της Ελένης Καρασαββίδου
Σε ένα συντονιστικό του Φύλου Συκής συζητήσαμε το ενδεχόμενο να δημιουργήσουμε ένα Παρατηρητήριο (ή όπως αλλιώς το πούμε) για τον σεξισμό στα ΜΜΕ. Και πως όχι; Από τις διαφημίσεις απορρυπαντικών και καλλυντικών ως τις εκπομπές λόγου, τα ΜΜΕ, η κύρια δίοδος αναπαράστασης του κόσμου με ευθεία και βαθιά επιρροή στην ανθρώπινη συνείδηση, «φυσιολογικοποιούν» κι έτσι «νομιμοποιούν» το βασικό δίπολο αναπαραγωγής ενός βαθιά ιεραρχικού, κι άρα και σεξιστικού κόσμου: Από τη μια οι δικαιωματικοί κυρίαρχοι του κοινωνικού γίγνεσθαι και της «σοφίας του» (λευκοί για τα δεδομένα μας, χριστιανοί άνδρες) κι από την άλλη το «άλλο» στην μορφή της γυναίκας ως καταναλώτριας, δέκτη, ή κι αναπαραγωγού των δικών τους προτύπων, ώστε η κυριαρχία όχι μόνο να μην απειλείται αλλά να αυτοβαυκαλίζεται και να επανανομιμοποιείται ως «συμμετοχική».
Αλλά σε εποχές κρίσης έρχεται στην επιφάνεια και κάτι ακόμη βαθύτερο που δεν αφορά μόνο όσα προβάλλονται προς τα έξω μα και τις εσωτερικές δομές των «οργανισμών» που τα προβάλλουν. Και κυρίως πια αφορά και τη σημειολογική λειτουργία τους: Χρόνια τα τραστ των ΜΜΕ, συγκεντρώνοντας πάνω σε ελάχιστους αριθμητικά οργανισμούς μια παγκόσμια εξουσία, θεωρούνταν ως τυπικά παραδείγματα μιας κοινωνίας με πατριαρχικό υπόβαθρο κι ενός ολιγοπωλιακού καπιταλισμού. Η γραφειοκρατική τους δομή, η σεξιστική και φυλετική ποσόστωση στις θέσεις εξουσίας, η διανομή των ρόλων και τα κριτήρια στην παγιοποίηση ή στις εξαιρέσεις τους, αποδείκνυαν βασικά συμπεράσματα της Gestalt θεωρίας αλλά και της Δυναμικής των Ομάδων. Τα γεγονότα είναι αυτό που είμαι εγώ, όχι αυτό που τα ίδια είναι ανεξάρτητα από εμένα. Αυτός ο ετεροκαθορισμός της κυρίαρχης ματιάς μέσα μας, το άδειασμα μου από την πιθανότητα να επαναοικιοποιήσω το βλέμμα μου και τον κόσμο γύρω είτε ως γυναίκα είτε ως μη μάτσο άνδρας, αφαιρούσε από την πραγματικότητα «σάρκα» και την έκανε μια άψυχη, τυπική αναπαραγωγή μηχανιστικών αν κι εξαιρετικά εύπεπτων προτύπων προς υλική αλλά και ψυχολογική κατανάλωση.
Φαίνεται όμως πως σε εποχές που ακόμη και η αστική δημοκρατία απεκδύεται τα καλά της κι αμήχανη ή «ανήξερη» βαδίζει προς έναν μηδενιστικό (ισοπεδωτικό ακόμη κι ως προς την έννοια του οράματος κι άρα της θυσίας) ολοκληρωτισμό, (γύρω όχι από μια υψηλή ιδέα –και να που είναι δυνατόν!- αλλά από την οικονομία) τα Μίντια, ακολουθώντας ίσως την ίδια μάτσο περιφρόνηση για την κοινωνία και τις κατακτήσεις της με την οικονομική ολιγαρχία και τους κομματικούς και μιντιακούς εκπροσώπους της, σιγά σιγά αρχίζουν «ως δομή» να αντιλαμβάνονται το “μέγεθός” τους και να μην αρκούνται πλέον στο ρόλο του αναπαραστατικού μηχανισμού υπέρ του συστήματος, αλλά προσανατολίζονται υπέρ “του εαυτού τους” και των πολυποίκιλων κερδών της βιομηχανίας τους.
