της Βαγγελιώς Σουμέλη
Είναι ακόμα καλοκαίρι. Κάποιες και κάποιοι από εμάς ίσως καταφέρουν να πάνε διακοπές, άλλες και άλλοι πάλι, όχι. Σε μία εποχή ολοκληρωτικής αποδόμησης της έννοιας της εργασίας αποδομείται και κάθε έννοια εργασιακού κεκτημένου, όπως του δικαιώματος σε διακοπές. Το άρθρο που ακολουθεί απευθύνεται σε όλες και όλους αλλά αφιερώνεται στις γυναίκες εργαζόμενες στην ξενοδοχειακή βιομηχανία, τις αθέατες εργάτριες που δίνουν αξία σε μία από τις σημαντικότερες οικονομικά βιομηχανίες παγκοσμίως, χωρίς καμία αναγνώριση. Το άρθρο βασίζεται σε πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου Εργασίας Κύπρου αναφορικά με το “Χάσμα αμοιβών μεταξύ γυναικών και αντρών στα ξενοδοχεία στην Κύπρο”, της οποίας τα αποτελέσματα αναμένεται να εκδοθούν τον Οκτώβριο του 2016.
Ο έμφυλος διαχωρισμός της εργασίας στα ξενοδοχεία: “αυτές και οι άλλες” όλες τους αθέατες
Ο έμφυλος διαχωρισμός της εργασίας στα ξενοδοχεία έχει μία ποσοτική και μία ποιοτική διάσταση.
Η ποσοτική διάσταση αφορά τα υψηλά ποσοστά των γυναικών στον κλάδο της ξενοδοχειακής βιομηχανίας, μία επισήμανση που δεν ισχύει μόνο για τις χώρες της ΕΕ αλλά αντιπροσωπεύει μία παγκόσμια τάση. Οι γυναίκες μάλιστα υπερτερούν αριθμητικά στο σύνολο του τουριστικού τομέα (HORECA/Ξενοδοχεία, Εστιατόρια και Επισιτισμός), ενώ αποκλειστικά στον κλάδο των ξενοδοχείων, σε αρκετές περιπτώσεις, τα ποσοστά της γυναικείας απασχόλησης είναι σημαντικά υψηλότερα από αυτά των αντρών. Σε χώρες μάλιστα του Ευρωπαϊκού Νότου, η συμμετοχή των γυναικών στα ξενοδοχεία, μπορεί να είναι υψηλότερη όχι μόνο συγκριτικά με την απασχόληση των αντρών στο συγκεκριμένο κλάδο αλλά και σε σύγκριση με την απασχόληση των γυναικών σε άλλους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας. Στην Κύπρο για παράδειγμα, η συμμετοχή των γυναικών στη μισθωτή απασχόληση των ξενοδοχείων ανερχόταν το 2010 στο 54%, ενώ η αντίστοιχη των αντρών στο 46%.
Η ποιοτική διάσταση αφορά πρωτίστως τις διακρίσεις σε βάρος των γυναικών, συμπεριλαμβανομένων των συνθηκών εργασίας τους.
Στο πλαίσιο των διαφορετικών θεωρητικών ερμηνειών του μισθολογικού χάσματος με αναφορά στο φύλο, η έννοια της ‘εμφυλοποίησης’ (gendering) εξηγεί μεγάλο μέρος του χάσματος. Παρότι είναι δύσκολο να μιλήσουμε για ένα ενιαίο θεωρητικό πλαίσιο, η διεθνής βιβλιογραφία αποτελείται από πληθώρα θεωρητικών ερμηνειών και αναλύσεων που λειτουργούν άλλοτε συμπληρωματικά και άλλοτε αντιθετικά[1]. Σε όλες ωστόσο τις αναλύσεις, ακόμη και έμμεσα, προκύπτει ότι το μισθολογικό χάσμα σε βάρος των γυναικών είναι το αποτέλεσμα της άνισης πρόσβασης τους σε θέσεις εργασίας που απολαμβάνουν υψηλό κοινωνικό γόητρο και ταυτόχρονα παρέχουν στις εργαζόμενες καλύτερες συνθήκες εργασίας και όρους αμοιβής, συγκαταλέγοντας τον επαγγελματικό διαχωρισμό και την υποτίμηση της εργασίας των γυναικών μεταξύ των πρωταρχικών παραγόντων για τη διαμόρφωση του χάσματος.
