της Ελένης Καρασαββίδου
H γιορτή του Aγίου Βαλεντίνου που εορτάζεται κάθε 14 Φεβρουαρίου αποτελεί όχι μόνο παγκόσμια ημέρα των ερωτευμένων και της καταναλωτικής αντίληψης του έρωτα, αλλά και κατάλοιπο αρχαίων ρωμαϊκών εθίμων: Πιο συγκεκριμένα της γιορτής της γονιμότητας που γιόρταζαν οι Ρωμαίοι κατά την ίδια περίοδο (14-15 Φεβρουαρίου), τα περίφημα Λουπερκάλια, προς τιμή της Θεάς Γιούνο, αντίστοιχης της ελληνικής Θεάς Ήρας και πιθανής «νονάς» σύμφωνα με κάποιους ιστορικούς/λαογράφους του «Ιανουαρίου». Ήταν η αρχαιότερη ρωμαϊκή γιορτή και γιορταζόταν αρκετά χρόνια προ Χριστού. Την ημέρα εκείνη τα νέα κορίτσια έριχναν σε μια κληρωτίδα το όνομα τους και τα αγόρια επέλεγαν στην τύχη την κοπέλα με την οποία θα περνούσαν το σύνολο της γιορτής. Κάτι που είχε υπερβολική βαρύτητα εκείνη την εποχή αφού οι ζωές των ανδρών και των γυναικών στην εφηβεία ήταν αυστηρά διαχωρισμένες…
Όταν ο Χριστιανισμός αναγορεύτηκε σε επίσημη θρησκεία, οι χριστιανοί προσπάθησαν να καταργήσουν αυτήν τη γιορτή κι αφού δεν τα κατάφεραν, την εγκόλπωσαν ως χριστιανική γιορτή του αγίου Βαλεντίνου, όπως αναφέρει η Σκούταρη, παρόλο που δεν μνημονεύεται στα επίσημα εορτολόγια. Χαρακτηριστική είναι και η αλλαγή φύλου του αγίου συμβόλου, αφού κυρίως (αν και όχι μόνο) η γυναίκα στερήθηκε σώματος στη νέα θρησκεία (όπως η διαδρομή από τα γυμνά αγάλματα στους μακριούς χιτώνες υποβάλλει) και δεν μπορούσε να ηγηθεί του έρωτα…
Μάλιστα, κατά τα νεότερα χρόνια, η γιορτή του αγίου Βαλεντίνου «έχει επικρατήσει παγκόσμια ως γιορτή των ερωτευμένων, μια γιορτή συρμού κι εμπορικότητας» (ό.π.) Στην Ελλάδα η γιορτή καθιερώθηκε επίσημα το 1977, και είναι από τις ελάχιστες φορές που το χριστεπώνυμο πλήθος (στο σύνολο του και παρά τις επιμέρους αντιδράσεις «αντιδυτικών» κύκλων) αποδέχθηκε έναν καθολικό Άγιο, αφού η ρομαντική επένδυση που αγγίζει -λιγότερο ή περισσότερο- όλους/ες τους ανθρώπους «νομιμοποίησε» τα αγοραία, καταναλωτικά «μεγέθη» αυτής της απόφασης. Χαρακτηριστικό των κοινωνικών, και οικονομικών παραμέτρων που τόσο συχνά κρύβονται πίσω από «ενοποιητικές» ιεροτελεστίες που -«καθαγιασμένες»- αφήνουν στο περιθώριο όσους κι όσες τις αμφισβητούνε…