της Γεωργίας Μανώλη και Άννας Σιγαλού
Πρόσφατα, το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Κακουργημάτων Τρικάλων αποφάσισε την πολυετή καταδίκη των δυο βιαστών-μαστροπών της 14χρονης στη Λάρισα και μάλιστα χωρίς ανασταλτικό χαρακτήρα. Συγκεκριμένα, καταδικάστηκαν οι δυο κατηγορούμενοι, ο Ι.Γ. 57 ετών σε ποινή φυλάκισης 24 ετών + 50.000 € και ο Κ.Κ. 57 ετών επίσης σε ποινή φυλάκισης 18 ετών +50.000 €. Όσον αφορά τους υπόλοιπους βιαστές οι ποινές ήταν ελαφρύτερες αφού ο Α.Τ. 56 ετών καταδικάστηκε σε 14 έτη φυλάκισης και ο A.K. σε ποινή φυλάκισης 7 ετών αντίστοιχα. Θυμίζουμε ότι η υπόθεση αυτή έγινε γνωστή το φθινόπωρο του 2016, όταν αποκαλύφθηκε ότι η 14χρονη κρατιόταν έγκλειστη σε διαμέρισμα στη Λάρισα, όπου τέσσερις άνδρες τη βίαζαν επανειλημμένα και την εξέδιδαν έναντι χρηματικής αμοιβής.
Είχαν ακολουθήσει τότε πολλά δημοσιεύματα, τα περισσότερα αναμενόμενα, για το «σοκ» που προκάλεσε αυτή η υπόθεση στην ελληνική κοινωνία με έμφαση μάλιστα στο γεγονός ότι ένας από τους μαστροπούς-βιαστές ήταν και νονός του θύματος. Επιπλέον, η κατάθεση της ανήλικης διέρρευσε σε δημοσιεύματα του κίτρινου τύπου όπου γινόταν λεπτομερής αναφορά στους πορνοπελάτες που τη βίαζαν στο διαμέρισμα όπου ήταν έγκλειστη. Ωστόσο, πουθενά δεν υπήρξε αναφορά στους πορνοπελάτες από πλευράς των ΜΜΕ ή της αστυνομίας, στους οποίους οι μαστροποί εξέδιδαν το θύμα, ούτε καν κάποια ενημέρωση για το αν γίνεται έρευνα για να εντοπιστούν και να συλληφθούν.
Αυτή η “παράλειψη” είναι σύνηθες φαινόμενο. Όταν γινόταν το κυνήγι μαγισσών του Λοβέρδου το 2012, είχαν δημοσιευτεί φωτογραφίες των οροθετικών ιερόδουλων, αλλά καμία αναφορά δεν έγινε στους πορνοπελάτες τους. Όταν άνοιξε η υπόθεση των επιχειρήσεων trafficking και ξεπλύματος μαύρου χρήματος, «Χωριάτικου» και «Αττικών Φούρνων», αν και οι αδερφοί Γιαννακόπουλοι βρέθηκαν στο εδώλιο έστω και για λίγο, έστω κι αν εξαγόρασαν την ποινή τους και κυκλοφορούν ακόμα ελεύθεροι, εν τούτοις καμία θεσμική αρχή δεν προσπάθησε να κινηθεί νομικά ενάντια στους πορνοπελάτες του κυκλώματος.
Δεν μπορούμε λοιπόν, παρά να αναρωτηθούμε γιατί τόσο η ελληνική κοινωνία όσο και η αστυνομία και η δικαιοσύνη αρνούνται να αποδώσουν ευθύνες και στους πορνοπελάτες που αγόραζαν τη 14χρονη για τη δική τους ευχαρίστηση.
Θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι η κοινωνία τους αγνοεί -όπως τους αγνοούσε πάντα- επειδή η πορνεία και το trafficking συζητιούνται πάντα με τέτοιους όρους, που δημιουργούν την εντύπωση ότι είναι δραστηριότητες που ασκούν οι γυναίκες, χωρίς να υπάρχουν άλλοι εμπλεκόμενοι, είτε αυτοί είναι διακινητές, απαγωγείς, πελάτες κ.α. Γιατί σε μια πατριαρχική κοινωνία όπου οι γυναίκες καλούμαστε να καλύπτουμε ανάγκες, είναι τόσο εμπεδωμένη η “ανάγκη” του άντρα να «γαμήσει», που σχεδόν ότι κι αν κάνει για να το καταφέρει αυτό δικαιολογείται ή θεωρείται δεδομένο. Και σε μια καπιταλιστική κοινωνία όπου η ελεύθερη αγορά αποτελεί ιδανικό και όπου όλα μπορούν να αναχθούν σε εμπορεύματα, ο αγοραστής δεν είναι ποτέ φταίχτης. Ωστόσο ο αγοραστής, και στη προκειμένη περίπτωση ο πορνοπελάτης, αποτελεί το θεμέλιο της ζήτησης για περισσότερα γυναικεία σώματα. Από ότι φαίνεται μάλιστα από τη συχνότητα ανάλογων περιστατικών με αυτό της Λάρισας και του «Χωριάτικου», η ζήτηση έχει αυξηθεί.
