Σαν σήμερα (18/1) το 2000 πέθανε η Μαργκαρέτε Σύττε Λιχότσκυ. Αρχιτέκτων, κομμουνίστρια κι ενεργή αντιναζίστρια, είναι αυτή που θεμελίωσε την έννοια της “εντοιχισμένης κουζίνας”.
Θεμελίωσε την ιδέα της «εντοιχισμένης κουζίνας» σηματοδοτώντας μόλις το 1926 την αυγή της νέας εποχής στο σχεδιασμό της κατοικίας, αλλά έπρεπε να φτάσει κοντά 90 χρόνων για να αναγνωριστεί η αξία της. Η ιστορία της Μαργκαρέτε Σύττε Λιχότσκυ (Margarete Schütte-Lihotzky) -συνυφασμένη με τη νεότερη ευρωπαϊκή ιστορία των Ναζί και του Ψυχρού Πολέμου- είναι ταυτόχρονα η ιστορία μιας σπουδαίας αρχιτεκτόνισσας και μιας θαρραλέας γυναίκας, που δεν έβαλε το κόστος πάνω απ’ τις ιδέες της.
Η Μαργκαρέτε Σύττε Λιχότσκυ (Margarete Schütte-Lihotzky) γεννήθηκε στις 23 Ιανουαρίου του 1897. Υπήρξε η πρώτη γυναίκα που φοίτησε στο Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Τεχνών της Βιέννης, στο οποίο την εποχή εκείνη δίδασκαν και γνωστοί καλλιτέχνες (Όσκαρ Κοκόσκα, Άντον Χάνακ, Γιόζεφ Χόφμαν) και βέβαια η πρώτη Αυστριακή αρχιτεκτόνισσα. Σχολιάζοντας την τότε απόφασή της να σπουδάσει είπε σχετικά πολλά χρόνια αργότερα: «Το 1916 κανείς στην Αυστρία δεν πίστευε ότι μια γυναίκα μπορεί να χτίσει ένα σπίτι –ούτε καν εγώ».
Παρότι το αρχιτεκτονικό της έργο είναι ευρύτατο, ο κόσμος τη γνωρίζει –κι εμείς για ευνόητους λόγους την τιμούμε– ως την εμπνεύστρια της Κουζίνας της Φρανκφούρτης, ως τη γυναίκα που με τον πρωτοποριακό σχεδιασμό της εισήγαγε το καθημερινό μαγείρεμα στη νέα εποχή. Την Κουζίνα της Φρανκφούρτης, που θεωρείται η πρώτη «εντοιχισμένη κουζίνα», η Λιχότσκυ την εμπνεύστηκε το 1926 δουλεύοντας για ένα ευρύ κοινωνικό πρόγραμμα εργατικών κατοικιών με τίτλο «Νέα Φρανκφούρτη» (Neues Frankfurt). Το πρόγραμμα εκπονήθηκε από τον αρχιτέκτονα και πολεοδόμου Ερνστ Μάυ, έπειτα από ανάθεση του δημάρχου της Φρανκφούρτης να σχεδιάσει και οργανώσει την πρωτοποριακή επέκταση της πόλης, σύμφωνα με το λειτουργικό και ορθολογικό πνεύμα της μοντέρνας αρχιτεκτονικής κατά τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’20 κατασκευάστηκαν περίπου 10.000 καινούρια διαμερίσματα -κάθε διαμέρισμα διέθετε μπάνιο, ηλεκτρισμό και μια Κουζίνα της Φρανκφούρτης.
Η Κουζίνα της Φρανκφούρτης ήταν στενή, με διαστάσεις 1,9 μ. x 3,4 μ. Το προσωπικό στοίχημα της Λιχότσκυ ήταν να πετύχει στο μίνμουμ του χώρου το μάξιμουμ μιας λειτουργικότητας πρωτόγνωρης για την εποχή. Η Κουζίνα που σχεδίασε διέθετε ξεχωριστή είσοδο στη μια απ’ τις δυο στενές πλευρές και παράθυρο στην ακριβώς απέναντί της. Μια δεύτερη συρόμενη πόρτα τη συνέδεε με το υπόλοιπο διαμέρισμα. Η στενή διαρρύθμιση της κουζίνας αξιοποιήθηκε ώστε να ελαχιστοποιήσει τα βήματα που θα απαιτούνταν κατά τη διάρκεια του μαγειρέματος, αλλά και του καθαρισμού και τακτοποίησης των υλικών και των σκευών. Η λιλιπούτεια κουζίνα είχε τα πάντα: από κινούμενο «συρτάρι» απορριμμάτων που «ακολουθούσε» τη μαγείρισσα στο χώρο εργασίας μέχρι πτυσσόμενο πάγκο σιδερώματος, που «εξαφανιζόταν» μετά τη χρήση. Τα δοχεία αποθήκευσης για καθημερινά υλικά όπως το αλεύρι, η ζάχαρη, το ρύζι, ήταν άψογα μελετημένα, ώστε να διατηρείται η κουζίνα καθαρή και καλά οργανωμένη. Η Λιχότσκι χρησιμοποίησε ξύλο δρυός για τα δοχεία αλευριού, επειδή απωθούσε τα σκουλήκια, και ξύλο οξιάς για τις επιτραπέζιες επιφάνειες, επειδή αντέχει στην …κακομεταχείριση. Έβαψε τα ξύλινα έπιπλα μπλε, καθώς έρευνες της εποχής συνηγορούσαν στο ότι οι μύγες απέφευγαν το συγκεκριμένο χρώμα. Η Κουζίνα της Φρανκφούρτης υπήρξε η πρώτη κουζίνα που στήριξε το σχεδιασμό της σε τέτοια σφαιρική μελέτη και σίγουρα ένα μικρό θαύμα για την εποχή της.
