της Άννας Σιγαλού
Μετά την δημοσίευση της είδησης του βιασμού φοιτήτριας στο ΑΠΘ είδαμε τα -αναμενόμενα είναι η αλήθεια- άθλια κείμενα και σχόλια σε διάφορα sites τύπου «πρώτο θέμα», «newsbeast» κ.α.. Είδαμε επίσης δήθεν προβοκατόρικα σχόλια, ότι οι αριστερές δεν μιλάμε γι’ αυτόν τον βιασμό επειδή τον διέπραξαν μετανάστες και θέλουμε να τους προστατέψουμε.
Δεν θέλουμε να προστατέψουμε κανέναν βιαστή και θέλουμε δικαίωση για κάθε θύμα. Ο τρόπος που τίθεται όμως το θέμα είναι τρομερά προβληματικός.
Κανονικά, άμα ως κοινωνία συζητάγαμε σοβαρά, ο παράγοντας «εθνικότητα» θα ήταν αδιάφορος. Θα ξέραμε ότι βιασμούς διαπράττουν τόσο Έλληνες όσο και ξένοι και ότι, επίσης, βιάζονται εξίσου οι Ελληνίδες και οι ξένες. Όταν μιλάμε για έναν βιασμό, πρέπει να μιλάμε με τους όρους «βιαστής», «θύμα βιασμού» και τίποτα παραπάνω, γιατί το παραπάνω είναι εσκεμμένα αποπροσανατολιστικό.
Πρέπει οπωσδήποτε να δικαιωθεί η φοιτήτρια του ΑΠΘ και να καταδικαστούν οι βιαστές. Όμως αυτό που βλέπουμε στα social media εδώ και λίγες μέρες δεν είναι καταγγελία των βιαστών, είναι ξενοφοβία. Γιατί τι μας νοιάζει αν οι βιαστές είναι πρόσφυγες ή μετανάστες, αν είχαν περάσει από hot spot; Και Έλληνες να ‘ταν, δεν θα έπαυαν να είναι βιαστές. Και το χειρότερο είναι ότι, για να δικαιολογήσουν κάποιοι τον ρατσισμό τους, εκμεταλλεύονται τον βιασμό μιας κοπέλας.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η εθνικότητα των εμπλεκόμενων παρουσιάζεται ως σημαντική. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ο βιασμός της Πάρου, όπου πακιστανός βίασε Ελληνίδα, οπότε τα ΜΜΕ κάναν λόγο για «τέρας», «λαθρομετανάστη», «μαυριδερό» κλπ., ενώ στον βιασμό της Αμαρύνθου όπου Έλληνες βίασαν Βουλγάρα, όχι απλά δεν διασύρθηκαν οι βιαστές, αλλά η κοπέλα δεν δικαιώθηκε ποτέ, καθώς η τοπική κοινωνία κάλυψε τους βιαστές -οι οποίοι μάλιστα κρίθηκαν αθώοι, στράφηκε εναντίων της και ακόμα και σήμερα η εγκυρότητα των λεγόμενών της αμφισβητείται. Επίσης χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα δεκάδων βιασμών όπου τόσο ο βιαστής όσο και το θύμα ήταν Έλληνες, οπότε η είδηση είτε δεν αναπαράχθηκε καθόλου είτε αναπαράχθηκε αλλά χωρίς να δοθεί ιδιαίτερη σημασία και χωρίς να χρησιμοποιηθούν σκληρές λέξεις για να περιγράψουν τον βιαστή (καμιά φορά ακόμα και η λέξη «βιαστής» υποκαθιστάται από κάποια άλλη).
Το ότι κάθε βιασμός αντιμετωπίζεται διαφορετικά, ανάλογα με το ποιοί τον έχουν διαπράξει δείχνει ότι τελικά πολλοί δεν νοιάζονται για τον βιασμό ούτε για τα θύματα του. Δεν τους απασχολεί να αποδοθεί δικαιοσύνη και κυρίως δεν τους νοιάζει να μάθουν να αποτρέπουν βιασμούς στο μέλλον. Κοινώς, δεν τους νοιάζει και τόσο το ότι γυναίκες βιάζονται. Αν τους ένοιαζε πραγματικά δεν θα χρησιμοποιούσαν κάποιους βιασμούς για σκοπιμότητες, ενώ άλλους θα τους έθαβαν.
Δικαίωση θα είναι οι βιαστές να καταδικαστούν, αλλά δικαίωση επίσης θα είναι να καταλάβουμε ότι βιαστές δεν είναι μόνο οι «άλλοι»: βιαστές δεν είναι οι μετανάστες, οι άρρωστοι, οι στερημένοι. Βιαστής μπορεί να είναι ο καθένας, άσχετα απ’ την κοινωνική ή οικονομική του κατάσταση, την ηλικία, το μορφωτικό επίπεδο. Και θα είναι δικαίωση γιατί άμα αρχίσουμε να το συνειδητοποιούμε αυτό, θα καταλάβουμε ότι όλοι φέρουμε ευθύνη ως έναν βαθμό, γιατί όλοι είμαστε μέλη κοινωνιών που ανέχονται βιαστές. Θα μάθουμε να μην αντιμετωπίζουμε τον κάθε βιασμό σαν μεμονωμένο και θα μάθουμε να μην ανεχόμαστε την βία κατά των γυναικών, γιατί οι άνθρωποι έχουν την συμπεριφορά που οι άλλοι τους επιτρέπουν να έχουν.
Θα θέλαμε για μια φορά ένας βιασμός να έχει την πρέπουσα απάντηση: να καταδικαστεί ο βιαστής ανεξαρτήτως της κοινωνικής του θέσης, να προστατευτεί το θύμα και να του προσφερθεί υποστήριξη (νομική, ψυχολογική και ότι άλλο χρειαστεί). Και το κυριότερο, να υπάρχει σεβασμός απέναντι της. Γιατί το να χρησιμοποιείται ένας βιασμός ως ευκαιρία από κάποιους, ώστε να ξεράσουν ρατσισμό και ξενοφοβία μονό σεβασμός απέναντι στο θύμα δεν είναι.