του Κώστα Παπαντωνίου
Αν η 62χρονη Ντανιέλα Πρελορέντζου που έχασε τη ζωή της εν ώρα υπερωρίας σε σκουπιδιάρικο στον Δήμο Ζωγράφου ήταν εφοπλιστής, σήμερα θα βούιζαν ακόμα τ’ αυτιά μας από τις συνεχόμενες αναφορές στα κανάλια και τα ραδιόφωνα για τον θάνατο της.
Αν ήταν εφοπλιστής θα γράφονταν ύμνοι για το πώς κατάφερε να χτίσει ένα επιχειρηματικό μύθο. Να γίνει κυρίαρχη στη ναυτιλία, να πάρει όσα καράβια δεν μπόρεσε ποτέ κανείς να αποκτήσει. Να αλλάξει τη μοίρα των ελληνικών media, να βάλει την ενημέρωση σε άλλο επίπεδο, να φέρει τον πολιτισμό μέσα στα σπίτια μας.
Θα γράφονταν ακόμη τρυφερά κείμενα από παλιούς της υπαλλήλους, με στιγμές που θα έδειχναν πόσο καλό αφεντικό υπήρξε.
Θα υπήρχαν συλλυπητήρια μηνύματα από πολιτικά κόμματα και κορυφαία πολιτικά στελέχη.
Θα ήταν το πρώτο θέμα στις ειδήσεις, των καναλιών, των sites, ακόμη και των blogs για ημέρες ολόκληρες. Θα κυκλοφορούσαν ξεχωριστά ένθετα με στιγμές και πλευρές της που δεν γνωρίζαμε όσο ζούσε και θα έδειχναν το ακόμη μεγαλύτερο μεγαλείο της.
Θα αφήνονταν φυσικά στην άκρη οι… όποιες κακές στιγμές και ενέργειες στο όνομα του σεβασμού προς τον νεκρό.
Η στήριξη και προβολή συγκεκριμένων προσώπων και πολιτικών – οικονομικών συμφερόντων, οι μαζικές απολύσεις εργαζομένων, η καταπάτηση ελεύθερων δημόσιων χώρων, η παραγωγή τηλεοπτικών προγραμμάτων σκουπιδιών με σαπουνόπερες που κράτησαν δεκαετίες ολόκληρες δεν θα γίνονταν ποτέ αντικείμενο σχολιασμού.
Θα γράφονταν αντίθετα μαζικά RIP στο facebook και θα έλεγαν όλοι σε ιντερνετικα και μη καφενεία ότι πλέον στη χώρα μας δεν υπάρχουν οι προσωπικότητες και οι επιχειρηματίες του παρελθόντος.
Αν η Ντανιέλα Πρελορέντζου είχε πάθει καρδιακή ανακοπή σε πολυτελές γραφείο ουρανοξύστη κι όχι πάνω σε απορριματοφόρο δεκαετίας του ‘90 θα ήταν σήμερα γνωστή σε όποια γωνιά της χώρας φτάνει η τηλεόραση και το ίντερνετ.
Όμως η 62χρονη Ντανιέλα ήταν μία.. απλή εργάτρια. Ένας άνθρωπος που τα έβγαζε πέρα με τεράστια αυταπάρνηση και υπερέβαινε τις δυνάμεις της για να ζήσει τα τέσσερα παιδιά της, το ένα από τα οποία είναι με αναπηρία.
Δεν θα έπρεπε να είναι εφοπλίστρια ή κάποιο δημόσιο πρόσωπο για να μάθουμε την ιστορία της. Μια ιστορία που πραγματικά θα ενδιέφερε μακράν περισσότερο τον κόσμο από τον θάνατο ενός εφοπλιστή, γιατί θα ήταν μια ιστορία από εμάς. Της μάνας μας, του αδερφού μας, του γείτονά μας.
Όμως τέτοιες ιστορίες, οι εφοπλιστές και ιδιοκτήτες καναλιών δεν ενδιαφέρονται να προβάλλουν. Είναι μια διαδικασία ενάντια στα συμφέροντά τους και η συνέχιση της εκμετάλλευσης προϋποθέτει άγνοια και αποπροσανατολισμό.
Συνεπώς, από την ανάποδη, καμία αναφορά, πόσω μάλλον θλίψη για τους πλούσιους, δεν θα έπρεπε να υπάρχει ανάμεσα σε καθημερινούς πολίτες και εναλλακτικά μέσα ενημέρωσης.
Θλίψη μόνο για ανθρώπους σαν τη Ντανιέλα, που δεν πρόλαβαν να δουν αυτό τον κόσμο να αλλάζει και να τον ζήσουν χωρίς το βάρος της επιβίωσης να τους καταπλακώνει την καρδιά. Και δεν αποζητά πολλά αυτή η δόλια η καρδιά. Δεν θέλει κότερα, πλοία, τηλεοπτικούς σταθμούς και βίλες. Παρά μόνο να γεύεται τα όμορφα απλά και καθημερινά της ζωής, όπως ένα ξέγνοιαστο μάζεμα με την οικογένεια στο σαλόνι, με ιστορίες για το πώς πήγε η μέρα, αστεία, γέλια και αγκαλιές. Σαν αυτό το βράδυ δηλαδή που στερήθηκε η Ντανιέλα, γιατί έπρεπε να πάει για το μεροκάματο στο σκουπιδιάρικο, 62 χρονών γυναίκα μέσα στον καύσωνα των 45 βαθμών κελσίου.
Πηγή: 3pointmagazine