωνία –παιδιά, γυναίκες, μετανάστριες-ες, γκέι, τρανς, σκλάβες του σεξ– είναι πολύ σπάνιο να ασκήσουν βία προς κάποιον άλλον επειδή ακριβώς έχουν βιώσει στο πετσί τους τον πόνο και το τραύμα της βίας. Μπορεί να χρησιμοποιήσουν τη βία ως εργαλείο αντιβίας και αυτοάμυνας, αλλά δεν θα την ασκήσουν άκριτα. Για παράδειγμα, πάντα είχα την απορία γιατί δεν οργανώνονται αντιφασιστικές περιπολίες από τους ίδιους τους μετανάστες, οι οποίες αποτελούνται κυρίως από cis στρέιτ αρσενικά; Η επιλογή της βίας ως πολιτικό εργαλείο από υποκείμενα που έχουν υποστεί βία λόγω της κοινωνικής τους θέσης είναι μια δύσκολη επιλογή, διότι τα υποκείμενα καλούνται να επανοικειοποιηθούν ένα εργαλείο που τα έχει τραυματίσει.
Το δεύτερο σημείο που θέλω να σταθώ είναι ο αλκοολισμός και η χρόνια ανεργία του πατέρα της Παναγιώτας. Πάλι αυτά τα δυο χρησιμοποιούνται ως επιχειρήματα που δικαιολογούν τους άντρες που ασκούν βία. Στο δικαστήριο ήταν συγκλονιστικό πως όταν κατέθετε η μητέρα της Παναγιώτας πως κακοποιούνταν από το σύζυγό της, μέσα από τα λεγόμενά της δικαιολογούσε το σύζυγό της επειδή έπινε και ήταν άνεργος. Πολλές γυναίκες υιοθετούν και οι ίδιες τις σεξιστικές θέσεις που υπάρχουν στην κοινωνία και γίνονται φορείς τους. Όμως αντί να τις κατηγορούμε πως αυτές φταίνε που μένουν σε μια τέτοια σχέση, μπορούμε να τις αφυπνίσουμε και να τους εξηγήσουμε πως η βία του συζύγου δεν είναι κάτι το «φυσιολογικό» σε καμία συνθήκη. Σίγουρα υπάρχουν πολλές γυναίκες άνεργες και αλκοολικές, όμως δεν επιλέγουν να ξυλοφορτώνουν τους συζύγους τους ή να τους βιάζουν. Να θυμίσω και το σύνθημα: «δεν είναι το αλκοόλ, δεν είναι η ανεργία, το χέρι του σήκωσε η πατριαρχία».
Λίγα λόγια για τη δίκη
Δεν θέλω να αναφερθώ σε λεπτομέρειες της δίκης, γράφτηκαν και αρκετά άρθρα που την παρουσίασαν με λεπτομέρειες. Κάθε φορά που πρόκειται να βρεθούμε σε ένα δικαστήριο για κάποιο περιστατικό έμφυλης βίας, μας είναι οικεία η σεξιστική ρητορική με την οποία ερχόμαστε αντιμέτωπες. Το δικαστήριο έκρινε πως η Παναγιώτα δεν κινδύνευσε και δεν αναγνώρισε πως βρισκόταν σε αυτοάμυνα. Μάλιστα, η εισαγγελέας στην αγόρευσή της ανέφερε πως η Παναγιώτα δεν μπορεί να αντιληφθεί την αξία της ανθρώπινης ζωής όπως εμείς που είμαστε «άλλου μορφωτικού επιπέδου» και ότι «δεν σέβεται τη ζωή μπροστά στο ένστικτο επιβίωσης». Η εισαγγελέας πρότεινε το ελαφρυντικό των μη ταπεινών κριτηρίων, καθώς ενήργησε με βάση τον αξιακό της κώδικα και δεδομένου ότι στο θύμα βρέθηκαν όλα τα προσωπικά του αντικείμενα και η πράξη δεν συνδέεται με κλοπή, όπως είπε.[6]
Ο συνήγορος της πολιτικής αγωγής στην αγόρευσή του ανέφερε πως από τη στιγμή που δεν υπήρχαν ίχνη πάλης, δεν υπάρχει και απόπειρα βιασμού και πως όπως χαρακτηριστικά είπε: «αν το σενάριο του βιασμού είναι αληθές, τα δυο έννομα αγαθά, της λεκτικής κακοποίησης και της ανθρωποκτονίας είναι αναντίστοιχα».