Επαγγελματικός διαχωρισμός και υποτίμηση
Στη βιβλιογραφία ωστόσο δεν είναι ξεκάθαρο ποιος τύπος επαγγελματικού διαχωρισμού επηρεάζει περισσότερο το χάσμα. Σε άλλες για παράδειγμα μελέτες ο επαγγελματικός διαχωρισμός οριζόντιου τύπου (πρόσβαση σε κλάδους και επαγγέλματα) φαίνεται να επηρεάζει περισσότερο το χάσμα αμοιβών σε βάρος των γυναικών, ενώ σε άλλες, το χάσμα φαίνεται να επηρεάζεται περισσότερο από τον κάθετο επαγγελματικό διαχωρισμό (πρόσβαση στην ιεραρχία). Την ίδια στιγμή, σε πολλές χώρες, ο οριζόντιος επαγγελματικός διαχωρισμός στα ξενοδοχεία θεωρείται πολύ πιο έντονος σε σύγκριση με τον κάθετο επαγγελματικό διαχωρισμό.
Μέσα από την ανασκόπηση σχετικών ερευνών αναφορικά με τον έμφυλο διαχωρισμό της απασχόλησης στον τουρισμό, τόσο από το χώρο των οικονομικών και κοινωνικών επιστημών όσο και των αναλύσεων ανθρωπολογικού χαρακτήρα, συναντούμε θεωρητικές έννοιες προσαρμοσμένες στο μοντέλο των “φαύλων κύκλων του επαγγελματικού διαχωρισμού”. Συγκεκριμένα, οι σχετικές μελέτες αναδεικνύουν μία έμφυλη κουλτούρα της απασχόλησης στον τουρισμό η οποία προωθείται και συντηρείται μέσω της στρέβλωσης της εικόνας των γυναικών και των κατάλληλων για αυτές ρόλων στην εργασία. Στο πλαίσιο αυτό, η άνιση συγκέντρωση των γυναικών σε συγκεκριμένα επαγγέλματα και θέσεις εργασίας (χαμηλού κύρους, χαμηλής ειδίκευσης, ευέλικτης απασχόλησης κλπ.) δεν γίνεται αντιληπτή ως διάκριση αλλά ως επιλογή των ίδιων των γυναικών σύμφωνα με τις προτεραιότητες τους. Παρότι η συγκεκριμένη άποψη έχει αμφισβητηθεί ως προς την εγκυρότητα της στο πλαίσιο πολλών μελετών και αναλύσεων, δεν παύει να υφίσταται ακόμη και σήμερα (Ιωακείμογλου & Σουμέλη, 2012).
Υπό αυτή την έννοια, ο επαγγελματικός διαχωρισμός αφορά πρωτίστως την εμπορευματοποίηση των δεξιοτήτων που αναπτύσσουν οι γυναίκες από την εργασία τους στο σπίτι, δεξιότητες που γίνονται αντιληπτές ως ‘θηλυκές’. Στο βιβλίο του Novarra (1980) με τον χαρακτηριστικό τίτλο Αντρική και γυναικεία εργασία, επισημαίνεται ότι στο βαθμό που τα ξενοδοχεία προσφέρουν ‘ένα σπίτι μακριά από το σπίτι’ παρέχοντας πρωτίστως οικιακές υπηρεσίες φιλοξενίας (ύπνο, φαγητό κλπ.), η εργασία στα ξενοδοχεία ταυτίζεται με τη γυναικεία εργασία.
Ως αποτέλεσμα αυτών των αντιλήψεων, οι γυναίκες απασχολούνται σε ‘λειτουργικές’ κυρίως θέσεις εργασίας όπως καμαριέρες, καθαρίστριες, σερβιτόρες, βοηθοί κουζίνας και ανειδίκευτες μαγείρισσες. Σύμφωνα με σχετική έρευνα του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας (2013), αυτές οι θέσεις εργασίας είναι ωστόσο και οι πιο ευάλωτες, γεγονός που εκτός από τις χαμηλές αμοιβές, το χαμηλό κοινωνικό γόητρο και τις περιορισμένες ευκαιρίες ανέλιξης αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο της εργασιακής εκμετάλλευσης, της βίας, του εργασιακού άγχους και της σεξουαλικής παρενόχλησης.
