της Γεωργίας Μανώλη
Στις 6 Απριλίου η Γαλλία γίνεται η 5η χώρα της Ευρώπης μετά την Σουηδία, την Ισλανδία, τη Νορβηγία και τη Βόρεια Ιρλανδία που αποφασίζει την ψήφιση της ποινικοποίησης του πορνοπελάτη, εφαρμόζοντας μάλιστα το λεγόμενο σκανδιναβικό μοντέλο. Το μοντέλο αυτό όχι μόνο κατανοεί τους λόγους για τους οποίους ένα άτομο μπαίνει στην αγορά του σεξ αλλά επικεντρώνεται και στο βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα εκδιδόμενα άτομα, του πώς να βγουν, πώς να ξεφύγουν ακριβώς από την πορνεία.
Με το «Νόμο για την Καταπολέμηση της Πορνείας και την Προστασία των Εκδιδόμενων Ατόμων» η γαλλική Εθνοσυνέλευση αναγνωρίζει λοιπόν ότι η πορνεία είναι μια μορφή βίας εναντίον των γυναικών και η αγορά σεξ είναι μια μορφή εξαναγκασμού. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η ποινικοποίηση αυτή είναι σε απόλυτη συμφωνία με τον γαλλικό νόμο για τον βιασμό που προβλέπει ότι ο βιασμός είναι η οποιαδήποτε μορφή διείσδυσης που επιβάλλεται στο άτομο είτε με βία και με απειλή είτε αντίστοιχα με εξαναγκασμό. Σε αυτό το νομικό πλαίσιο το γαλλικό κράτος αναγνωρίζει ότι η πορνεία βλάπτει τις εκδιδόμενες γυναίκες αφού υπονομεύει τόσο την ψυχολογική όσο και την σωματική τους ακεραιότητα, την ασφάλεια τους και την υγεία τους και τα βασικά ανθρώπινα τους δικαιώματα.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι ο νόμος διευκρινίζει ότι όλα τα εκδιδόμενα άτομα, γυναίκες, άνδρες και παιδιά δεν θα έχουν καμία απολύτως ποινική κύρωση. Αντίθετα θα τους παρέχεται κοινωνική στήριξη και επιδόματα ώστε να έχουν μια διέξοδο από την πορνεία ενώ οι πορνοπελάτες θα τιμωρούνται με πρόστιμα (περίπου 1.500-3.700€) αλλά και με ποινική δίωξη αφού δίνεται πια η ευκαιρία στα ίδια τα εκδιδόμενα άτομα, εάν το επιθυμούν να μηνύουν τους εκμεταλλευτές τους.
Η απόφαση αυτή χαιρετίσθηκε τόσο από φεμινιστικές οργανώσεις όσο και από πολιτικούς ως ένα ιστορικό βήμα για την κατάκτηση της ισότητας των φύλων και της αλληλεγγύης αφού πλέον το στίγμα του «εγκλήματος» και της παραβατικότητας μεταφέρεται από την εκδιδόμενη γυναίκα στον πορνοπελάτη. Ωστόσο ο νόμος αυτός ψηφίστηκε μέσα στον απόηχο της διαμάχης που ξέσπασε μετά την πρόταση της Διεθνούς Αμνηστίας πέρσι το καλοκαίρι για την πλήρη αποποινικοποίηση της πορνείας και έτσι δεν έλειψαν οι φωνές διαμαρτυρίας αντίστοιχα. Την ημέρα ψήφισης του νομοσχεδίου απέξω από τη γαλλική Εθνοσυνέλευση διαδήλωνε το γαλλικό Συνδικάτο των Εργαζομένων στη Βιομηχανία του Σεξ, στα γαλλικά Strass, το οποίο υποστηρίζει ότι ο νόμος αυτός όχι μόνο δεν βοηθά τους εκδιδόμενους αλλά αντίθετα τους καθιστά ακόμη πιο ευάλωτους. Μια άλλη κριτική επιμένει ότι αυτός ο νόμος θα πιέσει την πορνεία να προσαρμοστεί σε ένα μοντέλο διαδικτυακής επιχείρησης και επομένως θα πιο δύσκολη για έλεγχο και παρακολούθηση. Η αναπόφευκτη απάντηση στην κριτική αυτή είναι τα παραδείγματα χωρών όπου η πορνεία έχει αποποινικοποιηθεί πλήρως όπως η Γερμανία, η Ολλανδία και η Νέα Ζηλανδία. Η Γερμανία και η Ολλανδία αποποινικοποίησαν μεν την πορνεία αλλά καμία χώρα δεν είδε μείωση του trafficking-αντίθετα υπήρξε αύξηση και της βίας κατά των ιερόδουλων (Observer Reporter). Αντίστοιχα «σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές υπολογίζεται ότι στην Γαλλία δουλεύουν περίπου 30.000 με 40.000 εκδιδόμενες, από τις οποίες το 80% είναι ξένες και πολύ συχνά θύματα trafficking και εκμετάλλευσης» (Le Monde).
Μένει λοιπόν να δούμε τι πραγματικό αντίκτυπο θα έχει αυτός ο νόμος ως προς την μείωση του trafficking και της εκμετάλλευσης αυτών των εκδιδόμενων στη Γαλλία. Σε κάθε περίπτωση όμως η ποινικοποίηση του πορνοπελάτη και η μεταφορά επιτέλους της ποινικής ευθύνης σε αυτόν που διαπράττει τη βία και την εκμετάλλευση δεν μπορεί παρά να αποτελεί ένα ρηξικέλευθο βήμα για την καταπολέμηση της βίας κατά των εκδιδόμενων γυναικών, ανδρών και παιδιών.