της Χριστίνας Κούρκουλα
Το Σχολείο των Ξυπόλητων είναι ένα διαφορετικό σχολείο που δεν δίνει πτυχία στους μαθητές του, ούτε χρησιμοποιεί πτυχιούχους δασκάλους. Η εκπαίδευση που παρέχει στηρίζεται στην πρακτική γνώση της επιβίωσης των απλών ανθρώπων, γι’ αυτό και η εκπαιδευτική διαδικασία είναι αμφίδρομη ανάμεσα στο δάσκαλο και τον μαθητή, καθώς και οι δυο μαθαίνουν από την διαδικασία αυτή, ορίζοντας εκ νέου τους όρους «μάθηση»και «επαγγελματισμός».
Το Σχολείο των Ξυπόλητων δημιουργήθηκε στην Ινδία την δεκαετία του ’80 από τον Bunker Roy, ακτιβιστή και δάσκαλο που επέλεξε να εργαστεί με τους εξαθλιωμένους αναλφάβητους κατοίκους αγροτικών περιοχών της πατρίδας του. Πέρα από την πρακτική γνώση που μεταδίδει, το σχολείο βοηθάει μικρά παιδιά που εργάζονται κατά τη διάρκεια της ημέρας -στην πλειοψηφία τους κορίτσια- γυναίκες και αναλφάβητους χωρικούς να μάθουν να εφαρμόζουν τις αγροτικές παραδοσιακές γνώσεις και δεξιότητες στο χτίσιμο σπιτιών για τους άστεγους, στη συλλογή βρόχινου νερού σε σχολεία της υπαίθρου και στην τοπική κοινότητα όπου το πόσιμο νερό είναι λιγοστό, να μάθουν γραφή και ανάγνωση και να ενημερωθούν για τα πολιτικά και πολιτειακά δικαιώματά τους, χρησιμοποιώντας ως μέσο διδακτικής το κουκλοθέατρο και τη νοηματική γλώσσα.. Μόνο τεχνολογίες που μπορούν να γίνουν κατανοητές και να ελέγχονται από την αγροτική κοινότητα εφαρμόζονται για τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής των φτωχών.
Στο παρακάτω βίντεο ο Bunker Roy διηγείται πώς το Σχολείο των Ξυπόλητων επεκτάθηκε από την Ινδία και σε άλλες φτωχές χώρες της Ασίας και της Αφρικής με την αποκλειστική συνεργασία και στήριξη των γυναικών και μάλιστα των ηλικιωμένων γυναικών. Η εκπαίδευση των γιαγιάδων είναι από τις πιο σημαντικές προτεραιότητες του σχολείου γι αυτό και ένα από τα συνθήματα του είναι, «Εκπαίδευσε μια γιαγιά, άλλαξε τον κόσμο».
Το Σχολείο των Ξυπόλυτων έχει αγωνιστεί για την ενδυνάμωση των γυναικών της υπαίθρου, ιδιαίτερα σε περιοχές που παραδοσιακά κυριαρχούνται από τους άνδρες. Από το 1972, έχουν εκπαιδευτεί περισσότερες από 6.525 απλές νοικοκυρές, μητέρες και γιαγιάδες. Από την αρχή του εγχειρήματός του ο Bunker Roy συνειδητοποίησε ότι οι γυναίκες κατέχουν πολύτιμη πρακτική γνώση που την αξιοποιούν για την επιβίωση τη δική τους και της οικογένειάς τους, γνώση που συχνά είναι άγνωστη στους άντρες. Επίσης μαθαίνουν εύκολα παρότι είναι αναλφάβητες, χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του σώματος, και όχι μόνο μπορούν να εκπαιδευτούν ως τεχνικοί ηλιακής ενέργειας για την ηλεκτροδότηση ολόκληρων αγροτικών κοινοτήτων, ως μηχανικοί αντλιών νερού, ως υφάντριες, δασκάλες και νηπιαγωγοί, οδοντίατροι, τεχνίτριες ραδιοφώνου και μαίες, αλλά με τη σειρά τους εκπαιδεύουν και άλλες γυναίκες. Οι ανύπαντρες μητέρες, μεσήλικες, οι διαζευγμένες, οι γυναίκες με κινητικά προβλήματα και οι αναλφάβητες έχουν προτεραιότητα στην εκπαίδευση σε σχέση με άλλες, επειδή χρειάζονται μια ευκαιρία στην απασχόληση και ένα εισόδημα για να επιβιώσουν.
Ο Bunker Roy λέει χαρακτηριστικά ότι οι γυναίκες χρειάζονται μόλις 6 μήνες εκπαίδευσης γιατί είναι πολύ πιο έξυπνες από τους άντρες, που δεν είναι εκπαιδεύσιμοι, καθώς είναι ανήσυχοι, φιλόδοξοι και όταν πειστούν να παρακολουθήσουν μαθήματα το κάνουν με απώτερο στόχο το πτυχίο που θα τους βοηθήσει να φύγουν στην πόλη.
Οι βασικές αρχές της φιλοσοφίας του Σχολείου των Ξυπόλυτων στηρίζεται στην πίστη του Γκάντι ότι οι γνώσεις, οι δεξιότητες και η σοφία των απλών ανθρώπων της υπαίθρου πρέπει να αξιοποιούνται για την ανάπτυξή της τοπικής κοινότητας πριν ζητηθεί η έξωθεν τεχνογνωσία. Κατά τον Bunker Roy είναι μάταιο να ψάχνουμε τις λύσεις κάπου εκεί πέρα μακριά, όταν μπορούμε να σκύψουμε και να ρωτήσουμε τους απλούς ανθρώπους, μαθαίνοντας από την σοφία τους.
[youtube width=”640″ height=”480″]http://www.youtube.com/watch?v=6qqqVwM6bMM[/youtube]