Λέγεται ότι στο τέλος του 20ου αιώνα αποκρυσταλλώθηκε μια διαδικασία «ανεξαρτητοποίησης» των παγκόσμιων ΜΜΕ, τα οποία από πιόνια του ιεραρχικού συστήματος της κοινωνίας αρχίζουν να θέτουν μόνα τους τούς όρους του παιχνιδιού και να διεκδικούν/αναλαμβάνουν ξεκάθαρα τον ηγετικό ρόλο για τον εαυτό τους, ως ένας σημειολογικός «φαλλός» που ορθώνεται για να «νουθετήσει». H πορεία αυτή δε συνεπάγεται αυτόματα πως θα είναι απόλυτη, μονοσήμαντη ή απρόσκοπτη. Όπως και να ’χει, όμως, μπορεί να εξελιχθεί (και εξελίσσεται ήδη) στο σημαντικότερο παράγοντα θεμελιωδών πολιτειακών μετατροπών κι εξελίξεων.
Πρωτοποριακές έρευνες στο χώρο των ΜΜΕ έχουν προειδοποιήσει εδώ και αρκετά χρόνια πως πολλά από τα συμβαίνοντα στο χώρο της βιομηχανίας της ενημέρωσης (πιθανότατα πλέον πιο κερδοφόρα κι απ’ αυτές των όπλων ή των ναρκωτικών) εξαρτώνται άμεσα από τη γραφειοκρατική τους δομή κι άρα τείνουν να γίνουν τα υποχείρια μιας τεράστιας, απρόσωπης (και γι’ αυτό πιο δύσκολα προσβάσιμης κι ελεγχόμενης) μάτσο στα βασικά της χαρακτηριστικά εξουσίας εξαιρετικά ολίγων πλανητικά και σε κάθε τόπο. Αν όλος αυτός ο εξουσιαστικός μηχανισμός αυτονομηθεί πλήρως, (με δεδομένες τις τεράστιες δυνατότητες της εικονικής τεχνολογίας που ίσως θα μπορεί να κατασκευάζει σε λίγο “δήθεν πραγματικότητες” που θα έχουν άμεσο αντίκτυπο στην καθημερινότητά μας, αλλά και το ότι η επικοινωνιακή εξουσία δεν παρουσιάζει ένα αυταρχικό προσωπείο που σύμφωνα με έρευνες της γνωστικής ψυχολογίας κρατά την κριτική ικανότητα σε εγρήγορση, αλλά αντίθετα ένα ευχάριστο ή συναρπαστικό προσωπείο που μπορεί να σε κατέχει/κοιμίζει εσωτερικά), ίσως κάνει κάποτε ακόμη και τις φριχτότερες εξουσίες που γνώρισε μέχρι τώρα ο/η άνθρωπος να μοιάζουν κυριολεκτικά με παιδική χαρά. Ή τουλάχιστον με σταυρόλεξο για -σχετικά- εύκολους λυτές.
