του Σάκη Μαλαβάκη
Είναι η χώρα των γκέιζερ, των ηφαιστείων και των Βίκινγκ. Είναι επίσης μία από τις πιο φιλελεύθερες και απελευθερωμένες σεξουαλικά χώρες του κόσμου και η μοναδική που έχει ομοφυλόφιλη Πρωθυπουργό – την Τζοάνα Σιγκουρνταρντοτίρ, η οποία έχει δηλώσει ότι είναι λεσβία. Σύντομα όμως η Ισλανδία ενδέχεται να είναι γνωστή και για άλλη μία παγκόσμια πρωτοτυπία. Σε μερικούς μήνες μπορεί να είναι η πρώτη χώρα στον (δυτικό) κόσμο που θα έχει απαγορεύσει το διαδικτυακό πορνό.
Επειτα από το θετικό πόρισμα της δημόσιας διαβούλευσης που πραγματοποιήθηκε, η κυβέρνηση του Ρέικιαβικ ξεκίνησε έρευνα για να βρει τον τρόπο με τον οποίο θα καταφέρει να απαγορεύσει την πρόσβαση σε ιστοσελίδες πορνογραφικού περιεχομένου σε ολόκληρο το νησί. «Είμαστε μια φιλελεύθερη και προοδευτική κοινωνία όσον αφορά τον γυμνισμό και τις σεξουαλικές επαφές», δηλώνει η Χάλα Γκουναρσντοτίρ, σύμβουλος του υπουργείου Εσωτερικών που έχει αναλάβει την υπόθεση. «Δεν προσεγγίζουμε το πρόβλημα όντας κατά του σεξ αλλά κατά της βίας. Το ζήτημα δεν αφορά την ελευθερία του λόγου αλλά την προστασία των μικρών παιδιών. Οι στατιστικές δείχνουν ότι κατά μέσο όρο ένα παιδί βλέπει πορνό στο Διαδίκτυο στην ηλικία των έντεκα και αυτό μας ανησυχεί, όπως ακριβώς μας ανησυχεί η ολοένα περισσότερο βάναυση και εξευτελιστική φύση όλων αυτών στα οποία εκτίθενται τα παιδιά».
Εάν τελικά προωθηθεί το συγκεκριμένο σχέδιο, η απαγόρευση του κυβερνοπορνό θα αποτελέσει στην ουσία μια διεύρυνση των νόμων που έχουν ήδη εγκριθεί και αφορούν την απαγόρευση της έντυπης πορνογραφίας και της λειτουργίας κλαμπ με στριπτίζ καθώς και την ποινικοποίηση των πελατών και όχι των εκδιδομένων γυναικών αναφορικά με την πορνεία. Ομως η πρόθεση να απαγορευτεί η πρόσβαση σε ιστοσελίδες πορνογραφικού περιεχομένου θέτει προβλήματα τεχνικά αλλά και ηθικά, τα οποία δεν είναι εύκολο να επιλυθούν. Μεταξύ των προτάσεων που ακούγονται ξεχωρίζει εκείνη που προβλέπει την εισαγωγή ειδικών φίλτρων, το μπλοκάρισμα συγκεκριμένων σελίδων και τη δίωξη όσων χρησιμοποιούν πιστωτικές κάρτες για να αποκτήσουν πρόσβαση σε πορνογραφικές ιστοσελίδες. Η πρωτοβουλία της ισλανδικής κυβέρνησης στοχεύει στον περιορισμό της έννοιας της πορνογραφίας έτσι ώστε να μη συμπεριληφθούν στην απαγόρευση όλες οι μορφές πορνογραφίας αλλά μόνο εκείνες που θεωρούνται βίαιες ή εξευτελιστικές. Και το καίριο ερώτημα είναι το εξής: ποιος αποφασίζει τι θεωρείται πορνογραφικό υλικό και τι όχι; Τι πρέπει να απαγορευτεί και τι όχι;
ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ. Οσοι εναντιώνονται σε ανάλογες προτάσεις θεωρούν ότι η κατάληξη θα ήταν η αυτοματοποίηση της λογοκρισίας και κατ’ επέκταση ο περιορισμός των ατομικών ελευθεριών. Και όσον αφορά τη γνώμη των ειδικών, δεν θεωρούν όλοι ότι η πορνογραφία είναι επιβλαβής. Μελέτη που πραγματοποίησε το 2009 το Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ, για παράδειγμα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η παρακολούθηση πορνό δεν αλλάζει την αντίληψη που έχουν οι άντρες για τις γυναίκες. Αλλοι όμως, όπως ο Τιμ Τζόουνς από το Πανεπιστήμιο του Γουόρστερ, υπογραμμίζουν ότι η διαδικτυακή πορνογραφία προκαλεί τον σχηματισμό «ακραίων φαντασιώσεων» τις οποίες οι χρήστες ενδεχομένως να επιθυμούν να πραγματοποιήσουν στην πραγματική τους ζωή. Πάντως οι αναφορές κάνουν λόγο για αύξηση της εξάρτησης από το πορνό από τότε που άρχισε να κατακλύζει το Διαδίκτυο. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πορνογραφία αποτελεί ένα από τα αγαπημένα θέματα των χρηστών του Διαδικτύου. «Δεν είναι ότι κάποιος βλέπει μια ταινία πορνό και στη συνέχεια βγαίνει στον δρόμο και βιάζει», σχολιάζει η Γκάιλ Ντάινς, καθηγήτρια κοινωνιολογίας στο Γουίλοκ Κόλετζ και συγγραφέας του βιβλίου «Pornland: how porn hijacked our sexuality» (η χώρα του πορνό: πώς η πορνογραφία απήγαγε την σεξουαλικότητά μας). «Αλλάζει όμως ο τρόπος με τον οποίο ο κόσμος αντιλαμβάνεται την οικειότητα, το σεξ, τις γυναίκες. Και πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να μη γνωρίζουν τι είναι η πορνογραφία. Οταν ένα 11χρονο παιδί πληκτρολογήσει τη λέξη “πορνό” στο Διαδίκτυο, δεν θα βρει φωτογραφίες γυμνών γυναικών που ποζάρουν για το “Playboy”, αλλά εξαιρετικά σκληρές ταινίες πορνό, ικανές να το τραυματίσουν κατά την εφηβεία».
ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ. Οι επικριτές της πρωτοβουλίας θεωρούν ότι η απαγόρευση είναι δύσκολο να εφαρμοστεί. Σύμφωνα με την Σμάρι ΜακΚάρθι, διευθύντρια του Διεθνούς Ινστιτούτου για τα Σύγχρονα ΜΜΕ (International Modern Media Institute), η όλη ιδέα είναι «φασιστική και τρελή». Ομως η κυβέρνηση της Ισλανδίας, αυτής της μικρής χώρας με τους μόλις 500 χιλιάδες κατοίκους, δεν πτοείται. «Είμαστε προοδευτικοί, είμαστε δημοκρατικοί, πιστεύουμε στην ισότητα μεταξύ των φύλων και επιθυμούμε να είμαστε πιο ριζοσπαστικοί από άλλες κυβερνήσεις. Είμαι σίγουρη ότι πολλοί άλλοι θα ακολουθήσουν το παράδειγμά μας» δήλωσε η Χάλα Γκουναρσντοτίρ.
Πηγή: Τα Νέα