της Άννας Σιγαλού
«Με νάρκωσαν και ήμουν πολύ μεθυσμένη. Ήταν πολλά άτομα με όπλα, πολλοί νέοι άνδρες που γελούσαν και μιλούσαν» ανέφερε η νεαρή και συνέχισε: «Δεν με τραυμάτισαν μόνο. Πλήγωσαν την ψυχή μου. Γιατί οι άνθρωποι με έκριναν, προσπάθησαν να ρίξουν το φταίξιμο σε μένα για κάτι που δεν ήταν δικό μου λάθος. Με ‘έκλεψαν’. Όχι με την έννοια των υλικών αγαθών…αλλά ‘σωματικά’».
Την περασμένη βδομάδα στο Ρίο ντε Τζανέιρο μια 16χρονη βιάστηκε από περισσότερους από 30 άντρες, οι οποίοι μάλιστα δεν δίστασαν να ανεβάσουν το βίντεο και φωτογραφίες από τον ομαδικό βιασμό στο twitter. Το βίντεο αυτό διαδόθηκε ευρέως συμπεριλαμβάνοντας πληθώρα σεξιστικών και μισογυνικών σχολίων για το θύμα.
Η κοινή γνώμη συγκλονίζεται για ακόμα μια φορά από ένα ακραίο, ασυνήθιστο περιστατικό. Ή και όχι.
Μήπως το πως καταλήγει κανείς σε κάτι τέτοιο είναι απλά η αποτύπωση του πόσο βίαιη είναι η καθημερινότητα για τις γυναίκες; Ας θυμηθούμε ελάχιστα απ’ τα πολλά περιστατικά που «συγκλόνισαν» τους τελευταίους μήνες την ελληνική και παγκόσμια κοινή γνώμη:
- ο βιασμός φοιτήτριας εντός campus στις ΗΠΑ, για τον οποίο το πανεπιστήμιο δεν πήρε σαφή θέση υπέρ της
- η –πρόσφατη- επίθεση σε γυναίκα με ατμοσίδερο σε ελληνική επαρχιακή πόλη
- η διαρροή γυμνών φωτογραφιών διασημοτήτων στις ΗΠΑ
- βιασμός και απαγχονισμός ανήλικης στην Ινδία
- η δολοφονία γυναίκας στον Βελβεντό από τον άντρα της
Γιατί άραγε μας συγκλονίζουν τόσο αυτά τα περιστατικά; Επειδή είναι ακραίες εκφάνσεις βίας; Επειδή η «κοινή γνώμη» διψάει για δράμα και αίμα; Και γιατί όσο σοκάρεται με αυτά, όχι μόνο μένει εντυπωσιακά απαθής μπροστά στην καθημερινή βία αλλά αντιμετωπίζει με μια σχεδόν ηδονοβλεπτική έκπληξη τα παραπάνω γεγονότα; Στην καθημερινή βία που δεν σκοτώνει πάντα, δεν χτυπάει πάντα και δεν αφήνει πάντα σημάδια στο σώμα. Που όταν χτυπάει αλλά δεν σκοτώνει υποτιμάται, απαξιώνεται κι αμφισβητείται. Τα γυναικεία σώματα φαίνεται να αποκτούν δικαιώματα και σημασία μόνο όταν είναι πλέον αργά.
Η καθημερινή, συστηματική βία είναι κάτι που συνηθίζει κανείς, ειδικά όταν έχει γεννηθεί και μεγαλώσει μέσα στην κοινωνία που την γεννά: αν είσαι γυναίκα, είναι φυσιολογικό να σε κοιτάνε σαν να ‘σαι κομμάτι κρέας στον δρόμο, είναι κομπλιμέντο να σε λένε «γλυκιά μου», «κούκλα», «μουνάρα» και λοιπές εμετικές αηδίες. Άρα γιατί να είναι πρόβλημα το να σε χουφτώσουν λιγάκι; Γιατί να κάνεις έτσι αν σου κολλάει ο άλλος λιγάκι παραπάνω;
Και γιατί να σπαταλάς το χρόνο των άλλων με την ιστορία σου για το πως άπλωσε χέρι ο θείος ή το αφεντικό; Γιατί να φέρνεις την παρέα σε δύσκολη θέση με τα μηνύματα-απειλές του τύπου που απέρριψες; Αφού όλα αυτά είναι καθημερινότητα χρόνια, δεκαετίες, αιώνες τώρα, δεν είναι κάποια ανωμαλία, έτσι είναι ο κόσμος.
Μέχρι που, μια στις τόσες, βγαίνει στην επιφάνεια κάποιο περιστατικό σαν αυτό της Βραζιλίας και ίσως ακούς πιο καθαρά τις φωνές της γυναίκας απ’ την δίπλα πολυκατοικία που την δέρνει ο γκόμενος. Βλέπεις πιο καθαρά το άγχος και τον φόβο των γυναικών γύρω σου όταν πέφτουν πάνω τους ανεπιθύμητα βλέμματα, σχόλια και χέρια. Και βλέπεις πιο καθαρά κι εσένα κι εκείνο το περιστατικό τότε, πριν λίγα χρόνια, μήνες ή μέρες και νιώθεις πιο καθαρά την αηδία και την ανατριχίλα, συνειδητοποιείς -σαν να τρως χαστούκι- ότι κι εσύ έχεις παρενοχληθεί, απλά τότε όλα φαίνονταν να λένε πως είναι κάτι που συμβαίνει φυσιολογικά και πρέπει να μάθεις να ζεις με αυτό τέλος πάντων.
Μόνο που δεν υπάρχει τίποτε το φυσιολογικό σε μια οργανωμένη κοινωνία: είναι όπως την φτιάχνεις. Και δεν υπάρχουν μεμονωμένα περιστατικά. Η συνεχής υποτίμηση και απαξίωση των πιο «λάιτ» περιστατικών είναι η καθημερινή υπενθύμιση ότι οι γυναίκες βρισκόμαστε διαρκώς στο στόχαστρο, ότι η παρουσία μας στον δημόσιο και στον ιδιωτικό χώρο συνοδεύεται από υποχρέωση (παντός τύπου) απέναντι στους άντρες. Και είναι επίσης το εξαιρετικά πρόσφορο έδαφος όπου καλλιεργείται η ανοχή ολόκληρων κοινωνιών.
Το να αντιμετωπίζουμε τέτοια περιστατικά ως εντελώς αναπάντεχα είναι πολύ επικίνδυνο. Δίνει τη λάθος εντύπωση: ότι όλα βαίνουν καλώς με περιστασιακές εξαιρέσεις.
Αν η κοινή γνώμη γουστάρει αίμα ας δει σαπουνόπερες, δεν πρέπει να περιμένουμε την επόμενη Βραζιλία για να θυμηθούμε ότι η βία κατά των γυναικών είναι υπαρκτή. Καιρός να μάθουμε να θυμόμαστε και να επεμβαίνουμε γιατί ο κόσμος είναι πολύ μικρός κι η Βραζιλία είναι κοντά.