Εκτός από τις ουσιαστικές διακρίσεις σε σχέση με τον προσδιορισμό των επαγγελμάτων και των ειδικοτήτων που θεωρούνται γυναικεία, στην ελληνική γλώσσα παρατηρείται και ένας έμφυλος λεκτικός ρατσισμός (Γιαννακούρου & Σουμέλη 2003, Παπαδοπούλου 2008). Το επάγγελμα για παράδειγμα της καμαριέρας, όπως και τα άλλα επαγγέλματα που θεωρούνται γυναικεία, διατυπώνεται σε γένος θηλυκό. Είναι εμφανές επομένως ότι τα επαγγέλματα αυτά είναι κατειλημμένα ή προορίζονται αποκλειστικά για γυναίκες, ενώ είναι και αυτά που αμείβονται λιγότερο.
Κοινωνική αναπαραγωγή και οικογενειακές υποχρεώσεις
Οι φαύλοι κύκλοι του επαγγελματικού διαχωρισμού συνδέονται άμεσα με τον ρόλο/ ρόλους των φύλων στην κοινωνική αναπαραγωγή και ειδικότερα τις οικογενειακές υποχρεώσεις. Όπως παρατηρήθηκε και στο πλαίσιο της ανάλυσης αμοιβών μεταξύ αντρών και γυναικών στον ημικρατικό τομέα της Κύπρου, οι αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στην εργασιακή, την οικονομική και την οικογενειακή ζωή των γυναικών δεν συνοδεύτηκαν από αντίστοιχες ιδεολογικές μεταβολές, με αποτέλεσμα να μην αλλάξει ούτε ο καταμερισμός εργασίας στα νοικοκυριά ούτε και οι πολιτισμικές αντιλήψεις που προσδιορίζουν τις έμφυλες ταυτότητες. Στο πλαίσιο αυτό, παρότι υπάρχουν σαφείς τάσεις βελτίωσης που εν μέρει σχετίζονται και με την πρόοδο που συντελείται σε νομοθετικό επίπεδο, οι γυναίκες συναντούν φραγμό εισόδου σε πολλά επαγγέλματα, αξιοποιούν στο ελάχιστο τις γνώσεις και τις δεξιότητές τους και έχουν εξαιρετικά λίγες ευκαιρίες ανέλιξης.
Αρκετές από τις εξειδικευμένες αναλύσεις που αναφέρονται αποκλειστικά στο χάσμα αμοιβών στα ξενοδοχεία, εστιάζουν στις επιπτώσεις διαφόρων κοινωνικών και δημογραφικών μεταβλητών, κυρίως της οικογενειακής κατάστασης των εργαζόμενων. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτών των μελετών, τα εμπόδια που συναντούν οι γυναίκες είναι ακόμα μεγαλύτερα στο χώρο των ξενοδοχείων, λόγω της δομής, του τρόπου οργάνωσης και των λειτουργικών χαρακτηριστικών του κλάδου, κυρίως τριών βασικών χαρακτηριστικών της απασχόλησης στα ξενοδοχεία: της εποχικότητας, της γεωγραφικής μετακίνησης και των ωραρίων.
Σε γενικές γραμμές, μέσα από τη βιβλιογραφία, δεν προκύπτουν στοιχεία που να δείχνουν ότι η αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας συνοδεύεται από σημαντικές αλλαγές ως προς το σύνολο των ωρών που αφιερώνουν στις οικιακές εργασίες και την ανατροφή των παιδιών. Κατά αυτόν τον τρόπο, οι πραγματικές ώρες εργασίας των γυναικών φτάνουν τις 70-90 ώρες σε εβδομαδιαία βάση. Σε ότι αφορά αποκλειστικά την ύπαρξη παιδιών, σύμφωνα με τα αποτελέσματα διάφορων μελετών, η ύπαρξη παιδιών σε μία οικογένεια επηρεάζει αρνητικά τις αποδοχές των γυναικών, ενώ δεν επηρεάζει καθόλου, ούτε θετικά ούτε αρνητικά τις αποδοχές των ανδρών. Στις ίδιες μελέτες, το βασικό πρότυπο εργαζομένου σε συγκεκριμένα επαγγέλματα και θέσεις εργασίας, όπως αυτό της καμαριέρας, είναι γυναίκες που είναι μητέρες και εργάζονται για να συμπληρώσουν το οικογενειακό εισόδημα. Την ίδια στιγμή ενδιαφέρονται για ωράρια ευέλικτα και κυρίως συμβατά με τις οικογενειακές τους υποχρεώσεις, είτε πρόκειται για τα παιδιά τους είτε πρόκειται για άλλα εξαρτώμενα μέλη της οικογένειας (άτομα με αναπηρίες, ηλικιωμένοι κλπ.). Συχνά, οι γυναίκες αυτές έχουν χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο, η επαγγελματική τους εμπειρία βασίζεται στην ανειδίκευτη εργασία χειρωνακτικής φύσης, ενώ η απασχόλησή τους στα ξενοδοχεία είναι περισσότερο τυχαία επιλογή και όχι μέρος ενός σχεδίου καριέρας.
