της Σίσσυς Βωβού
Με αφορμή την προσπάθεια αντιδραστικής μεταρρύθμισης στην Ισπανία, για την αλλαγή του νόμου για την εθελούσια τεχνητή διακοπή κύησης και την απαγόρευσή της, ειπώθηκε σε όλους τους τόνους ότι την περίοδο της κρίσης έχουμε μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα περιστολής των δικαιωμάτων των γυναικών, καθώς και πολιτικές υποβάθμισης της ισότητας των δύο φύλων, σε συνθήκες, πρέπει να πούμε, που οι γυναίκες μεγαλουργούν στο δημόσιο χώρο. Αυτό συνδέεται επίσης με την άνοδο των ακροδεξιών, λαϊκιστικών, ακόμα και φασιστικών κινημάτων, και της ιδεολογίας πάνω στην οποία στηρίζονται τέτοιες κοινωνικές αναδιπλώσεις.
Σε ποια κατάσταση βρισκόμαστε σήμερα, ως προς τα αιτήματα, τα δικαιώματα και τις διεκδικήσεις των γυναικών; Θα επικεντρωθώ κυρίως στην Ελλάδα, και θα επιφυλαχθώ για συστηματική διατύπωση των γυναικείων διεκδικήσεων στο πλαίσιο της Ευρώπης, ενόψει και των ευρωεκλογών. Εξάλλου στο Alter Summit που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα τον Ιούνιο του 2013, μιλήσαμε για μια φεμινιστική Ευρώπη και συζητήσαμε σχετικά, στη συνέλευση των γυναικών.
Η οικονομική και κοινωνική κρίση η οποία εξελίσσεται με βάση τη νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση της καπιταλιστικής οικονομίας, θίγει με συγκεκριμένους τρόπους τα δύο φύλα, στο έδαφος της προϊούσας πατριαρχικής δομής της.
● Στον τομέα της εργασίας, έχουμε εξέλιξη και γενίκευση του μοντέλου επισφάλειας και μερικής απασχόλησης, το οποίο εισήχθη πριν 20 χρόνια περίπου με σημαντικό επιχείρημα τη συμφιλίωση επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής για τις γυναίκες. Οι φεμινίστριες ποτέ δεν δεχθήκαμε αυτά τα επιχειρήματα, ζητώντας πάντα πλήρη και ποιοτική εργασία για όλους και όλες, και ως προς την οικογενειακή ζωή ζητούσαμε κατάλληλες δομές από μεριάς πολιτείας για την φροντίδα των παιδιών και όσων έχουν σχετική ανάγκη, καθώς και μοίρασμα των υποχρεώσεων φροντίδας ανάμεσα στα δύο φύλα και τους δύο γονείς, όπου υπήρχαν, ώστε να σπάνε οι στερεότυποι ρόλοι των δυο φύλων.
● Αν μιλήσουμε για την ανεργία, έχουμε φθάσει δυστυχώς ως γενική ανεργία στο 28%, που αυξάνεται. Το χάσμα μεταξύ ανδρικής και γυναικείας ανεργίας υπήρχε όταν η ανεργία ήταν στο 7% ή 9%, υπάρχει περίπου με τα ίδια ποσοστά και σήμερα. Η γυναικεία ανεργία παραμένει περίπου στα 3/2 της ανδρικής.
● Οι δομές κοινωνικής πρόνοιας, ιδιαίτερα αυτές που αφορούν τη φροντίδα τέκνων και ηλικιωμένων, αποδομούνται σήμερα ταχύτατα, με αποτέλεσμα να φορτώνονται τα βάρη στις πλάτες κατά προτίμηση των γυναικών. Εδώ όμως πρέπει να πούμε ότι αιτία του φαινομένου είναι κυρίως η πατριαρχική αντίληψη η οποία θέλει τον άνδρα να ξεκουράζεται, δικαίως βέβαια, μετά τη δουλειά του, και τη γυναίκα να μην ξεκουράζεται αλλά να συνεχίζει τη διπλή οικιακή δουλειά, προσφορά ή σκλαβιά.
