12

του Θωμά Τσαλαπάτη

Κάποιοι, στο άκουσμα της προκήρυξης των εκλογών, πανηγύριζαν επειδή η διακυβέρνηση από τον ακροδεξιό κυβερνητικό θίασο θα έφτανε επιτέλους στο τέλος της. Κάποιοι άλλοι, επειδή αναγνώριζαν το ενδεχόμενο να τελειώσει η χρόνια μνημονιακή πολιτική. Κάποιοι ίσως γιατί πίστευαν πως ένας νέος (έστω κάπως καλύτερος) κόσμος μπορεί να οικοδομηθεί στο τώρα. Όχι εμείς όμως. Εμείς πανηγυρίζαμε γιατί καταλαβαίναμε πως πλησίαζε η ώρα για ένα ακόμη τηλεοπτικό σποτ της Νέας Δημοκρατίας. Βλέπετε, μετά το θρυλικό «Γιατί κύριε;», η εξάρτησή μας στο απεχθές σημείωσε νέα όρια ανάγκης και επιθυμίας. Η προεκλογική περίοδος έμοιαζε με εξιλέωση. Και η σαμαρική Νέα Δημοκρατία δεν θα μας άφηνε για πολύ διψασμένους.

Το προεκλογικό παρόν του κόμματος

Έχει ενδιαφέρον να δούμε το πόσο όμοια είναι η εκστρατεία της Νέας Δημοκρατίας με αυτή που επιχείρησε στις προηγούμενες εκλογές. Πριν τρία χρόνια, για το αντίστοιχο προεκλογικό σποτ γράφαμε: «Στο συγκεκριμένο διαφημιστικό δεν υφίσταται ίχνος πολιτικής επιχειρηματολογίας. Η Νέα Δημοκρατία επιλέγει το φόβο ως βασικό επιχείρημα, αποφεύγοντας να περιγράψει οποιαδήποτε πολιτική διαδικασία που θα οδηγούσε ή θα απέτρεπε το αποτέλεσμα που τον δημιουργεί. Το σποτ λειτουργεί με όρους τηλεοπτικού μάρκετινγκ έξω από τη σφαίρα του πολιτικού. Ο τηλεθεατής – καταναλωτής – πολίτης πρέπει πάση θυσία να αγοράσει το προϊόν. Δεν χρειάζεται να γνωρίζει τις ιδιότητές του, τα προτερήματα ή τα μειονεκτήματα του. Η κακόγουστη και χυδαία επίκληση στο συναίσθημα, θα τον κάνει να λειτουργήσει χρησιμοποιώντας αποκλειστικά τα αντανακλαστικά του. Η ανάλυση είναι πολυτέλεια όταν βλέπεις θλιμμένα παιδικά πρόσωπα. Ο φόβος για τα παιδιά ή μάλλον η αποτροπή του φόβου γίνεται ένας νέος μηχανισμός επιθυμίας. Στο μετααποκαλυπτικό περιβάλλον των διαφημίσεων, η ρητορική ταυτίζεται με την αποπλάνηση και το συναισθηματικό τραμπουκισμό». Σήμερα δεν θα αλλάζαμε ούτε λέξη.

Η πλήρης απαξίωση και ο αποκλεισμός του επιχειρήματος είναι το μόνιμο προεκλογικό παρόν του κόμματος. Τα σποτ δεν επιθυμούν να πείσουν, αλλά να υποβάλουν. Δεν εξηγούν, αλλά επιβάλλουν. Για το λόγο αυτό δεν εμφανίζουν δείκτες, έργα, πολιτική, αλλά αντίθετα ένα φθηνό ανθολόγιο σημείων. Τους πολίτες και τους ανθρώπους όπως τους αντιλαμβάνονται και όπως τους επιθυμούν, τους ρόλους όπως τους κατασκευάζουν και όπως τους αντιπροσωπεύουν. Και τελικά σε ένα ολίσθημα σκηνογραφικής αφέλειας τη χώρα, όπως την κατάντησαν.