Η ρητορική της δίκης
Σε σχέση με τη ρητορική της δίκης έχει ενδιαφέρον να δούμε ότι κατακερματίζει τη σεξουαλικοποιημένη επίθεση – εδώ επίτηδες χρησιμοποιώ τον όρο σεξουαλικοποιημένη και όχι σεξουαλική, διότι σκοπός του βιαστή δεν είναι η σεξουαλική ικανοποίηση αλλά πρωτίστως η επιβολή της εξουσίας στο γυναικείο υποκείμενο. Μια τέτοια επιβολή μπορεί να περιλαμβάνει από προσβολές, απειλές, ακινητοποίηση, αγγίγματα, τράβηγμα μαλλιών, εξαναγκασμό σε στοματικό, καλλιέργεια φόβου, παρακολούθηση, υποτίμηση, κυνήγι, διείσδυση ή και όλα αυτά και άλλα. Αυτό που είδαμε, λοιπόν, είναι πως η σεξιστική ρητορική του δικαστηρίου αντιμετωπίζει διαφορετικά τη λεκτική παρενόχληση, τη σεξουαλική παρενόχληση, την απόπειρα βιασμού και τον βιασμό. Αυτή η κυρίαρχη θέση έχει ως απόρροια να θεωρείται βιασμός μόνο η διείσδυση του φαλλού και όλες οι υπόλοιπες εκφάνσεις του βιασμού να υποτιμώνται.
«Σεξ ίσον φαλλική διείσδυση, άρα βιασμός ίσον φαλλική διείσδυση». Και εδώ κάνουμε μεγάλο αγώνα ενάντια σε αυτή την κυρίαρχη αντίληψη για να καταρρίψουμε αυτό το πατριαρχικό κατάλοιπο που ταυτίζει το σεξ με τη διείσδυση και περιορίζει κατά πολύ την έννοια του βιασμού, αποδίδοντας μάλιστα και διαφορετικές ποινές ανάλογα με τον αν υπήρξε διείσδυση ή όχι. Επίσης, γυναίκες που έχουν βιώσει τον τρόμο του βιασμού, (από προσωπική επιλογή επιλέγω να μη χρησιμοποιώ τον όρο απόπειρα βιασμού, διότι πάλι σαν έννοια υποτιμά όλες τις διαφορετικές εκφάνσεις του βιασμού), το βίωμά τους ήταν τόσο ισχυρό, που πραγματικά δεν υπάρχει διαφοροποίηση στο αν τελικά τις έπιασε ο βιαστής, τις ακούμπησε ή υπήρξε διείσδυση. Οτιδήποτε παραβιάζει το χώρο ενός υποκειμένου, με λόγια, πράξεις, βλέμματα, άσκηση βίας ή εξουσίας αποτελεί βιασμό. Το να ανανοηματοδοτήσουμε την έννοια του βιασμού και τον επανορίσουμε θα μας βοηθήσει πολύ στις δίκες βιασμών, ώστε να μην απαλλάσσονται οι βιαστές ή να πέφτουν στα μαλακά, αλλά και στην ανάδειξη του γυναικείου προσωπικού βιώματος.
Και εδώ να υπενθυμίσω πως οι περισσότεροι βιασμοί λαμβάνουν χώρα μέσα στη σχέση ή στον γάμο, καθώς και μέσα στην οικογένεια από φιλικά και συγγενικά πρόσωπα, απλά σήμερα αναφέρθηκα πιο πολύ στον βιασμό στο δημόσιο χώρο.
Ένα ακόμη σημείο που αναφέρθηκε στη δίκη ήταν πως από τη στιγμή που δεν υπήρχαν ίχνη πάλης, δεν υπήρξε απόπειρα βιασμού. Αυτό είναι ένα επιχείρημα που συναντάμε σε πάρα πολλές δίκες βιασμού. Αφού δεν αντιστάθηκες, δεν έχεις εκδορές, αμυχές κλπ, «άρα τα ήθελες και ήταν συναινετικό σεξ». Αυτό όμως που συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις βιασμού είναι η ψυχολογική αντίδραση του παγώματος λόγω φόβου ή τρόμου. Η γυναίκα παγώνει, δεν αντιδρά και αποστασιοποιείται ψυχικά για να αντέξει τον πόνο. Είναι μια αντίδραση που την έχουν πολλά άτομα που έχουν βιώσει κακοποίηση και πολύ συχνά τα παιδιά. Η ψυχική αποστασιοποίηση στη διάρκεια μιας επίθεσης μπορεί να χρησιμεύσει ως άμυνα όταν, μετά το αρχικό πάγωμα, κάποια μπορεί σκεφτεί ότι δεν μπορεί να γλιτώσει από μια απειλητική κατάσταση.[7] Αυτή η ψυχολογική άμυνα είναι μια καταλυτική παράμετρος που σχεδόν ποτέ δεν λαμβάνεται υπόψη στα δικαστήρια, με αποτέλεσμα να κατηγορείται και πάλι η γυναίκα που δεν αντιστάθηκε στο βιασμό της.