● Η κοινωνική ασφάλιση υποβαθμίζεται, με αποτέλεσμα να έχουμε περισσότερο από 25% ανασφάλιστους συμπολίτες και συμπολίτισσες, αλλά οι γυναίκες πλήττονται ιδιαίτερα και σε μεγαλύτερο ποσοστό, αφού έχουν τόσο το «προνόμιο» στην ανεργία, όσο και ότι συχνά απασχολούνται σε εργασίες που δύσκολα ασφαλίζονται, π.χ. οικιακή καθαριότητα. Επίσης, πολλές φορές επαναπαύονται στην ασφάλιση του συζύγου ως προστατευόμενη μέλη. Στο θέμα της γέννησης των παιδιών, οι ασφαλισμένες γυναίκες έχουν την φροντίδα στη διάρκεια της κύησης, κατά τον τοκετό και στο επόμενο διάστημα, για τις ίδιες και τα βρέφη τους, με τις σημερινές δύσκολες έως ακατάλληλες συνθήκες στα νοσοκομεία που απομένουν. Οι ανασφάλιστες είναι πολύ μεγαλύτερο κομμάτι, αφού έχουν μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας, ή καλύπτονται από τον σύζυγο εάν κι αυτός έχει δουλειά. Εξαναγκάζονται λοιπόν να πληρώνουν 600 ευρώ για έναν φυσιολογικό τοκετό και 1.200 για καισαρική, κάτι δύσκολο έως αδύνατο στις σημερινές συνθήκες για τις άνεργες. Το αποτέλεσμα είναι να αποστερούνται του δικαιώματος να τεκνοποιήσουν εάν και εφόσον το επιθυμούν μέσα στις γενικότερες δυσκολίες. Για τις μετανάστριες, που είναι σε ακόμα υψηλότερα ποσοστά ανασφάλιστες, γνωρίζουμε ότι έχουν επιβληθεί τα διπλά νοσήλεια, τα οποία συμπεριλαμβάνουν και τον τοκετό, κάτι που οι γυναικείες οργανώσεις έχουμε καταγγείλει σε όλους τους τόνους ως ρατσιστική διάκριση.
● Το δικαίωμα στην τεχνητή διακοπή κύησης που είναι νομοθετικά κατοχυρωμένο από το 1986, φαλκιδεύεται μέσα στις σημερινές συνθήκες. Για τις ανασφάλιστες απαιτείται η καταβολή 300 ευρώ σε δημόσιο νοσοκομείο, ενώ πριν, όπως και για άλλες ιατρικές πράξεις, υπήρχαν τρόποι να εξασφαλιστεί η δωρεάν παροχή. Η υποβάθμιση των δομών υγείας επηρεάζει κατ’ αναλογία την αντισύλληψη και τις δομές ενημέρωσης και συμβουλευτικής.
● Στον τομέα της βίας κατά των γυναικών, που είναι σοβαρό και διαχρονικό πρόβλημα στο πλαίσιο της πατριαρχίας, η κατάσταση χειροτερεύει και παίρνει νέες μορφές. Το αδιέξοδο της οικονομικής κρίσης δυσκολεύει τις γυναίκες πολύ περισσότερο απ’ όσο στο παρελθόν να απεμπλακούν από μια βίαιη σχέση. Τα καλά νέα είναι οι δομές συμβουλευτικής και κάποια καταφύγια που έχουν ανοίξει σε πολλές περιοχές της χώρας, με χρήματα αποκλειστικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μια και δεν υπάρχει καμιά βούληση από μεριάς ελληνικής πολιτείας για τέτοιες δαπάνες. Χρειάζεται ενημέρωση για την ύπαρξη τέτοιων δομών, ώστε να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε όποιες τις χρειάζονται. Παραμένει το γεγονός ότι εκτός από στιγμές κρίσης, τα καταφύγια δεν μπορούν να προσφέρουν μακροχρόνια βοήθεια. Ο νόμος του 2006 για την ενδοοικογενειακή βία χρήζει αντικατάστασης από έναν νόμο που θα περιλαμβάνει όλα τα θέματα έμφυλης βίας. Μια σχετική νομοθετική επεξεργασία έχει γίνει, αλλά βρίσκεται στο συρτάρι και δεν έχει υποβληθεί για ψήφιση.
● Τα κακά νέα είναι η συντήρηση αν όχι ανάπτυξη της πορνείας και του τράφικινγκ, η διάδοσή τους σε μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας, η «επιλογή» της πορνείας ως λύσης βιοπορισμού από γυναίκες σε οικονομικά αδιέξοδα και η αδυναμία απεμπλοκής μεταναστριών που βρίσκονται σε συνθήκες τράφικινγκ λόγω των αδιεξόδων για βιοπορισμό, ακόμα και στις λίγες περιπτώσεις που συλλαμβάνονται οι μαστροποί. Ρόλο προαγωγής της πορνείας και του τράφικινγκ παίζουν ακόμα και τηλεοράσεις, που σε νυχτερινές ώρες βάζουν σχετικές διαφημίσεις χωρίς καμιά αντίδραση από πλευράς δικαστικών αρχών. Οι βάρβαρες διώξεις και διαρκείς συλλήψεις των οροθετικών γυναικών που κατηγορούνται για πορνεία εξακολουθούν, παρά την αθώωση των διαπομπευμένων γυναικών από τα δικαστήρια.
