της Χριστίνας Πάντζου
Αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους λόγω της ατέρμονης βίας της σύρραξης ανάμεσα σε παραστρατιωτικούς, τον στρατό και τα αριστερά αντάρτικα που στοιχειώνει την Κολομβία εδώ και περισσότερα από 50 χρόνια.
Οι συμφωνίες ειρήνης προχωρούν, αλλά εκείνες παραμένουν κάποιες από τα έξι εκατομμύρια εκτοπισμένους της χώρας.
Τώρα μένουν σε έναν οικισμό του δήμου Τουρμπάκο, νότια της τουριστικής Καρταχένα, σε σπίτια που έχτισαν μόνες τους με τα ίδια τους τα χέρια, τούβλο το τούβλο.
Σε μια «γειτονιά της περηφάνιας των γυναικών», όπως την αποκαλούν.
Όλες τους είναι μέλη της Ένωσης Εκτοπισμένων Γυναικών (LMD), γυναίκες μόνες, επικεφαλής νοικοκυριών, επιζώσες σφαγών, βιασμών και άλλων εγκλημάτων πολέμου.
Η ιστορία τους πάει χρόνια πίσω, το 1998, όταν έχοντας καταφύγει σε άθλιες παραγκουπόλεις της Καρταχένα για να σωθούν από τη βία των επαρχιών τους, συνάντησαν τη νομικό και ακτιβίστρια Πατρίσια Γκερέρο και οργανώθηκε ο πρώτος πυρήνας οκτώ γυναικών που διεκδίκησαν να εγγυηθεί το κράτος θεμελιώδη δικαιώματά τους που καταπατήθηκαν, την αναγνώρισή τους ως εσωτερικών προσφύγων, την επανεγκατάστασή τους σε ασφαλείς τόπους που οι ίδιες να αποφασίσουν.
Έτσι, γεννήθηκε το σχέδιο για την πρώτη πόλη εκτοπισμένων γυναικών, όπου σήμερα φιλοξενούνται 300 γυναίκες με τα παιδιά τους και εφαρμόζονται παραγωγικά προγράμματα που εγγυώνται τη διατροφική τους αυτάρκεια.
Η ιδέα μιας κοινότητας γυναικών συνάντησε πολλά εμπόδια, προκαταλήψεις ακόμη και μίσος.
Το κοινοτικό τους κέντρο έγινε στόχος εμπρησμού, στα χωράφια που καλλιεργούν «άγνωστοι» πέταξαν ακρωτηριασμένα μέλη πτωμάτων και ο σύντροφος μιας από αυτές τις γυναίκες δολοφονήθηκε την ώρα που φρουρούσε το εργοστάσιο που παράγει τα γκρι τούβλα τα οποία χρησιμοποιούν για να χτίσουν τα σπίτια τους.
Μάταια τις εκφόβισαν: ξανάχτισαν το κοινοτικό κέντρο, έχτισαν τα σπίτια τους, ξανάστησαν μια ζωή που νόμιζαν πως είχε τελειώσει γι’ αυτές.
Χτίζοντας την πόλη των εκτοπισμένων γυναικών Χτίζοντας την πόλη των εκτοπισμένων γυναικών | @ligademujeres.org
«Μάθαμε πώς να χτίζουμε μόνες μας, πώς να δουλεύουμε το μυστρί και το σίδερο. Μας έβαλαν κάθε είδους τρικλοποδιές, μας έλεγαν ότι δεν ήμασταν ικανές, αλλά αποδείξαμε πως είμαστε και χτίσαμε μόνες μας τα σπίτια μας», έλεγε στο BBC η Εβερλίδες Αλμάνσα, που φέρει στην πλάτη της 59 χρόνια βίας.
Ο πατέρας της δολοφονήθηκε όταν εκείνη ήταν 9 ετών, έπειτα ήρθε η σειρά δύο ξαδέλφων της κι αργότερα ενός ανιψιού της.
«Οι ένοπλες ομάδες έμπαιναν στα κτήματα όπου δούλευαν οι αγρότες, τους έδεναν και τους βίαζαν μπροστά στις γυναίκες. Κάθε που άκουγα κάποιον θόρυβο, έπαιρνα τη μοναχοκόρη μου και τρέχαμε στα βουνά, μη μου την πειράξουν».
Η κόρη της δολοφονήθηκε πριν από λίγα χρόνια, αλλά η 14χρονη εγγονή της Ναγέλις μεγαλώνει διαφορετικά.
«Για μας είναι πιο εύκολο γιατί δεν χρειάστηκε να περάσουμε όσα πέρασαν εκείνες. Τους είμαστε ευγνώμονες γιατί μας προσφέρουν μια καλύτερη, μια αξιοπρεπή ζωή».
Η Ναγέλις είναι συντονίστρια μιας ομάδας νέων της LMD που θέλουν να συνεχίσουν το έργο που ξεκίνησαν οι μητέρες και οι γιαγιάδες τους.
Ίσως όμως το πιο σημαντικό να είναι πως τα αγόρια που μεγαλώνουν σε αυτόν τον οικισμό αναπτύσσουν μια πιο ισορροπημένη αντίληψη για τις σχέσεις των φύλων, συνηθισμένα να βλέπουν τις μητέρες και γιαγιάδες τους να είναι επικεφαλής των νοικοκυριών, να φροντίζουν για την επιβίωση της οικογένειας, να έχουν λόγο στο κάθε τι.
Ή όπως παραστατικά λέει ο 23χρονος Νταβίντ Ρεάλες: «Τις σέβομαι για το κουράγιο και τη γενναιότητά τους. Μπορούν να κάνουν τα πάντα, δεν έχουν κανένα λόγο να μένουν στο σπίτι, εμπλέκονται σε όλες τις υποθέσεις της χώρας ή και του κόσμου».
Πηγή: efsyn