Η Παναγιώτα καταδικάστηκε από το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο του Ναυπλίου στις 27 Σεπτεμβρίου, ομόφωνα σε 15 χρόνια κάθειρξης για το κακούργημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, 6 μήνες φυλάκιση για το πλημμέλημα της οπλοφορίας και 6 μήνες για αυτό της οπλοχρησίας (τελική ποινή κατά συγχώνευση 15 χρόνια και 4 μήνες). Το δικαστήριο της έδωσε το δικαίωμα έφεσης.
-Το δικαστήριο έκρινε πως η Παναγιώτα δεν κινδύνευσε ούτε να βιαστεί ούτε κινδύνευσε η ζωή της με κάποιο τρόπο. Μάλιστα, η εισαγγελέας ανέφερε πως «ο Ζαφειρόπουλος είπε απλά κάτι παραπάνω».
-Δεν έλαβε υπόψη του τη νοητική στέρηση της Παναγιώτας και τον διαφορετικό τρόπο που μπορεί να αντιλήφθηκε τον κίνδυνο.
-Δεν έλαβε υπόψη ότι η Παναγιώτα εκείνο το βράδυ βίωσε μια δευτερογενή κακοποίηση, η πρώτη ήταν από τον χρόνια κακοποιητικό της πατέρα
Συνολικά καταδίκασε το δικαίωμα μιας γυναίκας να αντιδράσει, να υπερασπιστεί την εαυτή της, να αμυνθεί, να μη βιαστεί. Στο πρόσωπο της Παναγιώτας το ελληνικό δικαστήριο καταδίκασε όλες τις γυναίκες που αντιδρούν στην έμφυλη βία.
Κινήσεις Αλληλεγγύης στην Π.
Να πω πως η Παναγιώτα από την αρχή της φυλάκισής της είχε αλληλεγγύη από το φεμινιστικό-κουήρ κίνημα. Μια γυναίκα την επισκεπτόταν ανά τακτά χρονικά διαστήματα στη φυλακή και είχαν τηλεφωνική επικοινωνία, είχε αλληλογραφία με μια άλλη γυναίκα, μαζεύτηκαν χρήματα για τα έξοδά της στο κυλικείο της φυλακής και ρούχα. Παράλληλα, η ομάδα αλληλεγγύης προς την Παναγιώτα αποφάσισε την αλλαγή δικηγόρου και προτίμησαν μια γυναίκα που είχε εμπειρία σε παρόμοιες δίκες, την Ιωάννα Σφεντούμη. Καθώς πλησίαζε η δίκη, κοινοποιήθηκε η ανάγκη συγκέντρωσης χρημάτων για τα δικαστικά έξοδα και για αλληλεγγύη. Τα αντανακλαστικά ήταν άμεσα. Δημιουργήθηκε ένα συντονιστικό αλληλεγγύης στην Αθήνα και ένα στη Θεσσαλονίκη. Έγιναν αναρτήσεις πανό και αφισοκολλήσεις σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Πάτρα. Μαζεύτηκαν χρήματα για οικονομική ενίσχυση από κουήρ στέκια και καταλήψεις, πραγματοποιήθηκαν καφενεία αλληλεγγύης στα πανεπιστήμια. Υπήρξε πολλή σημαντική παρουσία αλληλέγγυου κόσμου στο δικαστήριο από πολλές πόλεις της Ελλάδας, όπου και αναρτήθηκαν τρία πανό. Παράλληλα, γράφτηκαν πάρα πολλά κείμενα αλληλεγγύης και υπήρξε μεγάλη δημοσιοποίηση της απόφασης.
Τι θέλει να πει η ίδια
Αυτή τη στιγμή η Παναγιώτα βρίσκεται ακόμη στον Κορυδαλλό και θα μεταφερθεί στις γυναικείες φυλακές της Θήβας. Ψυχολογικά δεν είναι καλά. Ήδη και πριν τη δίκη είχε κάνει κάποιες απόπειρες αυτοτραυματισμού χαράζοντας τα χέρια της. Οπότε τα πράγματα είναι γενικά δύσκολα για εκείνη. Η αλήθεια είναι πως δεν είχε συνειδητοποιήσει πως θα ξαναπάει φυλακή και επειδή θεωρούσε πως ήταν ατύχημα και πως δεν κατάλαβε πως έγινε, πίστευε πως θα αθωωθεί. Η δική της δήλωση μετά την ποινή ήταν: «Θέλω να επαναλάβω ότι λυπάμαι που η προσπάθεια να αντισταθώ στην επίθεση εναντίον εμένα και της φίλης μου εκείνη τη νύχτα είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο του ανθρώπου. Δεν ήθελα να τον σκοτώσω, και λυπάμαι πολύ για αυτό που έγινε. Δεύτερον, θέλω να ευχαριστήσω όλες τις γυναίκες που μου συμπαραστέκονται και αισθάνομαι δυνατή γι’ αυτό. Τέλος, μου βάζουν 15 χρόνια φυλακή, ενώ εγώ περίμενα μια καλύτερη απόφαση, περίμενα να βγω από τη φυλακή όπου βρίσκομαι εδώ και πολύν καιρό. Θα παλέψω για μια καλύτερη απόφαση».