Επηρεασμένα από το φωτεινό διάλλειμα της μεταπολεμικής ανάτασης και της δεκαετίας του 60 στη Δύση, στο ζοφερό κατά τα άλλα τοπίο του ψυχρού πολέμου, τα ΜΜΕ έπαιζαν σημαντικό έτσι κι αλλιώς ρόλο. Είναι πασίγνωστη η καταλυτική επίδραση που είχαν μη λογοκριμένες εικόνες από τον πόλεμο του Βιετνάμ στη δημιουργία αντιπολεμικών συναισθημάτων και των αντίστοιχων κινημάτων. Σε μια πορεία όμως από την κριτική στην αποδοχή, (και με δεδομένο το μάθημα που παίρνει ένα σύστημα που το κυριότερο ταλέντο του είναι να φυλάγει τα νώτα του και να βγάζει και κέρδος από αυτό) η κάλυψη του πολέμου στο Βιετνάμ αντικαταστάθηκε από τον τρόπο κάλυψης του πολέμου στο Ιράκ και δώθε (έχει γράψει ο Ρ. Φισκ νομίζω για την μη δημοσιογραφία που αντί έρευνας αναπαρήγαγε απλώς τις απόψεις των ΥΠΕΞ ΗΠΑ και Βρετανίας…). Αυτή η πορεία υπήρξε -καθόλου τυχαία- παράλληλη με την υποχώρηση, ποδηγέτηση, ή ακύρωση των νέων κοινωνικών κινημάτων κι ανάμεσα τους το φεμινιστικό, που αμφισβητούσαν και μέσω των αντιπολεμικών ή αντιαποικιοκρατικών κινημάτων το κοντάρι πάνω στο οποίο καρφώνονται όλοι οι ολοκληρωτισμοί στο σώμα της γης. Κι ανάμεσά τους -όχι τον εθνισμό πάντα δημιουργικός όταν είναι κριτικά διακείμενος κατά την γνώμη μου- τον εθνικισμό. Δεν είναι τυχαίο ότι οποιαδήποτε αμφισβήτηση της κυρίαρχης ιστορικής ανάγνωσης (σωστής ή λάθος δεν μας αφορά εδώ) επιλέχθηκε να ονομαστεί ως «παλινόρθωση της κλειτορίδας» (Ζουράρης). Ούτε ότι αυτή η… φοβική αντίδραση, καλά «προστατευμένη» πίσω από την ειρωνεία, (αλλά και την ψευτομαγκιά του κάθε Κωστόπουλου, Αναστασιάδη ή Τατσόπουλου) συμπίπτει –και συνδιαμορφώνει σε σημαντικό βαθμό- μια εποχή όπου η ομοφοβία αλλά και η ακόμη εντονότερη «δημόσια» ξενοφοβία βιαιοπραγούν σωματικά και ηθικά κάθε ημέρα!
Στην Ελλάδα, έχουμε κατ’ αντιστοιχίαν του μεγέθους μας δημοσιογραφικά γραφεία κι ονόματα να λειτουργούν με το απίστευτα διαπλεκόμενο αζημίωτο (την ίδια ώρα που… καταγγέλλουν συντεχνίες) ως γραφεία τύπου συγκεκριμένων συμφερόντων και υπουργούς να καθοδηγούνται από δημοσιογράφους σε σχέση με την «στρατηγική της έντασης». Έχουμε ένα ΕΣΡ που αναπαράγει με ποινές ή λογοκριτικές πρακτικές κι αποδοχές όλα τα φοβικά σύνδρομα, την ίδια ώρα που αφήνει «ελεύθερη» την ρητορική μίσους. Κι έχουμε παλιά, καλά, καλλιεργημένα αστικά φύλα ή κανάλια να διαπράττουν όσα… κατήγγειλαν στους… σταλινικούς, απολύοντας όσους κι όσες γράφουν «με το αριστερό χέρι» ώστε να μην υπάρχει συγκριτικός αντίλογος στα λογικοφανή άρθρα τους μέσα από τα οποία το κοινό παραδίνεται στην παράνοια μιας εξωφρενικής εποχής η οποία –το πιθανότερο- μόλις ξεκινάει.