Σε ότι αφορά αποκλειστικά το φαινόμενο της εποχικότητας και της προσωρινότητας που συνεπάγεται, οι περισσότερες μελέτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι επηρεάζει πρωτίστως τις γυναίκες, τους νέους και τους ανειδίκευτους εργαζόμενους, δημιουργώντας μία κουλτούρα μέσα στην οποία συντηρείται ένας φαύλος κύκλος όπου τα υψηλά ποσοστά προσλήψεων και αποχωρήσεων οδηγούν σε χαμηλούς μισθούς και οι χαμηλοί μισθοί σε υψηλά ποσοστά προσλήψεων και αποχωρήσεων.
Μετανάστευση
Στο πλαίσιο των διαφορετικών θεωρητικών ερμηνειών των έμφυλων μισθολογικών ανισοτήτων, η συνήθης παράλειψη είναι ότι οι εργαζόμενες γυναίκες προσεγγίζονται ως ενιαία και ομοιογενής κατηγορία. Οι εργαζόμενες γυναίκες ωστόσο διαφέρουν σημαντικά τόσο ως προς την κοινωνική τους προέλευση και την οικογενειακή τους κατάσταση όσο και σε σχέση με το ανθρώπινο κεφάλαιο που διαθέτουν[2]. Στο πλαίσιο αυτό, μία χωρισμένη γυναίκα με παιδιά που έχει κατά τα άλλα τα ίδια ατομικά χαρακτηριστικά (ηλικία, εκπαιδευτικό επίπεδο, εθνοτική καταγωγή, προϋπηρεσία κλπ.) με μία παντρεμένη γυναίκα με παιδιά, ενδέχεται να βιώνει μία τελείως διαφορετική εργασιακή πραγματικότητα.
Στο σύστημα έμφυλων σχέσεων, από ποια θέση βιώνει κανείς τις ανισότητες είναι συχνά καθοριστικής σημασίας. Όταν το φύλο διαπλέκεται με άλλες παραμέτρους, οι ανισότητες είτε εντείνονται είτε εξομαλύνονται. Συχνά ωστόσο, η μελέτη της γυναικείας εργασίας τοποθετείται εκτός του ευρύτερου κοινωνικού και πολιτισμικού πλαισίου μέσα στο οποίο εμφανίζεται.
Σε κάθε περίπτωση, τα ξενοδοχεία αποτελούν ένα ετερόκλητο και ποικίλο εργασιακό περιβάλλον που δομείται γύρω από μία σειρά εργασιακών ρόλων οι οποίοι έχουν διαφορετικές προσδοκίες σε σχέση με το φύλο, την εθνοτική καταγωγή, την κοινωνική τάξη και άλλες παραμέτρους. Σε αυτό το περιβάλλον, οι εργαζόμενες γυναίκες δεν πρέπει να παρουσιάζονται ως μία αδιαφοροποίητη κοινωνική κατηγορία αλλά ως μία ετερογενής κατηγορία με διαφορετικούς στόχους και διαφορετικούς περιορισμούς.