Ο αστερισμός των σημείων

Ας περιπλανηθούμε, λοιπόν, στον αστερισμό των σημείων, όπως αυτός καταγράφηκε μέσα από τα πέντε διαφημιστικά του προϊόντος «Νέα Δημοκρατία». Υπεραπλουστευτικές γενικεύσεις ειπωμένες σε μια δήθεν γλώσσα της πιάτσας, ποδοσφαιρικές παρομοιώσεις υψηλού επιπέδου, μια εκβιαστική οικειότητα που επιτρέπει στον πρωθυπουργό να σου κλέβει την μπάλα ή να εισβάλει στο σαλόνι σου, η γυναίκα αποκλειστικά σε ρόλο συζύγου-μητέρας-νοικοκυράς που όλη την ώρα παίζει με τη βέρα της και ανησυχεί για το μέλλον της χώρας, ένας ελαφρώς ηλίθιος τύπος που δεν μπορεί να χειριστεί το φωτοτυπικό μηχάνημα, χυδαία εκμετάλλευση των δολοφονιών στο Παρίσι για τη δημιουργία φόβου σε σχέση με το μεταναστευτικό ζήτημα. Μια κοινωνία φυλετικής καθαρότητας όπου τα παιδιά που παίζουν στις πλατείες θα είναι αποκλειστικά ελληνόπουλα με γαλάζια μάτια. Μια αποκλειστικά προσωποκεντρική πολιτική ιεραρχίας, όπου ο πατέρας του έθνους μιλά στον πατέρα της οικογένειας ευθύγραμμα χωρίς αντιρρήσεις και ερωτήσεις. Κατοικίδια μιζέρια, όλη η Ελλάδα μια εσωτερικευμένη επαρχία και ο μεσσιανισμός του ηγέτη που «ό, τι υπόσχεται το δίνει και είναι για πάντα».

Πίσω από την καμπάνια

Και πίσω απ’ όλα η φλύαρη υποκρισία που εκκρεμεί πίσω από το κάθε πλάνο. Πίσω από τη νεολαγνεία της ευκαιριακής διαφημιστικής συγκίνησης κρύβεται ο αποκλεισμός των 18αρηδων και το σύνολο μιας πολιτικής που οδηγεί τους νέους στην απελπισία ή την μετανάστευση. Πίσω από την οικογένεια που καταθέτει ερωτήσεις στον μεγάλο Οικείο μέσα στην οικεία του, κρύβεται η διαλυμένη μεσαία τάξη καταδικασμένη στη φτωχοποίηση από τις πολιτικές της κυβέρνησης. Και πίσω από τις πλατείες που αναπνέουν μόνο ελληνόπουλα κρύβεται όλη η ρατσιστική πολιτική της κυβέρνησης με τις προσαγωγές, τις επιχειρήσεις σκούπα, τις ρατσιστικές συμπεριφορές των ομάδων ΔΕΛΤΑ και ΔΙΑΣ και το κλείσιμο του ματιού στις τακτικές της Χρυσής Αυγής. Τέλος, πίσω από την παρουσία του Αντώνη Σαμαρά στα διαφημιστικά σποτ κρύβεται η απουσία του από το κοινοβούλιο καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του, πίσω από την πυγμή και τη μαγκιά του λόγου του η υποτέλειά του στις διαπραγματεύσεις με τους ετέρους, πίσω από τον πολιτικό λόγο που εύχεται και υπόσχεται, οι πολιτικές πράξεις που ακυρώνουν και καταδικάζουν.

Τα πολιτικά σποτ της Νέας Δημοκρατίας μας περιγράφουν ένα ιδιόμορφο πολιτικό ταξίδι παρά τη θέλησή τους. Ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς επισκέπτεται την καταστροφή, την οποία ο ίδιος δημιούργησε. Χαμογελώντας αυτάρεσκα, δίνοντας υποσχέσεις βελτίωσης και αλλαγής σαν κάποιον που φυτεύει αμέριμνα μαργαρίτες σε ένα καμένο δάσος.

Πηγή: Groucho Marxism (αρχική δημοσίευση στην Εποχή)