Σε αυτό το ζοφερό τοπίο λίγα ΜΜΕ, κυρίως ηλεκτρονικά (και το διαδίκτυο αποτελεί ένα άλλο μεγάλο θέμα) εξακολουθούν να θυμίζουν ακόμη την ιδεατή λειτουργία της δημοσιογραφίας, ως δικλείδα κριτικής της εξουσίας και του μάτσο προτύπου που τόσα συμφραζόμενα κυοφορεί και δημιουργεί. Λίγα ΜΜΕ (κι αυτά, όπως όλοι κι όλες μας, με καλές και κακές στιγμές) φιλοξενούν κριτικές και έξω από τα λόμπι φωνές. Όμως, ιδίως αυτά που δεν μπορούν να γραφικοποιηθούν εύκολα εξαιτίας της προσωπικής ιστορίας και αξίας των συντελεστών τους όπως το tvxs ή το HotDoc, δέχονται ποικίλες επιθέσεις, είτε από πολιτικούς αντιπάλους είτε από χώρους που θα περίμενε κανείς να είναι προσεκτικότεροι στην εφαρμογή ενός επαναστατικού μεγαλοϊδεατισμού στο πεδίο της καθεαυτό πραγματικότητας, ώστε να μην παίζουν άθελα τους, παιχνίδια όσων θέλουν την δημοσιογραφία πλυντήριο μιας ολοένα και κυνικότερης εξουσίας. Στο θολό τοπίο των ΜΜΕ ας προστατεύσουμε τις λίγες νησίδες δημοσιογραφίας….
Ήδη, μέσω της ερώτησης του Παναγιώταρου, η Χ.Α. επιτέθηκε στην Τηλεόραση Χωρίς Σύνορα, ενώ είναι γνωστότατες (και σοκαριστικές) οι ιστορίες για το Hot Doc και την σύλληψη του Κ. Βαξεβάνη, και του Unfollow, με την καταγγελλόμενη επίθεση του Μελισσανίδη. Όποιος μάλιστα δεν βλέπει πόσο αυτά τα μίντια ανέδειξαν καίρια ζητήματα σε καιρούς σιωπής (για να θυμηθούμε τον Μπρεχτ) έχει προφανώς πρόβλημα στην ανάγνωση ή παίζει (ηθελημένα ή αθέλητα) παιχνίδια περίεργων κύκλων. Με δεδομένο ότι (καθόλου τυχαία) αυτά αποτελούν ανεξάρτητες προσπάθειες στον μιντιακό χώρο δεν είναι άσχετα με την αποδόμηση θεμελιωδών στοιχείων της δημοκρατίας σε ένα περιβάλλον αυξανόμενης καταστολής κι άρα επέλασης του «ματσισμού»…
Η υπεράσπιση της ανεξάρτητης δημοκρατίας όπου αυτή εντοπίζεται (ακόμη κι όταν δεν μας βολεύει) δεν αφορά διαπροσωπικές σχέσεις, συμπάθειες κι αντιπάθειες αλλά απείρως σημαντικότερα από την ζωή του ενός ή των δυο, ζητήματα, που θα τα βρούμε όλοι και όλες μπροστά μας…. Πέρα όμως από την –σημαντική- περιπτωσιολογία (στην οποία οι αποκλεισμένες ή παραιτημένες γυναίκες απουσιάζουν!) καλό είναι να εντοπίσουμε, να αναδείξουμε και να αντιπαλέψουμε -στον βαθμό που μας αναλογεί- το όλο και πιο επικίνδυνο επικίνδυνο υπόστρωμα: Ο σεξισμός στα μίντια δεν έχει να κάνει μόνο με αυτό που φαίνεται και την τεράστια δύναμή του, ούτε με αυτό που δεν φαίνεται και την προσβλητική εξουσία του. Αλλά έχει ακόμη να κάνει και με την ιδιαίτερα παγιωμένη, κι άρα ανησυχητική, δυνατότητα να αυτοαναπαράγεται ό,τι δεν θα ’πρεπε ποτέ να παραχθεί: Εξουσιαστικές δομές και «νομιμοποιημένες» νοοτροπίες, σε επιχειρήσεις που δρουν ως τα πλέον συμβολικά και στιβαρά κύτταρα στο τέρας της κυριαρχίας, διεκδικώντας το όλο και πιο πολύ για τον εαυτό τους….