Στη βιβλιογραφία αναφορικά με τον έμφυλο διαχωρισμό της εργασίας στα ξενοδοχεία, η παράμετρος που διαπλέκεται περισσότερο με το φύλο συντελώντας στην περαιτέρω υποτίμηση της γυναικείας εργασίας είναι ο παράγοντας της εθνοτικής καταγωγής. Στο σημείο αυτό θα ήταν χρήσιμο να αναφερθεί ότι μέχρι σχετικά πρόσφατα, η γυναίκα μετανάστρια ήταν σχεδόν αόρατη. Η παράμετρος του φύλου στην κατανόηση του μεταναστευτικού φαινομένου απουσίαζε από τις σχετικές αναλύσεις εξαιτίας της έμφασης στην αντρική μετανάστευση, όπου οι γυναίκες, όταν ακολουθούσαν, συνόδευαν τους άνδρες (συζύγους, πατεράδες και συντρόφους) που μετακινούνταν για οικονομικούς λόγους. Στο ίδιο πλαίσιο που η κατά φύλο διαίρεση της οικιακής εργασίας, στηρίζεται ακόμη και σήμερα στο οικογενειακό πρότυπο του άνδρα κουβαλητή και της εξαρτημένης συζύγου. Αυτή είναι μία ενδιαφέρουσα επισήμανση αν λάβουμε υπόψη ότι σε πολλές χώρες της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων και των χωρών του Ευρωπαϊκού νότου, η σημαντική αύξηση στα ποσοστά γυναικείας απασχόλησης που σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων 15 ετών, οφείλεται στην εργασία μεγάλου αριθμού μεταναστριών γυναικών που απασχολούνται στον τομέα της οικιακής οικονομίας.
Σε κάθε περίπτωση, η θέση των μεταναστών καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τις προϋποθέσεις εισόδου και ένταξης στην αγορά εργασίας της χώρας υποδοχής. Στο πλαίσιο αυτό, οι όροι ένταξης όπως τα μειωμένα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα (μόνιμη παραμονή, οικογενειακή επανένωση κλπ.) οδηγούν σε μειωμένα εργασιακά δικαιώματα (χαμηλότερες αμοιβές, ανασφάλιστη εργασία κλπ.). Η παρατήρηση αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική σε χώρες όπως η Κύπρος, όπου το κλειστό μοντέλο μεταναστευτικής πολιτικής που εφαρμόζεται από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90 προσφέρει εξαιρετικά περιορισμένες προοπτικές τόσο ως προς την εύρεση εργασίας και το είδος της απασχόλησης όσο και ως προς τις προοπτικές επαγγελματικής ανέλιξης και κοινωνικής ενσωμάτωσης. Στο πλαίσιο αυτό, συντηρείται ένας φαύλος κύκλος όπου οι μετανάστες και οι μετανάστριες εγκλωβίζονται σε θέσεις ανειδίκευτης ή χαμηλής ειδίκευσης εργασίας και αμείβονται χαμηλά.
Η κατηγορία ωστόσο εργαζόμενοι μετανάστες, όπως και η κατηγορία εργαζόμενες γυναίκες δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ενιαία και ομοιογενής. Στα ξενοδοχεία, κυρίως στις μονάδες μεσαίου και μεγάλου μεγέθους, συνυπάρχουν διάφορες ταχύτητες και καθεστώτα μεταναστών (φοιτητές για πρακτική άσκηση, εποχιακοί εργαζόμενοι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, αδήλωτοι εργαζόμενοι κλπ.) που απολαμβάνουν και διαφορετικά καθεστώτα σε σχέση με τους όρους και τις συνθήκες απασχόλησής τους. Επίσης, το καθεστώς μετανάστευσης λειτουργεί παρόμοια με το φύλο, ως βάση δηλαδή επαγγελματικού διαχωρισμού και διακρίσεων στην εργασία, μέσα από μία διαδικασία φυσικοποίησης συγκεκριμένων δεξιοτήτων και χαρακτηριστικών που αποδίδονται σε συγκεκριμένες κατηγορίες εργαζομένων καθιστώντας τες πιο κατάλληλες για συγκεκριμένα επαγγέλματα. Αυτού του είδους μάλιστα οι κοινωνικές αναπαραστάσεις είναι αμφίδρομες και ανακατασκευάζονται, υπό συνθήκες, ακόμη και από τα ίδια τα υποκείμενα.
Σε όλες ωστόσο της περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων και των ξενοδοχείων, ανεξάρτητα από το εάν ο επαγγελματικός διαχωρισμός στη βάση της εθνοτικής καταγωγής οδηγεί στην υπερεκπροσώπηση ή την υποεκπροσώπηση μεταναστών από συγκεκριμένες χώρες, οι γυναίκες μετανάστριες πλειοψηφούν αριθμητικά έναντι των αντρών μεταναστών συνεισφέροντας στον έμφυλο επαγγελματικό διαχωρισμό και τις έμφυλες διακρίσεις.