● Οι μετανάστριες πλήττονται ιδιαίτερα αυτή την περίοδο από την ανεργία, που συνοδεύεται από έλλειψη ιατροφαρμακευτικης περίθαλψης και ζουν στα όρια, έχοντας χάσει κυρίως τις δουλειές φύλαξης ηλικιωμένων και παιδιών που εξασφάλιζαν εισόδημα σε πολλές από αυτές. Τα θέματα της νομιμοποίησης είναι επείγοντα έως ακραία, ενώ αναστάληκε και η λειτουργία του νόμου για την ιθαγένεια των παιδιών. Εξαιτίας όλων αυτών των προβλημάτων, οι γυναικείες μεταναστευτικές οργανώσεις έχουν συμπιεστεί και δύσκολα μπορούν πλέον να λειτουργήσουν για να διεκδικήσουν τα στοιχειώδη.
● Στον τομέα του σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, οι συνθήκες σήμερα είναι πολύ αντιφατικές. Από τη μια πλευρά ένα τέτοιο θέμα βγαίνει ως αίτημα και διεκδίκηση για αναγνώριση και ισότιμη αποδοχή με ένταση στο δημόσιο χώρο από ένα σφριγηλό κίνημα, από την άλλη όμως, με την ανάπτυξη των συντηρητικών λογικών και προπαντός του φασιστικού φαινομένου, παρουσιάζεται μια «τεκμηριωμένη» αντίθεση, επιθετικότητα, έως και δολοφονικές επιθέσεις απέναντι στο κίνημα αυτό και τους ανθρώπους που δηλώνουν αντίστοιχες ταυτότητες. Στον τομέα της νομοθεσίας, επίσης, υπάρχουν θετικές αλλά όχι ικανοποιητικές εξελίξεις.
● Οι φυλακισμένες γυναίκες, εκτός από τις ακατάλληλες και συχνά βασανιστικές συνθήκες κράτησης, υφίστανται διακρίσεις επίσης. Στις φυλακές δεν έχουν δικαίωμα για μεροκάματα, όπως οι άνδρες στις αγροτικές φυλακές, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να μειώσουν τη διάρκεια φυλάκισης. Υπάρχουν πολλές φυλακισμένες μητέρες ανηλίκων χωρίς άλλο γονέα, οι οποίες είτε στερούνται τα παιδιά τους είτε τα έχουν μαζί τους στη φυλακή. Δεν υπήρξε μέχρι στιγμής ιδιαίτερη μέριμνα της πολιτείας για το ευαίσθητο αυτό ζήτημα. Επίσης κρατούνται πολλές γυναίκες με σοβαρές μολυσματικές ασθένειες, με κίνδυνο για τη ζωή των ιδίων ή των συγκρατουμένων τους, αναλόγως των ασθενειών.
● Οι αγρότισσες υφίστανται σοβαρές διακρίσεις λόγω φύλου, κυρίως με βάση τις κοινωνικές νοοτροπίες και το έλλειμμα ενημέρωσης σε θέματα δικαιωμάτων και έμφυλης βίας. Οι εκατοντάδες γυναικείοι συνεταιρισμοί ανά την επικράτεια που μέχρι πρόσφατα αποτελούσαν ανεξάρτητη επαγγελματική δραστηριότητα, πηγή εισοδήματος και χώρο δημιουργίας των γυναικών, αυτή τη στιγμή δέχονται τη φορολογική επιδρομή της κυβέρνησης, και αναφέρεται ότι θα δυσκολευθούν να επιβιώσουν. Εξάλλου οι αγρότισσες δέχτηκαν, όπως και οι άντρες τους, την επίθεση της κυβέρνησης για την ηλικία συνταξιοδότησης, που ανέβηκε στα 67 χρόνια.