Από την πλευρά του νόμου όμως, γιατί υπάρχει πια τόσο μεγάλο νομικό κενό; Ειδικά σε υποθέσεις σαν αυτήν, ή σαν την παρόμοια υπόθεση της 14χρονης στην Καλλιθέα, όπου δεν πρόκειται για ενήλικα αλλά για έφηβη, δεν θα έπρεπε να διωχθούν νομικά οι πορνοπελάτες -πέρα από βιασμό- και για παιδεραστία; Ειδικότερα, στην περίπτωση της 14χρονης στη Καλλιθέα (το καλοκαίρι του 2016, στη Καλλιθέα εξαρθρώθηκε κύκλωμα μαστροπείας, το οποίο εξέδιδε τη 14χρονη σε πορνοπελάτες) ασκήθηκε κριτική από τα media στη 23χρονη ιερόδουλη που «έκανε τη δασκάλα στην ανήλικη» αλλά οι πορνοπελάτες, που δεν είχαν κανένα απολύτως θέμα να πληρώσουν 80 ευρώ για να αγοράσουν μια ανήλικη, δεν αναφέρθηκαν ποτέ και από κανένα μέσο ούτε από την αστυνομία.
Το επιχείρημα της άγνοιας σε περιπτώσεις που το γυναικείο σώμα δέχεται βία είναι σχεδόν δεδομένο. Αντίθετα, σε περιπτώσεις ανθρωποκτονίας, κλοπής, κ.α. εγκλημάτων, ούτε εμφανίζεται τόσο συχνά ούτε γίνεται τόσο εύκολα δεκτό. Βέβαια το να βιάζεις είναι οριακά πιο κοινωνικά αποδεκτό από τα να δολοφονείς ή να κάνεις σχεδόν οτιδήποτε άλλο. Ας μην ξεχνάμε ότι έχουμε μπροστά μας μια δικαιοσύνη που φυλακίζει για χρόνια ανθρώπους χωρίς αποδεικτικά στοιχεία, ενώ ταυτόχρονα αθωώνει βιαστές παρά την πληθώρα έγκυρων αποδεικτικών. Η στάση του κράτους και του δικαστικού συστήματος απέναντι στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες ήταν πάντα γνωστή.
Η δικαιολογία τύπου «συγγνώμη δεν ήξερα ούτε ποια η ηλικία της ούτε αν το ήθελε» δεν ακυρώνει σε καμία περίπτωση την ευθύνη που φέρουν για το έγκλημα αυτό. Δεν παύει να πρόκειται για ένα έγκλημα, στο οποίο υπήρξαν συμμέτοχοι, άρα και συνυπεύθυνοι. Και τελικά τι σημαίνει “δεν ήξερα”; Δεν είναι γνωστό ότι γίνεται trafficking; Δεν είναι εμφανές, ότι ένα κορίτσι 14 χρονών σε ένα διαμέρισμα δεν είναι συναινούσα ενήλικας; Πόσο μάλλον σε μια μικρή κοινωνία, όπου αυτά τα κυκλώματα έχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες να δημιουργούνται σε κύκλους γνωστών και συγγενών. Άρα το «δεν ήξερα» ουσιαστικά σημαίνει «δε με νοιάζει». Και μόνο η αποδοχή αυτών των δικαιολογιών προσβάλει την νοημοσύνη μας. Αυτό το επιχείρημα της δήθεν «άγνοιας» θα πρέπει να πάψει να είναι η μόνιμη δικαιολογία γενικότερα όσον αφορά την εμπορευματοποίηση του γυναικείου σώματος.
Οι πορνοπελάτες της 14χρονης της Λάρισας πληρώνανε για να βιάζουν ένα αιχμάλωτο κορίτσι σε ένα διαμέρισμα, και επομένως είναι συνυπεύθυνοι στη βία που άσκησαν οι μαστροποί, και ως εκ τούτου θα έπρεπε να αντιμετωπίζουν και αυτοί την ίδια καταδίκη με τους υπόλοιπους βιαστές.
Διαβάστε ακόμα:
14χρονη κακοποιήθηκε και βιάστηκε κατ’ εξακολούθηση στη Λάρισα: Κάλεσμα για την ανάληψη δράσης