«Θα σας εκπλήξει» έλεγε η Λιχότσκι σε ραδιοφωνική της συνέντευξη στα 100στά της γενέθλια «το γεγονός ότι πριν σχεδιάσω την Κουζίνα της Φρανκφούρτης δεν είχα ποτέ μαγειρέψει η ίδια. Στο σπίτι μας, στη Βιέννη, μαγείρευε η μητέρα μου, και στη Φρανκφούρτη για φαγητό πήγαινα στην ταβέρνα. Εξέλιξα την Κουζίνα ως αρχιτέκτονας και όχι ως νοικοκυρά». Όμως αυτό που στην πραγματικότητα εκπλήσσει περισσότερο τους αναγνώστες της σημερινής εποχής, είναι πώς αυτή η σπουδαία αρχιτεκτόνισσα έμεινε τόσες δεκαετίες στην αφάνεια. Η απάντηση είναι μάλλον απλή, αν αναλογιστεί κανείς τους δύσβατους δρόμους που διέλεξε στη ζωή της στα διλήμματα που έβαζε η ιστορία.
Η Λιχότσκυ δεν υπήρξε μόνο κορυφαία αρχιτέκτονας, αλλά και ενεργή αντιναζίστρια. Το 1939 προσχωρεί στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Αυστρίας και το 1941 συλλαμβάνεται από την Γκεστάπο, στη Βιέννη, όπου βρίσκεται παράνομα, προκειμένου να έρθει σε επαφή με την αυστριακή αντίσταση. Καταδικάζεται σε θάνατο, αλλά μετά από «μια σειρά ευτυχών συμπτώσεων», όπως θα πει αργότερα η ίδια, η ποινή μετατρέπεται σε 15ετή φυλάκιση. Μπαίνει στις ναζιστικές φυλακές το 1941, όπου και θα παραμείνει μέχρι το 1945, οπότε και απελευθερώνεται από τα αμερικανικά στρατεύματα. Μετά τον πόλεμο παραμένει ενεργό μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος –έτσι εξηγείται το γεγονός ότι ενώ η Αυστρία διάγει περίοδο μαζικής ανοικοδόμησης των κατεστραμμένων κεντρικών κτιρίων, η Λιχότσκυ δεν αξιοποιείται πουθενά. Συνεχίζει να δουλεύει ως σύμβουλος σε αρχιτεκτονικά πρότζκετ στην Κούβα, την Κίνα και την πρώην Ανατολική Γερμανία. Η γενέτειρά της θα αναγνωρίσει τη σπουδαία προσφορά της στην αρχιτεκτονική μόλις το 1980, με το Βραβείο Αρχιτεκτονικής της Πόλης της Βιέννης. Στη συνέχεια οι τιμητικές διακρίσεις θα διαδέχονται η μία την άλλη. Ωστόσο το 1988, θα αρνηθεί να παραλάβει βραβείο από τον Πρόεδρο της Αυστρίας Κουρτ Βάλντχάιμ, λόγω του ναζιστικού παρελθόντος του. Η πόλη της Βιέννης πάντως την έχει αναγνωρίσει επίσημα. Το 1997, μάλιστα, στα γενέθλια των 100 της χρόνων, κατά τη διάρκεια τιμητικής εκδήλωσης, η αιωνόβια Λιχότσκι θα χορέψει κι ένα μικρό βαλσάκι με το Δήμαρχο της Βιέννης, δηλώνοντας με παιχνιδιάρικη διάθεση: «Θα ήθελα μια φορά να σχεδιάσω σπίτι για έναν πλούσιο –έτσι για αλλαγή». Πέθανε, σα σήμερα, στις 18 Ιανουαρίου του 2000, 6 μέρες πριν κλείσει τα 103 της χρόνια.
Πηγή: Left.gr