Με αφορμή τον συμβιβασμό του πρώην ισχυρού Ντομινίκ Στρος-Καν με την καμαριέρα Ναφισάτου Ντιάλο και την κατρακύλα του πρώτου, αναδημοσιεύουμε κάποια παλιότερα άρθρα πάνω στο θέμα.
της Σίσσυς Βωβού
Έχουμε μπροστά μας ένα πολύ συνηθισμένο αλλά σπάνια τιμωρούμενο παράπτωμα ή κακούργημα, αυτό της σεξουαλικής παρενόχλησης στο χώρο της εργασίας ή και του βιασμού. Μια καμαριέρα καταγγέλλει έναν πελάτη ξενοδοχείου για απόπειρα βιασμού, σεξουαλική παρενόχληση και ομηρία. Όταν πάει να καθαρίσει το δωμάτιο, ο πελάτης τη ρίχνει κάτω και προσπαθεί να τη βιάσει, μετά την κλειδώνει στην τουαλέτα. Αυτή φωνάζει, έρχονται άλλοι ταπεινοί εργαζόμενοι και εργαζόμενες, γίνεται θέμα, έρχεται η αστυνομία, το θέμα δεν μπορεί πλέον να κρυφτεί, και οδηγούμαστε στη σύλληψη του πελάτη και όλα τα επόμενα.
Αυτό δεν γίνεται για πρώτη φορά στο Σόφιτελ της Νέας Υόρκης, όπως είπε ο εισαγγελέας του δικαστηρίου. Είχαν γίνει πολλές καταγγελίες στο παρελθόν, και δεν είχε προχωρήσει δικαστική διαδικασία, γιατί το πράγμα κουκουλωνόταν. Ο ίδιος πελάτης, κατηγορούμενος σήμερα, έμενε τακτικά σ’ αυτό το ξενοδοχείο. Είτε οι καταγγελίες ήταν γι’ αυτόν ή για κάποιον/κάποιους άλλους, το γεγονός είναι ότι κουκουλωνόντουσαν για να μην χάσει το καλό του όνομα το Σόφιτελ και συνεπώς την πληρότητά του. Όταν ο πελάτης είναι και σε σουίτα 3000 δολαρίων την ημέρα, μάλλον θα υπήρχε περισσότερη «διακριτικότητα» απέναντι σε τίποτα ατασθαλίες ή καταγγελίες, ενδεχομένως και χρηματισμός των θυμάτων ή της διεύθυνσης του ξενοδοχείου.
Το θέμα ξέφυγε. Και η αμερικανική δικαιοσύνη αποφάσισε κατ’ εξαίρεσιν να λειτουργήσει με βάση την ισονομία των πολιτών και τους νόμους που λένε ότι διώκεται ποινικά ο βιασμός και η σεξουαλική επίθεση κατά των γυναικών γενικά και στο χώρο της εργασίας επίσης. Αυτούς τους νόμους δηλαδή που για χρόνια και δεκαετίες έχουν αγωνιστεί οι αμερικανίδες φεμινίστριες για να ψηφιστούν, ενώ κάθε φορά λοιδωρούνταν από την πατριαρχική αντίληψη ότι είναι «υπερβολικοί», ότι «αντιστρατεύονται τη σεξουαλικότητα», ότι είναι στο πνεύμα της «πολιτικής ορθότητας» και γενικά ότι εξυπηρετούν μόνο την υστερία των φεμινιστριών.
Κι ενώ έχουμε μπροστά μας την καταγγελία μιας συνηθισμένης κακουργηματικής πράξης από μια εργαζόμενη, βοά η Γαλλία για σκευωρία, παίρνουν φωτιά τα ΜΜΕ για να ανακαλύψουν ποιος την οργάνωσε, την ίδια ώρα που ελάχιστοι και ελάχιστες αναρωτιούνται για την καμαριέρα ή πιστεύουν την καταγγελία της, ελάχιστοι αναρωτιούνται για την ψυχική της κατάσταση και το σοκ που υπέστη, γιατί δεν τους μένει τηλεοπτικός χρόνος από τους θρήνους τους για το βασανιστήριο και το διασυρμό που προκαλούν οι χειροπέδες σ’ έναν μεγαλόσχημο εκπρόσωπο του κατεστημένου.
Και όλα τα παραπάνω, όταν ο ίδιος ο μεγαλόσχημος εκπρόσωπος δεν μίλησε για σκευωρία, απλώς κατασκεύασε ένα άλλοθι και όταν δεν του βγήκε κατασκεύασε ένα άλλο. Και επίσης όταν όλοι οι «γνωστοί», οι «φίλοι» και οι «συνεργάτες», για χρόνια προσπαθούσαν να συγκαλύψουν τις ατασθαλίες ή τα κακουργήματά του. Ενώ κάποιες παθούσες που ήδη εμφανίστηκαν, απλώς λένε ότι δεν τολμούσαν να τον καταγγείλουν γιατί ήταν «μεγάλος». Δηλαδή πολλοί και πολλές γνώριζαν, αλλά τι να κάνουμε, έχει και τις αδυναμίες του, κανείς δεν είναι τέλειος.
Σήμερα έχουμε τη χαρά να γιορτάζουμε μια μεγάλη νίκη του δικαιώματος των εργαζομένων γυναικών για αξιοπρέπεια στην εργασία και εναντίον της σεξουαλικής παρενόχλησης. Μια νίκη παγκοσμίων διαστάσεων, ένα μάθημα για την αξία των φεμινιστικών αγώνων, ένα φόβητρο για την αλλαζονία, έστω και του πιο μεγαλόσχημου εκπρόσωπου αυτού του μικρού πλανητικού χωριού.
Φυσικά τα γυναικεία δικαιώματα εν προκειμένω μπλέκονται με τον θεσμικό ρόλο του θύτη, που τον βλέπουμε να καταρρέει σαν τον Δράκουλα την αυγή, δίνοντας χαρά και αγαλλίαση σε πολλούς και πολλές, για τον αντικοινωνικό θεσμικό του ρόλο, αφού εκπροσωπούσε έναν κτηνώδη εκπρόσωπο ενός κτηνώδους κατεστημένου και οργανισμού.
Όλοι αυτοί αλλά και αυτές, προοδευτικοί και προοδευτικότεροι, πριν προλάβουν να ευχαριστήσουν την καμαριέρα που έσπασε τη σαπουνόφουσκα της αλλαζονίας και της αυτοπεποίθησης του μεγάλου διασώστη, αρχίζουν να λοιδωρούν τον δικό μας πρωθυπουργό που είναι μεν καμαριέρα αλλά δεν έχει την τόλμη της νεαρής μιγάδας του Σόφιτελ. Γιατί δεν θα ξεχάσουμε, ότι καμαριέρα, πλύστρα, υπηρέτρια, όλα αυτά τα κακά όχι μόνο του τα αποδίδουν απαξιώνοντας σκληρά και τίμια εργαζόμενες γυναίκες, αλλά και ξεδίνουν, ας μην ξεχνάμε, με το γεμάτο αντιδραστικά κλισέ χιούμορ, αφού είναι τόσο απαραίτητο τις σκληρές μέρες που ζούμε. «Χιούμορ» που το βλέπουμε να κυκλοφορεί σε επίσημα ΜΜΕ όσο και σε κάθε είδους διαδικτυακή επικοινωνία. Τι κρίμα κι αυτό!
Πηγή: Αυγή