Όπως ωστόσο αναφέρεται και παραπάνω, οι εργαζόμενες γυναίκες δεν είναι ίδιες ούτε ίσες μεταξύ τους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η παρατήρηση της Adkins (1995), σύμφωνα με την οποία οι γυναίκες αφρικανικής καταγωγής υποεκπροσωπούνται στα ξενοδοχεία και γενικότερα στα τουριστικά επαγγέλματα που βασίζονται στο σέρβις διότι δεν μπορούν να αναπαρασταθούν ως σεξουαλικά ελκυστικές στους άντρες πελάτες που είναι στην πλειοψηφία τους λευκοί. Οι ευκαιρίες που έχουν λοιπόν οι γυναίκες να εργαστούν στα ξενοδοχεία περιορίζονται στα είδη εργασίας που αξιολογούνται ως πολιτισμικά κατάλληλα γι’ αυτές.
Η συσχέτιση του φύλου με την εθνοτική καταγωγή τοποθετεί τη συζήτηση του έμφυλου επαγγελματικού διαχωρισμού σε ένα άλλο επίπεδο, όπου η εργασία των γυναικών δεν γίνεται αντιληπτή απλά ως γυναικεία εργασία αλλά ως εργασία συγκεκριμένων γυναικών. Στο μεγαλύτερο μέρος της βιβλιογραφίας, το επάγγελμα της καμαριέρας για παράδειγμα, είναι συνυφασμένο με την εργασία γυναικών μεταναστριών, συγκεκριμένης μάλιστα εθνοτικής καταγωγής (δηλ. ανατολικοευρωπαίες). Σε γενικές γραμμές, η βιβλιογραφία αναδεικνύει τη δημιουργία ενός φαύλου κύκλου όπου το προφίλ των εργαζόμενων γυναικών χαρακτηρίζει το επάγγελμα και το επάγγελμα στιγματίζει το υποκείμενο και την εργασία του (κοινωνικό στίγμα και φυσικό/ σωματικό στίγμα).
Αναφορές/ενδεικτική βιβλιογραφία
Adib, A., Guerrier, Y., 2003. The interlocking of gender with nationality, race, ethnicity and class: the narratives of women in hotel work. Gender, Work and Organisation 10 (4), 413–432.
Adkins, L. (1995) Gendered Work: Sexuality, Family and the Labour Market. Buckingham: Open University Press.
Baum, Th. (2013), International Perspectives on Women and Work in Hotels, Catering and Tourism, ILO Gender Work Papers 1/2013, Sector Working Papers No. 289.
Becker, G. (1957), The Economics of Discrimination, Chicago University Press
Novarra, V. (1980) Men’s Work, Women’s Work. London: Marion Boyars.
Γιαννακούρου, Στ., Σουμέλη, Ε. (2002), Ισότητα των αμοιβών μεταξύ γυναικών και αντρών στις συλλογικές συμβάσεις, ΚΕΘΙ.
Ιωακείμογλου, Η., Σουμέλη, Ε. (2012), Το χάσμα αμοιβών αντρών και γυναικών στον ημικρατικό τομέα της Κύπρου, Ινστιτούτο Εργασίας Κύπρου, Σειρά Μελετών 04.
Παπαδοπούλου, Α. (2008), Ισότητα Γυναικών και Αντρών στις Συλλογικές Συμβάσεις Ερ-γασίας, Παγκύπρια Εργατική Ομοσπονδία.
Σημειώσεις
[1] Για μία αναλυτική παρουσίαση των διαφορετικών θεωρητικών ερμηνειών των μισθολογικών ανισοτήτων και των έμφυλων διακρίσεων, ο αναγνώστης/στρια μπορεί να ανατρέξει στο Κεφάλαιο 3 της σχετι-κής έρευνας του ΙΝΕΚ-ΠΕΟ με θέμα Το χάσμα αμοιβών αντρών και γυναικών στον ημικρατικό τομέα της Κύπρου (2012: 93-106).
[2] Το ανθρώπινο κεφάλαιο βρίσκεται στο επίκεντρο της νεοκλασικής προσέγγισης του μισθολογικού χάσματος. Σύμφωνα με τη θεωρία του ανθρώπινου κεφαλαίου, οι ατομικές διαφορές στις αμοιβές οφείλονται στις διαφορές παραγωγικότητας που απορρέουν από τις διαφορές στο ανθρώπινο κεφάλαιο που κατέχουν τα άτομα (Becker, 1957).