Κλείνοντας, να πω πως είναι ελπιδοφόρο το ότι υπάρχει ένα δίκτυο αλληλεγγύης προς γυναίκες που έχουν δεχτεί έμφυλη κακοποίηση, το οποίο εξαπλώνεται σε διάφορες πόλεις με τη δημιουργία φεμινιστικών και κουήρ ομάδων που έχουν τη δυναμική των ομάδων της δεκαετίας του ’80.
Προτάσεις
Παράλληλα με το ταμείο αλληλεγγύης σε διωκόμενες γυναίκες σε αυτοάμυνα για το οποίο θα μας μιλήσει η Άννα, έχουμε πολλή δουλειά ώστε να χτίσουμε αυτοοργανωμένες υποστηρικτικές δομές για τις γυναίκες που έχουν κακοποιηθεί, ώστε να νιώθουν ένα ασφαλές, υποστηρικτικό και φροντιστικό πλαίσιο και να μπορούν να μιλήσουν για τον βιασμό τους και την κακοποίηση τους. Με αυτοργανωμένη ομάδα ψυχολόγων που θα προσφέρουν δωρεάν υπηρεσίες γιατί είναι απαραίτητη η προσωπική φροντίδα του τραύματος του βιασμού, με δικηγόρους που θα έχουν φεμινιστική παιδεία και αναφορές, θα μπορούν να σταθούν στα δικαστήρια αντιπαλεύοντας τα σεξιστικά επιχειρήματα, με ταμείο αλληλεγγύης για τα θύματα βιασμού για όλη την δικαστική διαδικασία, αλλά και για αυτές που βρίσκονται στη φυλακή λόγω αυτοάμυνας, με δίκτυο φιλοξενίας γυναικών που μπορεί να κακοποιούνται μέσα στη σχέση ή στον γάμο. Όλα αυτά μπορεί να ακούγονται μεγαλεπήβολες προτάσεις, όμως αν δεν χτίσουμε σιγά σιγά ένα κίνημα έμπρακτης αλληλεγγύης στους ανθρώπους που καταγγέλλουν τον βιασμό τους και μιλούν για την κακοποίησή τους, δεν μπορούμε να απαιτούμε να τα καταγγείλουν. Το κίνημα έχει πολλή δουλειά ακόμη να κάνει στα ζητήματα του αντισεξισμού, ώστε αυτά να ενταχθούν στην ήδη υπάρχουσα αντιφασιστική ατζέντα και να μην αντιμετωπίζονται ως ειδικά θέματα.
Σε σχέση με το ταμείο αλληλεγγύης διωκόμενων γυναικών, είναι σημαντικό αυτές οι γυναίκες που κατηγορούνται επειδή αμύνθηκαν για να υπερασπιστούν τις εαυτές τους να νιώθουν πως δεν τις ξεχνάμε, πως τις στηρίζουμε και πως θέλουμε να τις βοηθήσουμε να απαλλαχθούν από την κοινωνική κατακραυγή που τις φορτώνει με ενοχές για ένα φόνο που, αν δεν τον έκαναν, μπορεί να μη ζούσαν οι ίδιες.
[1] http://www.cnn.gr/news/ellada/story/36747/agrio-egklima-stin-korintho-22xroni-skotose-46xrono-sti-mesi-toy-dromoy
[2] http://www.mixanitouxronou.gr/22chroni-macherose-sti-mesi-tou-dromou-46chrono-ischirizete-oti-tin-parenochlise-sexoualika/
[3] http://newpost.gr/ellada/454267/h-bia-einai-h-prwth-aitia-thanatoy-twn-gynaikwn-pagkosmiws
[4] http://www.gazzetta.gr/plus/koinwnia/article/1147877/nekros-18hronos-sto-peristeri-apo-ta-heria-toy-patera-toy
[5] https://www.thepressroom.gr/ellada/thrinos-stin-petroypoli-pethane-i-18hroni-poy
[6] Περιγραφή της δίκης https://omniatv.com/6278
[7] http://www.kathimerini.gr/921908/article/epikairothta/episthmh/tonikh-akinhsia-giati-ta-8ymata-viasmoy-den-antistekontai