● Οι γυναίκες ρομά εξακολουθούν να βρίσκονται στον δικό τους κόσμο, στο πλαίσιο των κοινοτήτων τους, με γκετοποίησή τους από πλευράς πολιτείας και έλλειμμα ενδιαφέροντος για εκπαιδευτικά, στεγαστικά και εργασιακά θέματα για το σύνολο των κοινοτήτων. Το φαινόμενο των πρώιμων και μερικές φορές αναγκαστικών γάμων, σε ηλικία κάτω της νόμιμης, δεν έχει απασχολήσει την πολιτεία και τις κοινωνικές υπηρεσίες. Μεγάλο πρόβλημα είναι η παιδική εργασία, ιδίως μικρών κοριτσιών.
● Αυξάνονται με αλματώδεις ρυθμούς οι περιθωριοποιημένοι πληθυσμοί, κυρίως στις πόλεις, άστεγες, ουσιοεξαρτημένες, οροθετικές ή φορείς άλλων μολυσματικών ασθενειών. Το φαινόμενο που παροξύνεται με την κρίση, δεν αντιμετωπίζεται με ενδιαφέρον από την πολιτεία, παρά μόνον από κάποιες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις με μικρές δυνατότητες. Δεν υπάρχουν ξενώνες για ουσιοεξαρτημένες και οροθετικές γυναίκες, με αποτέλεσμα πολλές από αυτές να ζουν και να πεθαίνουν στο δρόμο και σπάνια να έχουν δυνατότητα επανένταξης σε κάποια «κανονική» ζωή.
● Ένα άλλο διαχρονικό πρόβλημα ανισότητας των δύο φύλων στην Ελλάδα είναι η ισχύς του νόμου της Σαρία στην θράκη για τα οικογενειακά ζητήματα. Με βάση τη Συνθήκη της Λωζάνης του 1923, μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, η ανισότητα αυτή είναι θεσμοθετημένη γι’ αυτές και οι αποφάσεις των Ελληνικών δικαστηρίων δεν την αμφισβητούν, με μια στρεβλή ερμηνεία της έννοιας του σεβασμού της πολιτισμικής ιδιαιτερότητας. Η Τουρκία έχει καταργήσει τον θρησκευτικό νόμο από το 1924 και η Θράκη παραμένει η μόνη περιοχή της Ευρώπης να ρυθμίζει τις οικογενειακές υποθέσεις έξω από τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελλάδας.
● Επίσης διαχρονικό, το πρόβλημα του αβάτου για τις γυναίκες στο Άγιον Όρος, σε περιοχή μιας ανεξάρτητης και κυρίαρχης χώρας που στο Σύνταγμα και τους νόμους της κατοχυρώνονται, έστω και με ελλείμματα, η ισότητα των δύο φύλων. Η παράδοση των 1000 χρόνων με βάση την οποία απαγορεύεται η πρόσβαση των γυναικών στην περιοχή αυτή, πρέπει να τερματιστεί.
● Τέλος, η παρουσία των γυναικών στα κέντρα λήψης αποφάσεων των θεσμών, κοινωνικών κινημάτων, πολιτικών κομμάτων, οργανισμών, επιχειρήσεων, προχωρά με πολύ αργότερα βήματα απ’ ότι η συμμετοχή των γυναικών στα κοινωνικά δρώμενα κάθε είδους. Η θεσμοθέτηση ενός τρίτου γυναικών σε υπηρεσιακά συμβούλια είναι ένα θετικό βήμα και μια σταγόνα δικαιοσύνης για τις εργαζόμενες γυναίκες, αφορά όμως μικρούς πληθυσμούς. Στη Βουλή υπάρχουν 60 γυναίκες, δηλαδή μόλις 20%, ενώ στην κυβέρνηση υπάρχει μόνο μια υπουργός.
Η παραπάνω συνοπτική καταγραφή βασικών τομέων της ζωής των γυναικών γίνεται με στόχο την εγρήγορση για θέματα γυναικείων δικαιωμάτων και ενδεχομένως την αντιμετώπισή τους από μια κυβέρνηση της αριστεράς που οφείλει να τα εντάξει στις προτεραιότητές της. Όπως λέμε, η ισότητα των δύο φύλων και τα γυναικεία δικαιώματα δεν είναι πολυτέλεια για να ασχολούμαστε με αυτά όταν έχουμε λύσει όλα τα άλλα, είναι βασικές ανάγκες του πληθυσμού και μέτρο πολιτισμού μιας κοινωνίας. Και ο αγώνας για αυτές τις ιδέες, είναι και γενικότερος προοδευτικός και αντιφασιστικός αγώνας.